H πρώτη παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για το 2024 φέρνει επί σκηνής ένα από τα πιο μυστηριώδη έργα του 20ού αιώνα, που παίζεται σπάνια. Το θρυλικό έργο Η νεκρή πόλη, η μοναδική όπερα που συνέθεσε η κορυφαία μουσικοπαιδαγωγός και αρχιμουσικός Νάντια Μπουλανζέ, σε συνεργασία με τον μέντορά της Ραούλ Πυνιό, θα παρουσιαστεί σε πανελλήνια πρώτη –και μόλις στο τρίτο της ανέβασμα παγκοσμίως εδώ και πάνω από έναν αιώνα– στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ, στο ΚΠΙΣΝ, για πέντε παραστάσεις. Η παραγωγή πραγματοποιείται σε συμπαραγωγή με τον ιδιαίτερο αμερικανικό θίασο Catapult Opera.
Η τολμηρή όπερα Η νεκρή πόλη, βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του διαβόητου Ιταλού ποιητή Γκαμπριέλε Ντ’Αννούντσιο, ο οποίος υπογράφει και το λιμπρέτο της οπερατικής προσαρμογής, εξιστορεί την τραγική όσο και εξωφρενική ιστορία ενός παρακμιακού αιμομικτικού πάθους με σκηνικό την ανασκαφή των ερειπίων της αρχαίας πόλης των Μυκηνών. Το έργο, με την ιμπρεσιονιστική του μουσική γεμάτη αναφορές στον Ντεμπυσσύ, ήταν προγραμματισμένο να κάνει πρεμιέρα στην Οπερά Κομίκ του Παρισιού το 1914, αλλά ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και δεν ανέβηκε ποτέ.
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, η Catapult Opera ανέθεσε στους Αμερικανούς συνθέτες Τζόζεφ Στίλγουελ και Στέφαν Σουίκ, τη νέα ενορχήστρωση του έργου, βασισμένη σε σπαρτίτο που ανακαλύφθηκε πρόσφατα, υπό την επίβλεψη του Ντέιβιντ Κόντε, ενός από τους τελευταίους προστατευόμενους της Μπουλανζέ. Η νέα αυτή φιλόδοξη παραγωγή όπερας παρουσιάζεται σε μουσική διεύθυνση του ιδρυτή και καλλιτεχνικού διευθυντή της Catapult Opera, Νηλ Γκόρεν, και σκηνοθεσία της Ρόμπιν Γκουαρίνο.
Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα ποια ήταν η σχέση της Μπουλανζέ με τον Ραούλ Πυνιό. Έχω ακούσει ότι ήταν εραστές, το οποίο ίσως ισχύει, ίσως και όχι, αλλά ξέρω ότι ο Πυνιό ήταν ένας από τους μέντορές της. Οι μουσικολόγοι που έχουν μελετήσει τις παρτιτούρες είναι αδύνατο να ξεχωρίσουν ποιος έχει γράψει τι.
«Πάντα με ενδιέφερε να παρουσιάζω ποιοτικές δουλειές από μουσικές φωνές που δεν εκπροσωπούνται επαρκώς», λέει ο Νηλ Γκόρεν. «Όταν αυτό το έργο έπεσε στην αντίληψή μου το 2017, με ιντρίγκαρε, αλλά ήμουν επιφυλακτικός. Η Νάντια Μπουλανζέ δεν είχε σε μεγάλη υπόληψη το ταλέντο της ως συνθέτριας, αλλά μετά σκέφτηκα πόσο δύσκολο είναι για τον καθένα από εμάς να είναι δίκαιος κριτής του εαυτού του. Όταν έλαβα την παρτιτούρα, ενθουσιάστηκα από την ομορφιά του και τον πλούτο του. Εξεπλάγην και υποσχέθηκα να το ακούσω όπως του αξίζει.
Η πρεμιέρα του La Ville Morte (Νεκρή Πόλη) είχε προγραμματιστεί να γίνει το 1914, αλλά, λόγω της έναρξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ακυρώθηκε. Η Μπουλανζέ έστειλε τις παρτιτούρες με τα μέρη του μαέστρου και της ορχήστρας στο Παρίσι για να τα ασφαλίσει, αλλά στη συνέχεια χάθηκαν. Όταν τέλειωσε ο πόλεμος, η Μπουλανζέ επικεντρώθηκε στη διδασκαλία και δεν ενδιαφερόταν πια να δει την όπερά της στο θέατρο.
Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα ποια ήταν η σχέση της Μπουλανζέ με τον Ραούλ Πυνιό. Έχω ακούσει ότι ήταν εραστές, το οποίο ίσως ισχύει, ίσως και όχι, αλλά ξέρω ότι ο Πυνιό ήταν ένας από τους μέντορές της. Οι μουσικολόγοι που έχουν μελετήσει τις παρτιτούρες είναι αδύνατο να ξεχωρίσουν ποιος έχει γράψει τι.
