Πόσα χρόνια κλείνετε στη «νύχτα»;
Από το 1971. Τριάντα οχτώ χρόνια, όχι συνεχόμενα βέβαια. Υπήρχαν κάτι μεγάλα διαστήματα που έμεινα εκτός, γιατί δεν μου πήγαινε αυτό που συνέβαινε.
Από τις μπουάτ στο Χάραμα και τώρα στο Vox. Έχουν αλλάξει πολλά πράγματα;
Στην Πλάκα και στις μπουάτ ήμασταν πιο δυναμικοί. Ήταν ο Τσιτσάνης, οι ρεμπέτες, μια διαφορετική πρόταση διασκέδασης. Ήταν ο Νταλάρας με τα ρεμπέτικα, είχε έρθει η Χαρούλα Αλεξίου. Ήταν κινήσεις πρωτοπόρες για εκείνη την εποχή. Εκεί στο '80 φύγαμε σιγά σιγά από την Πλάκα, γιατί θεωρήσαμε ότι κάναμε όλοι ακριβώς τα ίδια πράγματα. Εγώ έκανα μια απουσία αρκετών χρόνων, επειδή κουράστηκα και έψαχνα και τι είναι το καλύτερο για μένα. Πώς έπρεπε να συνεχίσω. Επανήλθα με την πρόταση του Χαράματος το 1993. Και για βιοποριστικούς λόγους. Εδώ που τα λέμε, ό,τι χρήματα έχουμε, από τις ζωντανές εμφανίσεις τα βγάζουμε. Δεν έχει η Ελλάδα καμιά μεγάλη αγορά για να μας ζήσει από τη δισκογραφία. Από τότε έγιναν μια σειρά πράγματα που είχαν απόλυτα την υπογραφή μου. Δεν έκανα ποτέ τυπικά προγράμματα. Ήταν πάντα μια παράσταση με αρχή, μέση και τέλος. Με τους «περιορισμούς» που μπορούν να ορίσουν μια παράσταση. Υπάρχει η διάδραση κοινού καλλιτέχνη, αλλά δεν ορίζει το κοινό προς τα πού θα κατευθυνθεί το πράγμα. Μέσα από όλη αυτήν τη διαδρομή θέλω να σου πω πως όπου και να πήγαινα, σεβόμουν πάντα την αύρα του χώρου. Δεν έμπαινα σαν ταύρος εν υαλοπωλείω. Στο Ρεξ, για παράδειγμα, φωτίσαμε το έργο του Τσαρούχη στην οροφή και όλο το πρόγραμμα βασίστηκε πάνω σε αυτό.
Με την Ελένη Τσαλιγοπούλου είναι η πρώτη σας συνεργασία;
Με την Ελένη είχαμε «μιλήσει» πάλι στο Χάραμα. Οι δύο πρώτες χρονιές ήταν με την Ελένη, τον Αλκίνοο Ιωαννίδη και τον Γεράσιμο Ανδρεάτο.
Υπάρχει οικειότητα στη συνεργασία σας;
Αν ακούσει ο κόσμος μια συνεργασία που του ταιριάζει, πάει με περισσότερη ευκολία να τη δει. Είναι πιο φιλικός απέναντί της. Είναι πολύ σημαντικό να νιώθεις κάτι οικείο. Και ακόμα πιο σημαντικό, παρ' όλη την οικειότητα, να μπαίνεις μέσα και να νιώθεις πως υπάρχει κάτι καινούργιο. Πράγματα που δεν είναι τόσο γνωστά, αλλά είναι προτάσεις. Γι' αυτό, μέσα σε αυτό το σχήμα είναι οι Imam Baildi, ο Μανώλης Καραντίνης ως σολίστας και μια μπάντα έξι ατόμων που είναι πάρα πολύ καλοί μουσικοί, από τη νέα σκηνή, που διαβάζουν εντελώς διαφορετικά τα τραγούδια, δίνοντας έτσι ευκαιρίες να συμβούν νέα πράγματα. Αυτό που θα συμβεί φέτος θα είναι μουσικό. Δεν θα έχει καμία άλλη έκπληξη. Δεν παρουσιάζουμε κάποιο θέαμα, αλλά μια μουσική συνάντηση. Αυτό είναι σίγουρο πως μπορείς να το κάνεις με την Ελένη Τσαλιγοπούλου. Είναι μια τραγουδίστρια που ξέρει να ελίσσεται μουσικά και δεν είναι στατική. Aυτό που πρέπει να συμβαίνει πάντα στο Vox οφείλει να είναι μουσικό. Είναι φτιαγμένος ο χώρος γι' αυτό (κυκλική σκηνή στο κέντρο, που αν φύγουν τα καθίσματα μπορεί να χωρέσει και 1.500 άτομα). Τεχνικά, η δουλειά που έχουν κάνει ο Κώστας Βάμβακας και ο Γιάννης Κανέτας, τεχνικοί με άποψη και πάρα πολύ σοβαρά ονόματα για τον χώρο μας, είναι καταπληκτική. Είναι μεγάλο θέμα σε ένα τέτοιου είδους μαγαζί να υπάρχει τέλεια ακουστική σε όλα τα σημεία του.
