Έχουν περάσει κιόλας τρεις βδομάδες από τότε που ξέσπασε το κακό κι ακόμα δεν έχει δοθεί λύση.
Εν τω μεταξύ, το γλυπτό ήταν ήδη τότε στο τελικό στάδιο της κατασκευής του. Άρα σήμερα θα είναι έτοιμο και θα περιμένει. Τι θα απογίνει; Οι στιγμές είναι κρίσιμες.
Βέβαια, η ηρωική ανοιχτή επιστολή που υπέγραψαν καλλιτέχνες, διευθυντές μουσείων, πρώην υπουργοί, θεωρητικοί της τέχνης, αρχιτέκτονες κ.ά., την οποία δημοσίευσε η κατά παράδοση μαχητική εφημερίδα «Liberation», δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία.
Αντιθέτως, ήταν το κόρωμα ενός θυμού που εκδηλώθηκε πρώτη φορά από τη συχνότητα του έγκριτου ραδιοφωνικού σταθμού «France Inter» και τη δημοσιογράφο Isabel Pasquier τον Νοέμβριο του 2016, όταν η δημαρχία του Παρισιού, κατόπιν προσφοράς της Αμερικανικής Πρεσβείας, δέχτηκε να τοποθετήσει, σε πολύ κεντρικό τουριστικό σημείο, ένα γλυπτό του Jeff Koons με τον τίτλο «Bouquet of Tulips» («μπουκέτο με τουλίπες» σε εξωφρενικά ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά).
Ένα έργο που «δημιουργήθηκε για να θεωρηθεί μνημείο» προς τιμήν των θυμάτων των τρομοκρατικών επιθέσεων στο Παρίσι το 2015.
Το γλυπτό έχει τη μορφή ενός γυναικείου χεριού που κρατά σφιχτά ένα μπουκέτο από τουλίπες. Θα έπρεπε να παραπέμπει διαμιάς στο χέρι του Αγάλματος της Ελευθερίας.
Κι εκεί αρχίζει το κάπως πιο «μελάτο» στοιχείο της ιστορίας: επειδή η Γαλλία πρόσφερε το Άγαλμα της Ελευθερίας στην Αμερική ως δώρο που τιμά τη γαλλοαμερικανική φιλία και την ανεξαρτησία των ΗΠΑ, το αμερικανικό Κογκρέσο αποφάσισε να τοποθετηθεί στη γνωστή νησίδα, ώστε να είναι ορατό σε όποιον μπαίνει ή βγαίνει από το λιμάνι της Νέας Υόρκης.
Aντίθετα με τα υπόλοιπα έργα του, το «Μπουκέτο με τις τουλίπες» δεν περιλαμβάνει κανένα ίχνος αυτοϋπονόμευσης. Κι έτσι μένει να στέκεται ως σκέτη «γλυκαναλατία». Ένα μελάτο μελό από ένα αναγνωρίσιμο brand που συνιστά πλέον ο Jeff Koons. Jeff, παρντόν, αλλά οι Παριζιάνοι, χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή τους, μας ανοίγουν τα μάτια. Το έργο σου αυτό δεν είναι εσύ.
Κατ' αναλογία, λοιπόν, το γλυπτό του Jeff Koons που προσφέρουν τώρα οι ΗΠΑ στη Γαλλία «θα όφειλε» να τοποθετηθεί όσο πιο κεντρικά γίνεται.
Ως εκ τούτου, το ισχύον πλάνο είναι να τοποθετηθεί στον προαύλιο χώρο, τύπου πλατείας, που διαχωρίζει το Palais de Tokyo από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Πόλης των Παρισίων.
Η ηρωική ανοιχτή επιστολή των αγανακτισμένων με το έργο το καταδικάζει ως ακατάλληλο, ανάρμοστο και άκοσμο για το σημείο αυτό, του οποίου η επιλογή φαντάζει εντελώς καιροσκοπική και κυνική (μια και δεν έχει σχέση με τον τόπο των τρομοκρατικών επιθέσεων).
Επιπλέον, η επιστολή εκφράζει λύπη για το ότι δεν υπήρξε διαγωνισμός ιδεών ώστε να αναδειχτεί ένα έργο που θα είχε τον χαρακτήρα «ενός καθωσπρέπει μνημείου».
Κατηγορίες υπήρξαν και για το ότι ο Koons προσφέρει δωρεάν μόνο την ιδέα του.
Το κόστος κατασκευής του γλυπτού το επωμίζονται πάμπλουτοι ιδιώτες μαικήνες, οι οποίοι έχουν συγκεντρώσει μεν το εξωφρενικό ποσό των 3,5 εκατομμυρίων ευρώ που απαιτούνται, αλλά θα λάβουν φοροαπαλλαγή για το 66% της αξίας της συνεισφοράς τους, που σημαίνει ζημία για το γαλλικό Δημόσιο.
