Με αφορμή το διαβόητο σκάνδαλο Γουάινσταϊν, τα τελευταία 24ωρα έχει προκληθεί ένα ντόμινο αποκαλύψεων και εξομολογήσεων από πολλές γυναίκες του χώρου της showbiz και των τεχνών που έχουν υπάρξει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και παρενόχλησης στο παρελθόν. Μερικά από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας είναι αυτό της Björk που φωτογραφίζει τον Δανό σκηνοθέτη Λαρς φον Τρίερ ως τον ένοχο στη δική της δραματική ιστορία, η εμπειρία της ηθοποιού Blake Lively που αποκάλυψε πως ένας make-up artist τη βιντεοσκοπούσε ενώ κοιμόταν, ενώ τέλος η Kaya Jones, πρώην μέλος των Pussycat Dolls, ισχυρίζεται πως δεν συμμετείχε σε ένα γυναικείο γκρουπ αλλά σε κύκλωμα πορνείας. Το πιο δυσάρεστο είναι όμως πως καμία από τις παραπάνω ειδήσεις δεν σοκάρει πραγματικά κανέναν.
Δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη, φυσικά, η μουσική βιομηχανία, ένας χώρος που διαχρονικά αποτελεί σκηνή παρόμοιων συμβάντων και πολύτιμη πλατφόρμα για να μεταφερθεί αυτός ο τόσο σημαντικός διάλογος σε μαζικότερο κοινό. Μπαίνοντας κανείς τις τελευταίες μέρες σε γνωστούς μουσικούς ιστότοπους (Pitchfork, Spin, Stereogum), θα πέσει πάνω σε αρκετά αντίστοιχα περιστατικά, στα οποία πρωταγωνιστούν μουσικοί που προέρχονται κυρίως από εναλλακτικούς και, θεωρητικά, πιο προοδευτικούς κύκλους. Δεν συνέβησαν πρόσφατα, αλλά λόγω της ευνοϊκής συγκυρίας τα θύματα βρήκαν τώρα το κουράγιο και το πάτημα για να μιλήσουν ανοιχτά και, κυρίως, να ακουστούν.
Είναι θλιβερό που χρειαζόμαστε ένα σκάνδαλο σαν αυτό του Γουάινσταϊν για να σκεφτούμε κριτικά κάτι που συμβαίνει συνεχώς τριγύρω μας.
Ο William Bensussen είναι ένας μουσικός παραγωγός και DJ, ο οποίος έχει ως βάση το Λος Άντζελες και ηχογραφεί sample-based άλμπουμ υπό το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Gaslamp Killer. Κατηγορήθηκε πριν από λίγες μέρες, μέσω μιας δημοσίευσης του θύματος στο Twitter, πως σε ένα πάρτι που πραγματοποιήθηκε στις 5 Ιουλίου του 2013, στην ταράτσα του ξενοδοχείου Standard στο κέντρο του Λος Άντζελες, νάρκωσε πρώτα και έπειτα βίασε δύο γυναίκες. Το θύμα αναφέρει στο post του πως καταπίεζε για τέσσερα χρόνια αυτήν τη φριχτή εμπειρία, αλλά τώρα νιώθει έτοιμη να βγει προς τα έξω και να μιλήσει, ώστε να αισθανθεί καλύτερα η ίδια αλλά και να προστατεύσει κι άλλες γυναίκες από παρόμοιες, μελλοντικές επιθέσεις. Ο Bensussen μπορεί να δηλώνει σοκαρισμένος, αλλά φυσικά ισχυρίζεται πως ό,τι συνέβη έγινε κοινή συναινέσει. Τις ώρες που ακολούθησαν αυτή την κατηγορία, η καλλιτεχνική του ομάδα και η δισκογραφική του διέκοψαν τη συνεργασία μαζί του.
Άλλο περιστατικό: τα μέλη των Real Estate, πρώην μπάντας του Αμερικανού κιθαρίστα Matt Mondanile, του οποίου μάλιστα το προσωπικό πρότζεκτ «Ducktails» παρακολουθήσαμε στην Αθήνα τον φετινό Μάιο, ανακοίνωσαν πως πέρσι τον απέλυσαν λόγω της απαράδεκτης συμπεριφοράς του απέναντι στις γυναίκες. Πολύ γρήγορα, τουλάχιστον επτά άτυχα θύματα αποκάλυψαν πως είχαν κακοποιηθεί από τον Mondanile, ακόμα και στον ύπνο τους. Την ίδια στιγμή που οι διοργανωτές φεστιβάλ στην Ασία και στην Αμερική τον διώχνουν από το line-up τους, ο ίδιος ισχυρίζεται πως είναι αθώος και δεν έχει κάνει ποτέ κακό σε καμία γυναίκα. Ακόμη ένα παράδειγμα των τελευταίων ημερών είναι αυτό του Καναδού Alex Cadlerπου τις 20 Οκτώβρη θα κυκλοφορούσε το νέο του άλμπουμ, αλλά μόλις υπέπεσαν στην αντίληψη της δισκογραφικής του ισχυρισμοί για σεξουαλική κακοποίηση, απολύθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη και, φυσικά, η προγραμματισμένη κυκλοφορία ανεστάλη.
