Η αρχαιολογική υπηρεσία της Ελλάδας κατηγορείται ότι αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο σε ότι αφορά τις επενδύσεις στη χώρα μας, σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal.
Αυτό ανακάλυψε ο Μάικ Αγγελιάδης, ένας Ελληνοαμερικανός επενδυτής ακινήτων, αφού πλειοδότησε σε κρατικό διαγωνισμό το 2014, για μία επένδυση ύψους 400 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη παραθαλάσσιου θερέτρου στο νησί της Ρόδου.
Δύο χρόνια αργότερα και αφού είχε δαπανήσει περίπου 1,5 εκατ. ευρώ, η ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία «πάγωσε» το έργο.
Η επιλεγμένη τοποθεσία του Ελληνοαμερικανού επενδυτή βρισκόταν κοντά στα ερείπια ενός φρουρίου που χρονολογείται πάνω από τρεις χιλιετίες, στη μυκηναϊκή εποχή, με την υπηρεσία να εκφράζει την ανησυχία για την ύπαρξη και άλλων ευρημάτων στην περιοχή.
Το κρατικό ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, προσπαθώντας να δώσει λύση στο αδιέξοδο του επενδυτή, δεσμεύτηκε πέρσι να προσλάβει ανεξάρτητους αρχαιολόγους να ελέγξουν την περιοχή, έτσι ώστε να μπορέσουν να συνεχιστούν τα έργα. Όμως από τότε δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος.
«Όλοι με είχαν προειδοποιήσει ότι τα μαλλιά σου θα γκριζάρουν πριν καταφέρεις να χτίσεις οτιδήποτε στην Ελλάδα», ανέφερε ο κ. Αγγελιάδης.
«Αυτό είναι ένα έργο, στο οποίο έχω αφιερώσει τη ζωή και την ψυχή μου» ανέφερε.
Η ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία βρίσκεται στη λίστα με τους γραφειοκρατικούς οργανισμούς που φοβούνται περισσότερο οι επενδυτές, σε μία χώρα πασίγνωστη για την γραφειοκρατία της, σύμφωνα με τη WSJ.
Είναι ικανή να δεσμεύσει επενδυτικά σχέδια για χρόνια, ακόμη και με την παραμικρή υποψία ότι κάτω από μία προτεινόμενη επένδυση μπορεί να βρίσκονται αρχαιολογικά ευρήματα.
Καθώς η Ελλάδα επιδιώκει να επιστρέψει στην ανάπτυξη μετά από χρόνια ύφεσης, η ανάγκη να προστατεύσει την πολύτιμη κληρονομία της, μερικές φορές έρχεται σε σύγκρουση με την απελπισμένη ανάγκη της για επενδύσεις.
Ο μειωμένος προϋπολογισμός και η υποστελέχωση της αρχαιολογικής υπηρεσίας επιδεινώνουν το πρόβλημα, οδηγώντας σε μεγάλες καθυστερήσεις.
Πολύ συχνά, έργα όπως αυτοκινητόδρομοι, δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης και άλλα δημόσια έργα αναβάλλονται, ανασχεδιάζονται ή ξεπερνούν τον προϋπολογισμό τους, καθώς έρχονται αντιμέτωπα με αρχαιολογικά ευρήματα.
Στο δημοσίευμα αναφέρεται χαρακτηριστικά το παράδειγμα του μετρό της Θεσσαλονίκης, το οποίο ακόμη δεν έχει καταφέρει να ολοκληρωθεί μετά από τρεις δεκαετίας εργασιών, λόγω της ανακάλυψης αρχαιοτήτων. Ως αποτέλεσμα, ένας σταθμός χρειάστηκε να επανασχεδιαστεί.
Το πρόβλημα που φέρνουν τέτοιες καθυστερήσεις γίνεται πιο έντονο, καθώς η Ελλάδα αναζητά απεγνωσμένα επενδύσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας της.
