Για πρώτη φορά έργα του Cy Twombly, εμπνευσμένα από μορφές και αφηγήσεις της ελληνικής μυθολογίας, θα εκτεθούν μαζί με έργα της αρχαιότητας. Στόχος είναι να ανοίξει μεταξύ τους ένας διάλογος που θα οδηγήσει ενδεχομένως σε μια ευρύτερη «συνομιλία» μεταξύ αρχαίας και σύγχρονης τέχνης. Η έκθεση θα έχει τίτλο «Θεϊκοί Διάλογοι. Ο Cy Twombly και η ελληνική αρχαιότητα» και θα παρουσιαστεί το διάστημα μεταξύ 25 Μαΐου και 3 Σεπτεμβρίου. Μέσα από το πλούσιο και περίπλοκο ζωγραφικό και γλυπτικό έργο του, το οποίο απλώνεται σε έξι παραγωγικές δεκαετίες, ο Cy Twombly αναγνωρίζεται ως ένας καλλιτέχνης που γεφυρώνει τη μεταπολεμική αμερικανική εικαστική κουλτούρα (όπως τη διαμόρφωσε ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός) με την κουλτούρα της Μεσογείου.
Ο Edwin Parker Twombly Jr, όπως είναι το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1928 στο Λέξινγκτον της Βιρτζίνια. Τον ξέρουν όμως όλοι ως Cy, επειδή «κληρονόμησε» το παρατσούκλι του πατέρα του, που το είχε υιοθετήσει επειδή θαύμαζε τον θρυλικό παίκτη του μπέιζμπολ Cy(clone) Young. Τo 1950, μετά τις βασικές του σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών της Βοστώνης, ο Cy Twombly βρέθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου γνωρίστηκε με άλλες θρυλικές φιγούρες της εποχής, όπως ο Robert Rauschenberg και ο Jasper Johns. Όλοι τους, καθένας με τον δικό του, διαφορετικό, ιδιοσυγκρασιακό τρόπο, άρχιζαν να ορίζουν τις αποστάσεις που τους απομάκρυναν από τη θεμελιώδη εκδοχή του αφηρημένου εξπρεσιονισμού. Ειδικότερα, η γνωριμία του με τον Rauschenberg υπήρξε ποικιλοτρόπως καθοριστική. Εξέθεσαν από κοινού στη Νέα Υόρκη το 1953 (αποσπώντας τις φρικτότερες κριτικές που θα μπορούσαν να γραφτούν τότε) και μαζί έφτασαν ακτοπλοϊκώς μέχρι τη Νάπολη για κείνο το πρώτο ταξίδι που περιλάμβανε ως προορισμούς την Ιταλία και το Μαρόκο και ήταν ιδέα του Rauschenberg. Ο ίδιος ο Twombly, στην αίτησή του για υποτροφία ταξιδίου στην Ευρώπη, σημείωνε ότι τη ζητούσε προκειμένου να «μελετήσει τις τοιχογραφίες των προϊστορικών σπηλαίων του Λασκό, στη Γαλλία», επειδή τον δελέαζαν το πρωτόγονο στοιχείο, τα τελετουργικά και οι φετιχιστικές ιεροτελεστίες.
«Οι γραμμές μου μοιάζουν με τις γραμμές που τραβούν τα παιδιά, αλλά δεν είναι παιδικές. Είναι πολύ δύσκολο να μιμηθεί κάποιος τις παιδικές γραμμές... Για να κατακτηθεί μια τέτοια ποιότητα θα πρέπει να προβάλλεις κάθε φορά τον ίδιο σου τον εαυτό σε γραμμές που τραβούν παιδιά. Και αυτό οφείλει να γίνεται αισθητό».
Από τότε η Ιταλία άρχισε να διαγράφεται ως ένα «νέο πεπρωμένο» για κείνον, μια και από το 1957 θα εγκαθίστατο εκεί με την Ιταλίδα σύζυγό του, με την οποία δύο χρόνια αργότερα απέκτησε έναν γιο. Στην Ιταλία όμως θα συναντούσε και τον πραγματικό σύντροφο της ζωής του μέχρι τον θάνατό του το 2011, που ήταν ο ζωγράφος Nicola del Roscio. Ωστόσο, όπως συνήθως συμβαίνει με τους περισσότερους ομοεθνείς του μετοίκους στην Ευρώπη, ο Cy Twombly παρέμεινε πολύ Αμερικανός μέχρι το τέλος της ζωής του και ήταν στενά συνδεδεμένος με τον τόπο καταγωγής του, τον οποίο επισκεπτόταν συχνά. Του άρεσε μάλιστα να επαίρεται ότι το Λέξινγκτον «έχει περισσότερες κολόνες απ' όσες έχουν η Ιταλία και η Ελλάδα μαζί».