Όλες οι παραπάνω περιπτώσεις μεταδόθηκαν από τα μέσα μόλις την τελευταία εβδομάδα. Μέσα στο 2017 είχαμε κι άλλα, ανάλογα κρούσματα: τα μέλη της πολωνικής metal μπάντας Decapitated δικάστηκαν ως ένοχοι για τον βιασμό μιας γυναίκας στο ιδιωτικό τους πούλμαν, ενώ τον Μάιο ο Ben Hopkins, τραγουδιστής της queer punk μπάντας PWR BTM, κατηγορήθηκε για σεξουαλική κακοποίηση πολλών γυναικών, με αποτέλεσμα η μουσική του να κατέβει από όλες τις υπηρεσίες streaming, με τη δισκογραφική και τον manager τους να κόβουν κάθε σχέση μαζί τους.
Τον χειμώνα του 2016 είχαν έρθει στην επιφάνεια παρόμοια περιστατικά. Αρχικά, είχαμε τη περίπτωση του Heathcliff Berru, ενός manager της PR εταιρείας Life Or Death, ο οποίος παρενοχλούσε συστηματικά και για πολλά χρόνια γυναίκες μουσικούς του ανεξάρτητου χώρου, ενώ λίγο αργότερα έπεσε η βόμβα της κατηγορίας της μουσικού Larkin Grimm για σεξουαλική επίθεση που δέχτηκε από τον Michael Gira των Swans. Στην πρώτη περίπτωση, η αρχική δήλωση της μουσικού Amber Coffman ενθάρρυνε πολλές συναδέλφους της να μιλήσουν δημόσια για τις δικές τους εμπειρίες με τον Berru, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να αποχωρήσει οικειοθελώς από την εταιρεία και να δεχτεί πυρά απ' όλο το εναλλακτικό μουσικό στερέωμα. Στη δεύτερη, όμως, παρόλο που ο Michael Gira ομολόγησε έμμεσα την ενοχή του, αποκαλώντας το ολίσθημά του «άβολο λάθος», η υπόθεση πέρασε στα ψιλά και δεν στιγμάτισε ουσιαστικά το καλλιτεχνικό του προφίλ. Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον όμως να παρατηρήσουμε το χρονικό της αποκάλυψης αυτών των γεγονότων.
Όσο αποκαλύπτονταν όλα τα παραπάνω, λοιπόν, βρισκόταν σε εξέλιξη η δικαστική διαμάχη της Kesha με τον παραγωγό της Dr.Luke, η οποία έχει αναδειχτεί σε μία από τις πιο ιστορικές δίκες σχετικά με θέματα σεξουαλικής βίας, διεξαγόμενη μάλιστα viral μέσα από το hashtag #FreeKesha. Δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση το ότι οι αποκαλύψεις διαδέχονται ασταμάτητα η μία την άλλη και παίρνουν τη μορφή χιονοστιβάδας, ενώ ένα μεγαλύτερο γεγονός παρόμοιας φύσεως βρίσκεται στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης. Αντιθέτως, είναι τόσο έντονη η καταπίεση που δέχονται τα θύματα από την «κουλτούρα του βιασμού» που επικρατεί αθόρυβα στην κοινωνία, που διστάζουν να προβούν σε αποκαλύψεις αν δεν υπάρχει το κατάλληλο κλίμα ώστε η κοινή γνώμη να ασχοληθεί πραγματικά με τους ισχυρισμούς τους. Σύμφωνα, μάλιστα, με την τελευταία έρευνα του RAINN, αμερικανικού οργανισμού πρόληψης και ενημέρωσης σχετικά με θέματα σεξουαλικών επιθέσεων, για κάθε 1.000 τέτοια περιστατικά, μόνο τα 344 αναφέρονται στις Αρχές, με τα θύματα να ισχυρίζονται πως ένας από τους κύριους λόγους που δεν προβαίνουν σε δημόσιες κατηγορίες είναι ο φόβος πως κανείς δεν θα τους δώσει σημασία.