Λείπουν οι μουσικές σκηνές από την πόλη;
Υπάρχουν πολλά μικρά κλαμπάκια και στέκια που παίζουν όλα αυτά τα νέα παιδιά. Είναι, όμως, πολύ στριμωγμένα και αρκετά μίζερα. Δεν καταλαβαίνω γιατί μια τόσο ενδιαφέρουσα σκηνή την ακολουθεί μια ψιλομιζέρια στα live της. Δεν εννοώ μιζέρια από την άποψη των χώρων, αλλά εξαιτίας αυτής της οικονομικής δυστοκίας που οδηγεί στον μη επαγγελματισμό. Εννοώ στο τεχνικό κομμάτι καθαρά. Γιατί να μην υπάρχουν σκηνές που να δεχτούν με επαγγελματικό τρόπο αυτό το καινούργιο; Νομίζω ότι το αξίζει.
Έχει στοιχεία από το τελευταίο σας άλμπουμ («Πίξελ») το πρόγραμμα στο Vox;
Ε, βέβαια. Με αφορμή το Πίξελ έγινε και το πρόγραμμα στο Vox. Ο ηλεκτρονικός ήχος περνάει σε όλα τα τραγούδια. Το ηχητικό αποτέλεσμα είναι πιο εναλλακτικό. Αυτή είναι η πρόθεσή μου, τουλάχιστον. Θέλω να ακούσει κάτι διαφορετικό ο κόσμος που ούτε θα τον διώξει, ούτε θα τον τρομάξει, αλλά θα τον κάνει σιγά σιγά ν' αρχίσει να το αφομοιώνει. Στα σαράντα χρόνια που κάνω αυτήν τη δουλειά είχα πάντα αυτό τον ρόλο: να είμαι το ενδιάμεσο ανάμεσα σε αυτό που θεωρείται καινούργιο και στο παλαιότερο. Να γίνομαι γέφυρα με τα νέα πράγματα που έρχονται.
Ο κόσμος πώς το έχει πάρει;
Πάρα πολύ θετικά. Συμμετέχει, αν και καμιά φορά του φαίνονται περίεργα αυτά που συμβαίνουν. Επειδή, όμως, δεν είναι ανυπέρβλητα για την παιδεία του, τα δέχεται, και όταν χαλαρώνει, μπαίνει μέσα στο κλίμα. Το έχει ανάγκη κιόλας να μην ακούει συνέχεια το ίδιο πράγμα.
Λαϊκό κομμάτι δηλαδή δεν υπάρχει;
Σαφώς και υπάρχει. Η Ελένη, ο Μανώλης και εγώ έχουμε ένα πάρα πολύ σοβαρό παρελθόν σε αυτό το είδος. Αλλά υπάρχει ένας διαφορετικός τρόπος που γίνεται. Οι παρεμβάσεις των Imam Baildi συμβάλλουν σε αυτό. Μπορείς να ακούσεις σε ένα χασαποσέρβικο να «περνάει» ένας Μanu Chao στο background. Και όταν κάνουμε γνωστά λαϊκά τραγούδια για να συμμετέχει και ο κόσμος -αναγκαστική και γοητευτική διάδραση- αυτό γίνεται με ακουστικό τρόπο και όχι με τα γνωστά ταρατατζούμ.
Συγκινείστε περισσότερο όταν δέχεται κάποιος τις νέες προτάσεις σας ή όταν βλέπετε πως κάποια τραγούδια έχουν αντέξει στον χρόνο;
Η συγκίνηση είναι αμιγώς μουσική. Κι ας είναι χίλια χρόνια το τραγούδι, αν είναι τέτοια η προσέγγιση, μου φαίνεται σαν καινούργιο. Κακά τα ψέματα, όμως, αν η πρώτη ύλη δεν είναι καλή, δεν μπορείς να το κάνεις να φαίνεται και κακό. Αντίθετα, είναι ανήθικο να ωραιοποιείς κάτι που δεν είναι ποιοτικό. Πάντα θα υπάρχει το καλό και το κακό σε όλες τις σκηνές, είτε είναι λαϊκές είτε mainstream είτε εναλλακτικές.
Τι καινούργιο να περιμένουμε από εσάς;
Εδώ και καιρό έχω στο μυαλό μου μια δουλειά που θέλω να κάνω με τον φίλο και παραγωγό μου Μάκη Μουράτογλου. Θέλω να μπούμε στο στούντιο και να βγούμε μετά από μήνες. Και ό,τι προκύψει. Δεν είχα και ποτέ κάποιο πρόβλημα με τους ήχους. Μπορεί να βάλω techno ρυθμό δίπλα σ' ένα ακουστικό ακορντεόν. Δεν θα κολλήσω πουθενά, μόνο στο τι μου γουστάρει ν' ακούσω. Αν ζούμε κάτι καλό σήμερα, είναι το ότι δεν έχουμε αναστολές στο τι θα διαλέξουμε να ακούσουμε. Κάνουμε αυτό που αγαπάμε.
σχόλια