Η Βέρα Κρισέφτσκαγια εργάστηκε σε ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης στη χρυσή εποχή της ελευθεροτυπίας στη Ρωσία, αμέσως μετά την περεστρόϊκα, και μέχρι το 2008. Όπως οι περισσότεροι συνάδελφοί της, ένιωσε τη φωνή της να πνίγεται και το αντικείμενο της δουλειάς της να εξαφανίζεται, δηλαδή να περνάει τα χέρια του κράτους. Προτού πει το αποχαιρετιστήριο «fuck this job», ήρθε μια αναπάντεχη ευκαιρία, από τον πιο απίθανο άνθρωπο, μια κοσμική πεταλούδα της πρωτεύουσας, την καρδιά των πάρτι της πόλης, μπαλαρίνα χωρίς καριέρα και παρ’ ολίγον τραγουδίστρια, που έβγαλε χρήματα στην περίοδο των παχιών επιχειρηματικών αγελάδων ως παραγωγός σ’ έναν ραδιοφωνικό σταθμό.
Η Νατάσα Σιντέεβα ήταν η πριγκίπισσα που ονειρευόταν έναν ιππότη και τον βρήκε στο πρόσωπο του όμορφου, πλούσιου, καλόκαρδου τραπεζίτη Αλεξάντερ Βινοκούροφ. Τέλεσαν έναν αξέχαστο γάμο σε παλάτι, με μπαλέτο και χιλιάδες λουλούδια και διέμεναν σε αξιοζήλευτη έπαυλη. Κι όπως πέρασε από το μυαλό του Τσαρλς Φόστερ Κέιν να χτίσει από το μηδέν μια εκδοτική αυτοκρατορία ξεκινώντας από μια αμελητέα φυλλάδα, η Νατάσα είπε «και δεν στήνω ένα κανάλι;». Ο Σάσα της τη στήριξε τυφλά κι αμέριστα, κι εκείνη ονόμασε το τηλεοπτικό της τέκνο Dozhd, δηλαδή «Βροχή», χωρίς κάποιον συγκεκριμένο λόγο (απλώς είχε βαφτίσει «Ασημένια Βροχή» τον ραδιοφωνικό σταθμό που είχε μανατζάρει με τον πρώτο σύζυγό της στη δεκαετία του '90), και με υπότιτλο, «ένας αισιόδοξος τηλεοπτικός σταθμός».
Όποιος επιχειρούσε να αρθρώσει λόγο αντίθετο από την επίσημη γραμμή, ειδικά μετά την εκτεταμένη κριτική της αντιπολίτευσης στο δημοψήφισμα που θεωρητικά φύτεψε τον Πούτιν στην εξουσία μέχρι το 2036, ανακηρυσσόταν ξένος πράκτορας, και ως διά μαγείας έχανε χορηγούς και σοβαρή οικονομική υποστήριξη.
Οι προθέσεις της ήταν ξεκάθαρα ανάλαφρες και η διάθεσή της μεταδοτική και ασταμάτητη. Εντόπισε έναν καταπληκτικό, τεράστιο χώρο και μετέτρεψε το παλιό εργοστάσιο σοκολάτας που μύριζε καραμέλα και αρουραίους σε στούντιο, που σταδιακά εξελίχθηκε από ερασιτεχνικό τσαντίρι ειδήσεων και αμήχανων talk show σε μια σοβαρότερη υπόθεση που αφορούσε (και απέκτησε) εκατομμύρια συνδρομητές, όταν έκανε σάτιρα με σκετς και αντιπολίτευση με συζητήσεις και επιχειρήματα. Κατέφθανε στο αστραφτερό εργασιακό της παιχνίδι με πολυτελή αυτοκίνητα, ενθάρρυνε τους συνεργάτες της, ντυνόταν στην πένα, έσφιζε από επιχειρηματικό οίστρο – εκπροσωπούσε τη νέα τάξη όπου όλα ήταν δυνατά, σε μια χώρα που πηδούσε ταχύρρυθμα (και ανώμαλα) τα χαμένα σκαλοπάτια του παρελθόντος.
Η ατυχία της ήταν ότι η άνοδός της συνέπεσε με το σφιχταγκάλιασμα του Βλαντίμιρ Πούτιν με την εξουσία το 2008. Η ετσιθελική μετατόπιση του Ντιμίτρι Μεντβέντεφ από τον θώκο της μεταρρυθμιστικής του πολιτικής σε διακοσμητικό σκαμπό αμίλητου παρατηρητή σκοτείνιασε τον αισιόδοξο ουρανό – η παρουσία του πρώην Προέδρου στο πλατό του Dozhd ήταν ένα σημάδι επίσημης αναγνώρισης της απήχησης του καναλιού στα μάτια των Αρχών, αν και σήμανε την πικρή αρχή των πολλών προβλημάτων που αντιμετώπισε.