Δεν είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα στον χώρο της μουσικής βιομηχανίας. Τα προαναφερθέντα περιστατικά αποτελούν απλώς τις εκδηλωμένες επιθέσεις, εκ των οποίων μόνο ένα μικρό μέρος έχει καταγραφεί. Πίσω από αυτές συντηρείται μια ολόκληρη «κουλτούρα βιασμού» από μουσικούς, δημοσιογράφους, κριτικούς και ακροατές, οι οποίοι με τα τραγούδια, τα σχόλια και τη συμπεριφορά τους όχι μόνο καλλιεργούν εχθρικό κλίμα απέναντι στις γυναίκες εκπροσώπους της μουσικής πραγματικότητας αλλά, ακόμα χειρότερα, προβάλλουν λανθασμένα πρότυπα και δικαιολογούν έμμεσα τις σεξουαλικές επιθέσεις. Ας πάρουμε για παράδειγμα το single του Chris Brown (ναι, του ίδιου Chris Brown που κάποτε σάπιζε τη Rihanna στο ξύλο) με τίτλο «Back to Sleep», το οποίο κυκλοφόρησε τον χειμώνα του 2016. Προσέξτε τους στίχους:
Just let me rock, fuck you back to sleep girl
Don't say a word no, girl, don't you talk
Just hold on tight to me, girl
Fuck you back to sleep, girl, and rock you back.
Σε αντίστοιχο πνεύμα κινείται το «What do you mean?», το χιτάκι του Justin Bieber πριν από δύο χρόνια, στο οποίο τραγουδάει:
What do you mean?
Ohh ohh ohh
When you nod your head yes
But you wanna say no
What do you mean.
Στο ίδιο κλίμα βρίσκονται και οι στίχοι του «Blurred Lines» του Robin Thicke. Συμπέρασμα; Όλα τα παραπάνω κομμάτια ερμηνεύουν την αρνητική στάση μιας γυναίκας απέναντι στη σεξουαλική πρόκληση ως παιχνίδι, το πιο δημοφιλές σκεπτικό που επικαλούνται οι θύτες για να υπερασπιστούν τις πράξεις τους. Σημειωτέον, όλα τα προαναφερθέντα τραγούδια είχαν φτάσει στο top20 του Billboard.
Robin Thicke - Blurred Lines ft. T.I., Pharrell
Δεν είναι όμως μόνο οι μουσικοί που «ταΐζουν» το κοινό λάθος πρότυπα, υπάρχουν και δημοσιογράφοι που ενισχύουν αυτή την επικίνδυνη συμπεριφορά. Ο Robert Christgau είναι ένας καταξιωμένος μουσικός κριτικός που έχει δουλέψει για πολλά χρόνια σε σημαντικά μέσα της Αμερικής. Το 2015, σε ένα άρθρο του για το cuepoint σχετικά με τον δίσκο «Nikki Nack» της Merrill Garbus και το πρότζεκτ της Tune-Yards αποφάσισε να εστιάσει στα παραπανίσια κιλά της μουσικού παρά στην ποιότητα του δίσκου της, με αποτέλεσμα η τελευταία να κινηθεί νομικά. Σε ένα άλλο, ακόμα πιο χαρακτηριστικό περιστατικό, ο τηλεοπτικός σταρ Piers Morgan αμφισβήτησε ανοιχτά τον ισχυρισμό της Lady Gaga για τον βιασμό της στα 19 και το ψυχολογικό τραύμα που της άφησε, διερωτώμενος γιατί άργησε τόσο πολύ να τον αποκαλύψει. Βέβαια, αυτό είναι το κλασικό επιχείρημα των ανθρώπων που βλέπουν κίνητρα στη συμπεριφορά καλλιτεχνών που έχουν ήδη κατακτήσει το mainstream και δεν έχουν κανέναν λόγο να το παίξουν θύμα για να κερδίσουν δημοσιότητα.