Σε αυτήν θα πρέπει να προστεθούν περαιτέρω οικονομικές αβαρίες λόγω της διακοπής λειτουργίας των εκθεσιακών χώρων όσο θα διαρκέσουν οι απαραίτητες εργασίες, καθώς και το κόστος των εργασιών ενίσχυσης της στατικότητας των υπόγειων εκθεσιακών χώρων του Palais de Tokyo, πάνω από τους οποίους θα βρίσκεται το γλυπτό.
Και πράγματι αυτά είναι απαραίτητα, γιατί το γλυπτό υποφέρει από γιγαντισμό (12 μέτρα ύψος, 8 μέτρα διάμετρος και περίπου 35 τόνοι βάρος, μια και είναι φτιαγμένο από μπρούτζο, ανοξείδωτο χάλυβα και αλουμίνιο).
Εξάλλου, λόγω μεγέθους, θα διαταράζει το τοπίο της πλατείας και θα κλείνει τον ορίζοντά της προς τον Πύργο του Άιφελ.
Ο πρώην υπουργός πολιτισμού Jean-Jacques Aillagon δήλωσε ότι το «Μπουκέτο με τουλίπες» αντίκειται στο πνεύμα της αρχιτεκτονικής του Palais de Tokyo και του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης.
Είναι ωστόσο αυτός που υπήρξε παλαιότερα διευθυντής του μουσείου που αποτελεί το ανάκτορο των Βερσαλλιών και ο οποίος ενέκρινε το 2008 την εκεί μεγάλη έκθεση του Jeff Koons, που είχε εγείρει πολλές αντιδράσεις.
Η άποψη που κυριαρχούσε τότε ήταν πως εκείνη η έκθεση δεν ήταν μια απλή κιτσαρία αλλά κάτι χειρότερο, «που πρόσβαλλε φρικτά τη μνήμη της Μαρίας Αντουανέτας».
Παρά τις αντιδράσεις, ο κ. Aillagon αναρωτιόταν: «Ο κόσμος, χωρίς να έχει δει την έκθεση, θεωρεί ότι είναι ιεροσυλία. Γιατί όμως; Το παλιό πρέπει να συγκατοικεί μόνο με το παλιό και το καινούργιο με το καινούργιο; Δεν θα μπορούσαν τα δυο να συνυπάρχουν;».
Κι επειδή κανείς δεν του αποκρινόταν, απαντούσε μόνος του: «Η τέχνη υπάρχει για να θέτει ερωτήματα. Η τέχνη είναι περιπέτεια, συναντήσεις, αναμείξεις, διαρκής πρόκληση κόντρα στις βεβαιότητες. Πιστεύω ότι ο Koons είναι ένας μεγάλος καλλιτέχνης και ότι αυτό θα αναγνωριστεί με τα χρόνια».
Τι όμορφα που ήταν να είσαι πρόεδρος Βερσαλλιών την εποχή εκείνη! Τώρα, όμως, όλες αυτές οι πεποιθήσεις του έχουν ξεθωριάσει κι ας είναι ο κ. Aillagon σύμβουλος του δισεκατομμυριούχου συλλέκτη σύγχρονης τέχνης François Pinault, ο οποίος έχει αγοράσει πολλά έργα του Koons.
Από πολλές απόψεις, η περιπέτεια που περνά τώρα το Παρίσι με το γλυπτό του Koons έχει αναλογίες με την περιπέτεια που πέρασε το Φάληρο με το γλυπτό «Phylax».
Ας ξεκαθαριστεί ωστόσο ότι ο απαράμιλλος έμπρακτος σουρεαλισμός στο Φάληρο εξακολουθεί να παραμένει μοναδικός.
Το στοιχείο που κάνει τις δύο περιπτώσεις να συγγενεύουν είναι η «δαιμονοποίηση». Η διαφορά είναι ότι στο Φάληρο δαιμονοποιήθηκε το γλυπτό, ενώ στο Παρίσι δαιμονοποιείται ο Jeff Koons.
Αυτό ξεκίνησε από την πρώτη στιγμή, με την Isabel Pasquier να προειδοποιεί από τη ραδιοφωνική εκπομπή της ότι ο Koons δεν είναι παρά ένας μπίζνεσμαν και το μόνο που επιθυμεί πραγματικά είναι να κάνει δικό του το Παρίσι.
Ξεκινώντας από αυτήν τη μαγιά σκέψης, οι παρανοϊκές αντιδράσεις και δηλώσεις εξαπλώθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν.