Το φθινόπωρο, η αρχαιολογική υπηρεσία βρέθηκε στο επίκεντρο της διαμάχης για την επένδυση ύψους 8 δισ. Ευρώ στο Ελληνικό.
Το πρώην αεροδρόμιο είναι μέρος του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων που η Αθήνα υποσχέθηκε στους δανειστές να ολοκληρώσει.
Η αρχαιολογική υπηρεσία καθυστέρησε τα σχέδια για πάνω από ένα χρόνο - όπου κατόπιν πιέσεων των δανειστών, το ελληνικό κράτος αναγκάστηκε να παρέμβει για να μειώσει την περιοχή που είχε οριοθετήσει η υπηρεσία σε μόλις 5% του χώρου.
Οι Έλληνες είναι υπερήφανοι για την αρχαία κληρονομιά τους και η διατήρησή της είναι κεντρικής σημασίας για την προσέλκυση τουριστών στη χώρα, με τον τουρισμό να αντιστοιχεί στο 10% του ΑΕΠ, επισημαίνει η WSJ.
Μέρος της αδιαλλαξίας της αρχαιολογικής υπηρεσίας, όπως παρατηρούν ορισμένοι, ίσως πηγάζει από τις δεκαετίες του 1980 και 1990, όταν υπήρξαν πολλές περιπτώσεις Ελλήνων που έκρυβαν ή έκλεβαν αρχαιότητες κατά τη διάρκεια κατασκευαστικών εργασιών.
Οι νόμοι αυστηροποιήθηκαν από τότε, ώστε κανένα κατασκευαστικό έργο να μην μπορεί να προχωρήσει, χωρίς την έγκριση της υπηρεσίας αρχαιοτήτων.
Όπως δήλωσε στην WSJ η επικεφαλής της αρχαιολογικής υπηρεσίας, Μαρία Βλαζάκη, όταν η οικονομική κρίση έπληξε την Ελλάδα, οι αρχές ήταν πιθανότερο να δώσουν άκριτα το πράσινο φως για οποιοδήποτε έργο.
«Όλα γίνονταν βιαστικά, χωρίς να ακολουθούνται οι σωστές διαδικασίες, χρησιμοποιώντας την κρίση ως δικαιολογία», ανέφερε.
Άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ και η Ιταλία – και οι δύο πλούσιες σε αρχαιολογικά ευρήματα - ακολουθούν διαφορετική προσέγγιση. Στο Ισραήλ, η νομοθεσία προβλέπει διαμοιρασμό του κόστους που αφορά στον χειρισμό των αρχαιοτήτων, μεταξύ του κράτους και του επενδυτή. Επιπλέον, η χώρα διαθέτει περισσότερα κονδύλια για αρχαιολόγους.
«Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι η χώρα έχει χρεοκοπήσει» ανέφερε ο καθηγητής Ελληνικού πολιτισμού του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, Πολ Κάρτλετζ.
Όπως επισημαίνει, στο ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού απασχολούνται 6.500 άτομα, ενώ στο αντίστοιχο Ιταλικό 18.500.
Στην Ιταλία, οι αρμόδιες αρχές έχουν προσπαθήσει να περιορίσουν τις μεγάλες καθυστερήσεις στα κατασκευαστικά έργα, επιτρέποντας την ενσωμάτωση αρχαιοτήτων στις νέες δομές. Όμως, σε περιπτώσεις εξαιρετικά σημαντικών ευρημάτων, οι κατασκευές επηρεάζονται και στην Ιταλία επίσης.
Οι ελληνικές αρχές έχουν επιχειρήσει παρόμοιες συνεργασίες στο παρελθόν. Μετά από συμφωνία με τους κατασκευαστές του μετρό της Αθήνας, πάνω από 50.000 αντικείμενα απομακρύνθηκαν και πολλά από αυτά βρίσκονται προς έκθεση σε έξι από τους σταθμούς.
σχόλια