Στο τέλος, όμως, παρατηρώντας τη στάση του κοινού στο πλαίσιο της μουσικής σκηνής ως μικρογραφίας της κοινωνίας, μπορεί να βγάλει κανείς τα πιο σημαντικά συμπεράσματα. Τα μουσικά φεστιβάλ λειτουργούν ως ένας από τους κύριους τόπους εκδήλωσης σεξουαλικών επιθέσεων. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2014 από τον ερευνητή Keri Sampsel, το 25% βίαιων σεξουαλικών ενεργειών πραγματοποιείται σε μεγάλες συναθροίσεις (στην κορυφή της λίστας βρίσκονται τα μουσικά φεστιβάλ), ενώ το 60% των θυμάτων δεν είχε τις αισθήσεις του κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επίθεσης. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Φεστιβάλ Bravalla στη Σουηδία, του οποίου η διοργάνωση ακυρώθηκε για το 2018 λόγω του μεγάλου αριθμού κρουσμάτων που σημειώθηκαν φέτος. Στο Φεστιβάλ Coachella το 2015 έγινε viral μια φωτογραφία που έδειχνε έναν τύπο να φοράει μια μπλούζα που έγραφε «eat, sleep, rape, repeat», ενώ σε ένα πρόσφατο live της μπάντας Alvvays στο Βέλγιο ένας τύπος θεώρησε φυσιολογικό να ανέβει στη σκηνή για να φιλήσει στο στόμα την τραγουδίστρια Molly Rankin. Φαντάζομαι πως όλοι έχουμε να διηγηθούμε παρόμοιες εμπειρίες από φεστιβάλ, όπως αυτή που έζησα εγώ στην περσινή συναυλία της PJ Harvey, όπου ένας γλοιώδης τύπος δεν άφηνε σε ησυχία μια κοπέλα που απλώς χόρευε μόνη της, απειλώντας τη μάλιστα πως «δεν θα φύγει από το live αν δεν την πηδήξει». Αλλά τι καλύτερο να περιμένεις από μια κοινωνία που στο Facebook θα σχολίαζε για ένα τέτοιο γεγονός: «Αυτή ντύθηκε προκλητικά, λογικό να κάνει ο άνθρωπος τέτοιες σκέψεις».
Υπάρχει φυσικά και η άρνηση. Πολλοί αδυνατούν να πιστέψουν όλες αυτές τις κατηγορίες ενάντια στους αγαπημένους τους μουσικούς και τους δικαιολογούν, γιατί δεν θέλουν να σταματήσουν να απολαμβάνουν τη μουσική τους, διαχωρίζουν δηλαδή τον άνθρωπο από τον καλλιτέχνη. Αυτό, όμως, το θεωρώ αδύνατο, καθώς πώς γίνεται να μην έχει δηλητηριαστεί το ίδιο το έργο του καλλιτέχνη από τις απαράδεκτες ενέργειές του; Δεν μιλάμε για κλοπή αλλά για βιασμό. Άλλοι, βέβαια, το πάνε ακόμη πιο μακριά και αντί να ταχθούν υπέρ του θύματος ενστικτωδώς υπερασπίζονται τον θύτη, ενώ, αποδίδοντας πονηρές προθέσεις στον επιζώντα της σεξουαλικής επίθεσης, αντιστρέφουν τους ρόλους. Σύμφωνοι, υπάρχουν πολλοί χρήστες των social media που βιάζονται να κατηγορήσουν κάθε πιθανό ένοχο και να επωφεληθούν από την περίσταση, ορθώνοντας διαδικτυακά το κοινωνικό τους ανάστημα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να κατηγορούμε τα λάθος άτομα.
Τις ώρες που γράφεται αυτό το κείμενο το hashtag #metoo γίνεται viral, προσκαλώντας θύματα σεξουαλικών επιθέσεων να μιλήσουν ανοιχτά για τις εμπειρίες τους, έτσι ώστε να προστατεύσουν άτομα από μελλοντικά παρόμοια περιστατικά. Δεν πιστεύω πως θα καταφέρει να λύσει το πρόβλημα φτάνοντας στη ρίζα του, αλλά αποτελεί σίγουρα μια καλή αφορμή για να συνειδητοποιήσουν μερικοί άνθρωποι πως όλα αυτά συμβαίνουν στην πραγματικότητα και στιγματίζουν τις ζωές αθώων καθημερινών ανθρώπων που βρίσκονται ανάμεσά μας, όχι μόνο στο Χόλιγουντ και στο Rock 'n' Roll Hall Of Fame. Είναι θλιβερό που χρειαζόμαστε ένα σκάνδαλο σαν αυτό του Γουάινσταϊν για να σκεφτούμε κριτικά κάτι που συμβαίνει συνεχώς τριγύρω μας. Ακόμα κι έτσι, σημασία έχει πως το μήνυμα φτάνει επιτέλους ηχηρά σε περισσότερους αποδέκτες.
σχόλια