Δεν μπορώ να μιλήσω για το σύνολο του έργου της Μπουλανζέ, αλλά η Νεκρή Πόλη είναι ασύγκριτα όμορφη και μέσα σε αυτήν συνθέτει όλα τα μουσικά στυλ που ακούγονταν στο Παρίσι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Θεωρώ τη Νεκρή Πόλη ως το παιδί του έρωτα της Μελισάνθης και του Πάρσιφαλ. Εκτός από τον Βάγκνερ, μπορείς να ακούσεις τη δυνατή επιρροή του δασκάλου της, του Γκαμπριέλ Φωρέ, καθώς επίσης και σκιές από Στράους, Πουτσίνι, Μπεργκ και άλλους. Νομίζω ότι δεν είναι διάσημη επειδή ήταν γυναίκα και παρέβλεψε το ταλέντο της ως συνθέτριας. Επιπλέον, το συνθετικό της έργο ήταν αρκετά περιορισμένο.
Είναι σίγουρα υποτιμημένη, νομίζω όμως ότι δεν έχει εκτιμηθεί επειδή δεν είναι γνωστή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρξε η πιο σημαντική επιρροή στη μουσική του 20ού αιώνα, καθώς δίδαξε πολλούς από τους συνθέτες, από τον Ααρών Κόουπλαντ μέχρι τον Φίλιπ Γκλας, τον Άστορ Πιατσόλα, τον Milton Babbitt και τον Κουίνσι Τζόοουνς. Η στυλιστική ποικιλομορφία των μαθητών της, ανυπολόγιστη. Ξεκάθαρα ενθάρρυνε τους συνθέτες να βρουν και να χτίσουν τη μοναδικότητά τους, ενώ τους παρείχε τα μουσικά εργαλεία για να την εκθέσουν».
Η Νάντια Μπουλανζέ (1887-1979) θεωρείται μία από τις σημαντικότερες γυναίκες στην ιστορία της μουσικής. Αν και σπούδασε σύνθεση στο Ωδείο του Παρισιού, τα έργα της παραμένουν ελάχιστα γνωστά και ουσιαστικά σταμάτησε να συνθέτει περίπου στα 35, μετά τον θάνατο της αδελφής της Λιλί, εξίσου ταλαντούχας συνθέτριας, καθώς και του μέντορά της Ραούλ Πυνιό. Τα συμβάντα αυτά, σε συνδυασμό με την απροκάλυπτα σεξιστική ατμόσφαιρα μιας εποχής που την αντιμετώπιζε υποτιμητικά ως «γυναίκα συνθέτρια», φαίνεται να κλόνισαν μοιραία την αυτοπεποίθησή της ως δημιουργού. Το ενδιαφέρον για το συνθετικό και όχι μόνο ερμηνευτικό και μουσικοπαιδαγωγικό έργο της έχει αναζωπυρωθεί ουσιαστικά τις τελευταίες δεκαετίες, με μια σειρά από πρωτοποριακές αναβιώσεις του ανά τον κόσμο.
Η Μπουλανζέ ευτύχησε να είναι η πρώτη γυναίκα που ανέβηκε στο πόντιουμ της Βασιλικής Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λονδίνου, της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης, της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης και της Συμφωνικής Ορχήστρας της Φιλαδέλφειας. Στην επίμονη ερώτηση αν επηρεάζει το φύλο τη διεύθυνση ορχήστρας, η απάντησή της ήταν πάντα το ίδιο κατηγορηματική: «Δεν νομίζω ότι το φύλο και η δουλειά του ή της αρχιμουσικού σχετίζονται με οποιονδήποτε τρόπο».
Η νέα παραγωγή της όπερας Η νεκρή πόλη έρχεται σε πανελλήνια πρώτη στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ, 110 χρόνια μετά τη δημιουργία της. Το λιτό και ταυτόχρονα εντυπωσιακό σκηνικό της παραγωγής υπογράφει η Αντρόμακι Σάλφαντ, τα κοστούμια η Κάντις Ντόνελλυ, ενώ τον σχεδιασμό φωτισμών και τις προβολές έχει αναλάβει η Τζέσσικα Ανν Ντρέυτον. Τους τέσσερις ήρωες του έργου ερμηνεύουν διακεκριμένοι ερμηνευτές: η υψίφωνος Μελίσσα Χάρβεϋ, η μεσόφωνος Λώρι Ρούμπιν, ο βαρύτονος Τζόσουα Ντέννις και ο τενόρος Τζορέλ Ουίλλιαμς.
Το ενδεκαμελές μουσικό σύνολο αποτελούν οι μουσικοί: Μαριλένα Δωρή (φλάουτο/πίκολο), Μαρία Σιφναίου (όμποε), Ηλίας Σκορδίλης (κλαρινέτο), Ιουλία Μπαμπέ (φαγκότο), Φίλιππος-Μάριος Σπαταλάς (κόρνο), Σπύρος Σουλαδάκης (πιάνο), Διονύσης Βερβιτσιώτης (βιολί Ι), Βανέσσα Αθανασίου (βιολί ΙΙ), Γιάννης Αθανασόπουλος (βιόλα), Φαμπιόλα Οχέδα (βιολοντσέλο) και Γιώργος Αρνής (κοντραμπάσο).
Μετά την πανελλήνια πρεμιέρα, η όπερα θα παρουσιαστεί στο NYU Skirball Center for the Performing Arts στη Νέα Υόρκη στις 19, 20 και 21 Απριλίου.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.