Ο Σταμάτης Σεκλιζιώτης είναι γεωπόνος (ΑΠΘ) με μεταπτυχιακές σπουδές στην Αρχιτεκτονική Τοπίου και τον Περιβαλλοντικό Σχεδιασμό. Έχει εργαστεί 28 χρόνια για το αμερικάνικο υπουργείο Γεωργίας.
Μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στην ανατολική Αττική, θλιμμένος και οργισμένος και αυτός, όπως οι περισσότεροι, έγραψε ένα κείμενο στη σελίδα του στο Facebook. Το κείμενο του έκανε μεγάλη εντύπωση και μέσα σε λίγες ώρες μοιράστηκε και διαβάστηκε από χιλιάδες ανθρώπους.
Μιλάει στο LIFO.gr, για την αντιπυρική ζώνη ή μάλλον την ανυπαρξία της, στη λεωφόρο Μαραθώνος. Έναν δρόμο που η σημερινή μορφή του διαμορφώθηκε την περίοδο της ολυμπιακής προετοιμασίας για τους αγώνες του 2004.
Πολλά γράφτηκαν και ειπώθηκαν τις τελευταίες μέρες για το ρόλο που διαδραμάτισε ή δεν διαδραμάτισε ως «ασπίδα» ο συγκεκριμένος δρόμος.
«Δυστυχώς αποδείχθηκε αυταπάτη η αίσθησή μας ότι η λεωφόρος Μαραθώνος θα λειτουργούσε σαν αντιπυρική ζώνη», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Δημοσθένης Αναγνωστάκης, υπαρχηγός Υποστήριξης Πυροσβεστικού Σώματος, σε ερώτηση που δέχθηκε για το ζήτημα της εκκένωσης.
«Την εποχή που ο δρόμος σχεδιάστηκε για τις ανάγκες των Ολυμπιακών Αγώνων προφανώς η αντιπυρική προστασία δεν ήταν προτεραιότητα. Αν ήταν, θα έπρεπε να είχε διαμορφωθεί μια αντιπυρική ζώνη 40 με 50 μέτρα από κάθε πλευρά του δρόμου. Να έχουν αποψιλωθεί οι πλευρές κοντά στην άσφαλτο από τα εύφλεκτα πεύκα και τις κουκουναριές. Μια κουκουναριά δίπλα σε ένα πεύκο είναι σαν να βάζεις μια νάρκη δίπλα σε μια άλλη. Αντιθέτως αν είχαν προτιμηθεί δέντρα όπως η φλαμουριά ή ακόμα και το κοινό ελληνικό κυπαρίσσι, που σχεδόν πια δεν το βλέπουμε πουθενά, η φωτιά θα ήταν δυσκολότερο να εξαπλωθεί.
Προφανώς οι συνθήκες ήταν ακραίες, υπήρχαν άνεμοι 8 με 10 μποφόρ. Όμως επιμένω, πως μια σωστή αντιπυρική ζώνη στη Μαραθώνος θα μπορούσε να είχε περιορίσει το φαινόμενο. Σκεφτείτε ένα φλεγόμενο κουκουνάρι που φεύγει από τον αέρα και πέφτει πάνω σε εύφλεκτα δέντρα σε απόσταση 100 μέτρων.
Από τη βιβλιογραφία ξέρουμε πως ένα δάσος με πεύκα και κουκουναριές μπορεί να καεί σε 5 λεπτά, ενώ ένα δάσος πχ. με βελανιδιές χρειάζεται αρκετές ώρες. Όλα αυτά είναι γνωστά στους ειδικούς, δεν λαμβάνονται όμως υπόψιν από τους αρμόδιους όταν σχεδιάζονται τα μεγάλα έργα. Άλλες είναι οι προτεραιότητες».
Ο κ. Σεκληζιώτης ξεκαθαρίζει πως προφανώς δεν ζητάει να εξαφανιστεί το πεύκο από την ελληνική φύση. «Τουλάχιστον όμως όταν μιλάμε για αστικές περιοχές πρέπει η φύτευση να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχει πρόληψη και για την πιθανότητα πυρκαγιάς. Τα πεύκα και οι κουκουναριές καλό θα ήταν παραμένουν στον πυρήνα μιας δασικής έκτασης.
Άλλωστε στην περιοχή που κάηκε, αν δει κανείς τις αεροφωτογραφίες της δεκαετίας του '40 και του '50 θα δει πως η βλάστηση ήταν σαφώς αραιότερη και αρκετά διαφορετική. Αυτή τη στιγμή είναι αστείο να μιλάμε για αυθαίρετες κατασκευές, όταν προφανώς όλα τα σπίτια στην περιοχή τροφοδοτούνται με ρεύμα και νερό κανονικά».
Πέρα από την άγνοια ο κ. Σεκληζιώτης θεωρεί πως υπάρχει και οικονομική παράμετρος στην «πευκολαγνεία» όπως την ονομάζει. «Στα φυτώρια μια βελανιδιά πχ. κοστίζει 10 με 15 φορές περισσότερο από ένα κοινό πεύκο ή μια κουκουναριά. Επομένως προτιμάται και για τις αναδασώσεις που και αυτές τις περισσότερες φορές γίνονται απρογραμμάτιστα, για επικοινωνιακούς λόγους και χωρίς κανέναν σχεδιασμό».
Όσον αφορά την περιοχή που καταστράφηκε η πρόταση του κ. Σεκληζιώτη είναι μάλλον ριζοσπαστική. «Θεωρώ πως πρέπει να γκρεμιστούν τα πάντα και να επανασχεδιαστούν από την αρχή, με σεβασμό στους κανόνες της Αρχιτεκτονικής Τοπίου και του πως σχεδιάζουμε τη φύτευση μιας περιοχής στην οποία υπάρχουν κατοικίες και ανθρώπινη δραστηριότητα.
Η ανάρτηση του προκάλεσε βέβαια και αρκετές αντιδράσεις, δέχτηκε ακόμα και επιθέσεις. «Δεν θεωρώ πως έχω τις λύση για όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με τις πυρκαγιές. Εστίασα στην ανυπαρξία αντιπυρικής ζώνης στη Μαραθωνος γιατί μου είχε κάνει εντύπωση και γιατί είναι ένα θέμα που γνωρίζω από την επιστημονική ειδικότητα μου. Αυτή η καταστροφή πρέπει να μας κάνει να δούμε το θέμα της δημιουργίας αντιπυρικών ζωνών, ειδικά μέσα στις πόλεις, από την αρχή.».
Διαβάστε την ανάρτηση του κ. Σεκληζιώτη:
σχόλια