Η Κρισέφτσκαγια σκηνοθετεί και αφηγείται τις περιπέτειες της δημοσιογραφίας στη χώρα της μέσα από το πορτρέτο της πεισματάρας και φιλόδοξης εργοδότριάς της. Οι κάμερες του σταθμού και ο φακός της καταγράφουν χωρίς ανάσα τη μετεωρική της αναρρίχηση στην infotainment ματιά ενός λαού που δεν είχε πολλές λύσεις για εναλλακτική ενημέρωση, αφού τα media είχαν ολοκληρωτικά καταληφθεί από την επίσημη προπαγάνδα, σημειώνοντας τις οραματικές ιδέες της, τις αμφιβολίες και τα λάθη της. Η ίδια γυναίκα που ξεκίνησε για κάτι φρέσκο, διαδραστικό, συμμετοχικό και προχωρημένο, κάποια στιγμή δεν τόλμησε να αφήσει ένα αιχμηρό σχόλιο, ομολογώντας πως αυτολογοκρίθηκε χωρίς να ασκηθεί άνωθεν πίεση ή να δεχθεί απειλητικό τηλεφώνημα, και επέτρεψε στους συντάκτες της να διεξάγουν ένα ελεύθερο γκάλοπ σε ζωντανή μετάδοση με θέμα: «Μήπως θα έπρεπε να παραδοθούν οι κάτοικοι και ο στρατός του Λένινγκραντ στους ναζί για να μη θρηνήσουμε τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα;».
Μέσα σε μισή ώρα είχαν κατεβάσει το ερώτημα από τον αέρα, αλλά το κακό είχε γίνει. Η συντριπτική πλειοψηφία των συνδρομητών εξατμίστηκε, οι διαφημιστές λάκισαν, κι ο Πούτιν, ερωτηθείς επί του θέματος σε συνέντευξη Τύπου, αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή του στην έρευνα των δικαστικών αρχών.
Η Σιντέεβα πίστευε πως το ρεπορτάζ του σταθμού μερικούς μήνες νωρίτερα για την υπόθεση Ναβάλνι θορύβησε τις μυστικές υπηρεσίες και οδήγησε σε μια ευρεία καμπάνια δυσφήμισης. Χρειάστηκε πολλή προσπάθεια για να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος και από το περιστατικό του Λένινγκραντ, το κανάλι που κάποτε ενοχλούσε γενικά κι αόριστα, ως γραφικό και επίμονο, ίσως σαν προκλητική μόδα των καιρών, πλέον έβρισκε κλειστές πόρτες, ακόμη κι όταν χρειάστηκε να μετακομίσει και να βρει νέο, πιο οικονομικό χώρο στέγασης.
Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Οποιοσδήποτε επιχειρούσε να αρθρώσει λόγο αντίθετο από την επίσημη γραμμή, ειδικά μετά την εκτεταμένη κριτική της αντιπολίτευσης στο δημοψήφισμα που θεωρητικά φύτεψε τον Πούτιν στην εξουσία μέχρι το 2036, ανακηρυσσόταν ξένος πράκτορας, και ως διά μαγείας έχανε χορηγούς και σοβαρή οικονομική υποστήριξη. Ως και η παροιμιωδώς ακατάβλητη, happy go lucky Σιντέεβα πτοήθηκε και κάμφθηκε μπροστά στο ολικό μπλόκο. Αυτό που δείχνει το «F@ck This Job» είναι η σταδιακή μεταμόρφωση μιας απολιτίκ, ναΐφ κοπέλας με υλιστικές συνήθειες και ανενδοίαστο ψώνιο για τη φήμη και την ευζωία, σε μια Μαντόνα της Ρωσίας του 21ου αιώνα, που απέκτησε συνείδηση, έθιξε ακανθώδη ζητήματα, προώθησε καινούριες απόψεις, έσπασε πολλά αυγά και ήρθε σε ρήξη με το καθεστώς, ακριβώς διότι δεν δέχεται το «όχι» ως απάντηση. Μην ανησυχείτε, δεν έμεινε στον άσσο. Έχει ακόμη περιουσία, αν και έφτασε πολύ κοντά στην καταστροφή, και, όπως φαίνεται κι από την τελευταία σημείωση της ταινίας, δεν ήρθαν όλα ρόδινα στο κινηματογραφικό οδοιπορικό της. Το τελειωτικό χτύπημα για την τηλεοπτική «Βροχή», που εδώ και κάποιο διάστημα είχε βρει πρόσφορο έδαφος και περισσότερο κοινό χωρίς χρέωση στο YouTube, ήρθε με την κάλυψη του πολέμου στην Ουκρανία, τον αγώνα της οποίας ανέκαθεν συμπαθούσε. Το ντοκιμαντέρ γίνεται απόλυτα επίκαιρο, σε βαθμό συναγερμού, καθώς η κυβέρνηση του Πούτιν ανακάλεσε την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου του 2022 την άδεια κάθε μέσου που εξέφρασε αντίρρηση στα πολεμικά του πλάνα και το έκλεισε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Oh dear Comrades…
Το «F@ck This Job» κάνει πανελλήνια πρεμιέρα στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Για εισιτήρια δείτε εδώ