«Ο Jeff Koons θέλει να επιβάλει το γλυπτό του στον συγκεκριμένο χώρο κι έτσι να έχει την καλύτερη "βιτρίνα" που θα στηρίζει την αξία των έργων του και θα αυξάνει εκείνη των κατοπινών δημιουργιών του. Κι όλα αυτά εις βάρος μιας λεωφόρου κι ενός σημείου της με αυθεντικό κύρος».
«Το δώρο του είναι ένα δώρο που ταπεινώνει – που υποτιμά».
«Ο Koons, με το χρήμα και τα κολπάκια του, υποκρίνεται ότι μπορεί να λυγίσει υπό το βάρος όλων αυτών των τόνων που ζυγίζουν οι τουλίπες του την τέχνη, τον λαό και την πρωτεύουσα μιας χώρας. Το να τον εμποδίσουμε να τοποθετήσει αυτό το γλυπτό είναι μια αναγκαιότητα όχι μόνο καλλιτεχνική, οικονομική, ηθική και πολιτική αλλά και του να αρνείται κάποιος να τον υποτιμούν».
Ο χειρότερος αφορισμός του υπήρξε γραπτός, μέσω της ανοιχτής επιστολής στη «Liberation»:
«Καλλιτεχνικά, ο Jeff Koons υπήρξε ένας λαμπρός και καινοτόμος δημιουργός κατά τη δεκαετία του 1980. Στη συνέχεια, όμως, έγινε το έμβλημα της βιομηχανοποιημένης τέχνης που είναι εφετζίδικη και πρόσφορη για χρηματιστηριακό τζόγο.
»Το ατελιέ-εργοστάσιο που διαθέτει και οι έμποροι των έργων του εξυπηρετούν σήμερα τις πολυεθνικές των ειδών υπερπολυτελείας. Το να τους προσφέρουμε ένα σημείο της πόλης τόσο προβεβλημένο και αναγνωρίσιμο όσο αυτό που ζητούν θα κατέληγε διαφήμιση ή τοποθέτηση προϊόντος.
»Κάτι που θα φάνταζε εντελώς εκτός τόπου και χρόνου σε αυτό το τόσο τουριστικό σημείο, μεταξύ δύο πολιτιστικών ιδρυμάτων μείζονος σημασίας, αφοσιωμένων στην προβολή κυρίως ανερχόμενων καλλιτεχνών και καλλιτεχνών της γαλλικής εικαστικής σκηνής».
Γι' αυτό λέγεται Πόλη του Φωτός το Παρίσι! Επειδή κάθε δαίμονας είναι υπαρκτός και έχει ονοματεπώνυμο.
Όπως ακριβώς συνέβη στο Φάληρο, έτσι και σ' αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει καμία κριτική αναφορά στο ίδιο το έργο. Μόνον επιθέσεις στον εκάστοτε «στρατιώτη του σατανά».
Και η αλήθεια είναι πως αν το έργο του Koons άρεσε, δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Το ερώτημα λοιπόν είναι: γιατί δεν αρέσει;
Μια απάντηση θα ήταν ότι, αντίθετα με τα υπόλοιπα έργα του, το «Μπουκέτο με τις τουλίπες» δεν περιλαμβάνει κανένα ίχνος αυτοϋπονόμευσης. Κι έτσι μένει να στέκεται ως σκέτη «γλυκαναλατία». Ένα μελάτο μελό από ένα αναγνωρίσιμο brand που συνιστά πλέον ο Jeff Koons.
Jeff, παρντόν, αλλά οι Παριζιάνοι, χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή τους, μας ανοίγουν τα μάτια. Το έργο σου αυτό δεν είναι εσύ.
Η λύση του προβλήματος θα ήταν ενδεχομένως να του προσθέσει κάποιος ένα αυτοϋπονομευτικό στοιχείο.
Κι αυτό θα μπορούσε να είναι το εξής απλό: να τοποθετηθεί μεν στη θέση για την οποία προορίζεται, αλλά ανάποδα, μπηγμένο στο δάπεδο της πλατείας.
Δεν θα είναι ορατό στην επιφάνεια του εδάφους. Να βλέπει ο θεατής τις τουλίπες ανάποδα, αφού επισκεφτεί τους υπόγειους εκθεσιακούς χώρους του Palais de Tokyo, που σημαίνει ότι θα έχει αγοράσει εισιτήριο κι έτσι θα έχουν όφελος η πόλη και το μουσείο.
Δεν θα χρειαστεί να επιστραφούν χρήματα στους δωρητές ή να ψυχρανθούν οι Αμερικανοί με τους Γάλλους. Δεν θα χρειαστούν κονδύλια για ενίσχυση της στατικότητας, αφού το γλυπτό, τέτοια γκουμούτσα που είναι, θα στηρίζει το σύμπαν γύρω του.
Και, τέλος, θα δοξαστεί ξανά ο Jeff Koons!