Υπήρξε λόγιος και εντυπωσιακά ευρυμαθής. Υπήρξε, επίσης, και δεινός ομιλητής περί τέχνης. Συχνά, δικά του λόγια που προέρχονται από διάφορες συνεντεύξεις του αναπαράγονται, επειδή ηχούν ως συμπυκνωμένη σοφία από το φάσμα της θεωρίας της Τέχνης, αλλά και επειδή επιτρέπουν στον θεατή να διεισδύσει ευκολότερα στο έργο του. Για παράδειγμα, έχει πει ότι «μερικά έργα δεν είναι παρά η στιγμή κατά την οποία φτιάχνονται και επιπλέον αυτή είναι το μήνυμα». Είχε ακόμα πει ότι στο είδος της αφηρημένης ζωγραφικής του «τα πράγματα γίνονται κάπως πιο ενστικτωδώς. Δεν είναι σαν να ζωγραφίζει κάποιος ένα αντικείμενο ή κάποιο άλλο συγκεκριμένο πράγμα, αλλά σαν όλα να καταφθάνουν, αφού έχουν διατρέξει το νευρικό σου σύστημα. Το αντικείμενο δεν προκύπτει από μια περιγραφή, αλλά παράγεται. Η δράση από την οποία παράγεται το αντικείμενο συνοδεύεται από συναίσθημα. Η γραμμή που χαράζεις ακολουθεί το συναίσθημα. Αρχικά είναι κάτι το απαλό, κάτι το ονειρικό, που μετατρέπεται προοδευτικά σε κάτι σκληρό, ξηρό, μοναχικό, κάτι που τελειώνει, κάτι που αρχίζει». Σε άλλη περίπτωση, αναφερόμενος σε μομφές ότι τα έργα του θυμίζουν παιδική ζωγραφική, είχε πει: «Οι γραμμές μου μοιάζουν με τις γραμμές που τραβούν τα παιδιά, αλλά δεν είναι παιδικές. Είναι πολύ δύσκολο να μιμηθεί κάποιος τις παιδικές γραμμές... Για να κατακτηθεί μια τέτοια ποιότητα θα πρέπει να προβάλλεις κάθε φορά τον ίδιο σου τον εαυτό σε γραμμές που τραβούν παιδιά. Και αυτό οφείλει να γίνεται αισθητό».
Σημαντικό ρόλο ως πηγή έμπνευσης για τα έργα του έπαιξε και η ποίηση: «Οι στίχοι (των ποιημάτων) έχουν ισχυρό αντίκτυπο στη ζωγραφική. Κομίζουν ένταση. Υπάρχει ένας στίχος του Αρχίλοχου –ήταν αγαπημένος μου ποιητής, στρατηγός, ένας μισθοφόρος!−, ο οποίος λέει: "Εγκαταλείποντας την Πάφο που είναι κυκλωμένη από κύματα, κυκλωμένη...". Μπορεί αυτός ο στίχος να φαντάζει αδιάφορος σ' εσάς, αλλά για μένα είναι ουσιώδης. Είμαι ένας ζωγράφος της Μεσογείου».
Την έκθεση επιμελούνται ο διευθυντής του μουσείου, καθηγητής Νικόλαος Σταμπολίδης, μαζί με τον Jonas Storsve, που επιμελήθηκε τη μεγάλη τρέχουσα αναδρομική έκθεση του Cy Twombly στο Κέντρο Ζορζ Πομπιντού στο Παρίσι (Μπομπούρ για τους φίλους). Τα εκθέματα θα απαρτίζονται από 30 έργα του Twombly και 12 αρχαιότητες. Μεταξύ αυτών θα περιλαμβάνεται και το περίφημο αγγείο François, γνωστό και ως Κρατήρας του Κλειτία. Είναι η πρώτη φορά που αυτός ο μελανόμορφου ρυθμού κρατήρας παρουσιάζεται εκτός του Αρχαιολογικού Μουσείου της Φλωρεντίας στο οποίο ανήκει. Πρόκειται για έργο του αγγειοπλάστη Εργότιμου, το οποίο διακόσμησε ο ζωγράφος Κλειτίας και χρονολογείται περί το 570-565 π.Χ. Είναι στολισμένο με περισσότερες από 200 ανθρώπινες μορφές, πολλές από τις οποίες διαθέτουν διαγνωστικές επιγραφές και συμμετέχουν σε αναπαραστάσεις διαφόρων μυθολογικών θεμάτων. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες που παρέχει αυτό το αγγείο για τη μυθολογία αλλά και για τον κώδικα της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής είναι μοναδικές και σε όγκο εφάμιλλες όλων εκείνων που συγκεντρώνονται από το σύνολο της υπόλοιπης διασωθείσας αρχαίας κεραμικής.
Info:
«ΘΕΪΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ. Ο Cy Twombly και η ελληνική αρχαιότητα»
Moυσείο Κυκλαδικής Τέχνης
Νεοφύτου Δούκα 4, Αθήνα
25/5 - 3/9