— Πώς ξεκίνησε η συνεργασία σας με τον Λούκας Τβαρκόβσκι; Πώς ενταχθήκατε στο πρότζεκτ το οποίο δημιουργήθηκε την περίοδο της πρώτης καραντίνας του 2020 σε δάσος της Λιθουανίας, με τους ηθοποιούς να αυτοσχεδιάζουν;
Η προετοιμασία του Respublica έγινε σε διάφορες φάσεις. Κατά τη διάρκεια της πρώτης, που διήρκεσε δύο εβδομάδες, γίνονταν πρόβες ενός συγκεκριμένου πειράματος. Οι ηθοποιοί, και όποιος άλλος συμμετείχε στην παράσταση, ακολούθησε την ομάδα στο δάσος, ζούσε σε τροχόσπιτα. Κάθε μέρα είχαν στη διάθεσή τους ένα ποσό χρημάτων –ένα είδος βασικού εισοδήματος– ώστε να μη χρειάζεται να δουλεύουν και να αφοσιωθούν σε οτιδήποτε τους ενδιαφέρει. Σε αυτήν τη φάση του πρότζεκτ εγώ δεν συμμετείχα. Μου προτάθηκε να γράψω ένα κείμενο μετά. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο δάσος όλοι οι συμμετέχοντες οργάνωναν καθημερινά μικρά rave parties.
Επιπλέον, μαγνητοσκοπούσαν τον εαυτό τους σε διαφορετικές καταστάσεις, συχνά «εξομολογούμενοι» το πώς ένιωθαν, πώς έβλεπαν αυτή την κοινοβιακή εμπειρία με τους υπόλοιπους και τη μουσική. Η δική μου δουλειά ήταν να εφεύρω μια πραγματικότητα μέσα στην οποία θα μπορούσε να λειτουργήσει μια τέτοια ομάδα. Ο στόχος ήταν οι δραστηριότητες αυτής της ομάδας που αποτελούνταν από ανθρώπους που είναι αφοσιωμένοι στη μουσική και τη βιώνουν ως μια συλλογική εμπειρία να συμβαίνει σε ένα μετα-αποκαλυπτικό σύμπαν όπου ακόμα και ο καπιταλισμός καταρρέει κάνοντας πάταγο, εφόσον τα θεμέλιά του έχουν διαβρωθεί σε μεγάλο βαθμό.
— Ως θεατρική συγγραφέας, είστε ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη σε σχέση με τα θέματα που αφορούν το μέλλον και την οικολογία;
Θέματα που έχουν να κάνουν με οικολογία και κλιματική αλλαγή είναι σημαντικά για μένα, αυτό είναι αλήθεια.
«Στην Πολωνία και τη Λιθουανία για εκατοντάδες χρόνια οι χωρικοί αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο της αριστοκρατίας, η οποία τους εκμεταλλευόταν και τους φερόταν πολύ άσχημα. Ένας από αυτούς, ο Brzostοwski, αποφάσισε να αντιμετωπίσει τους χωρικούς στη δική του επικράτεια με έναν πιο μοντέρνο τρόπο».
— Κατά τη διάρκεια του Respublika βιντεοσκοπήθηκαν περί τις 40-50 ώρες μονολογικών εξομολογήσεων και άλλων σκηνών. Ποια ήταν η συμβολή σας σε αυτό το έτοιμο υλικό;
Δημιούργησα τον σύμπαν μέσα στο οποίο οι άνθρωποι-ηθοποιοί που συμμετείχαν σε αυτό το το κατά κάποιον τρόπο κοινωνικo-οικονομικό πείραμα θα μπορούσαν να υπάρχουν και να ταξιδεύουν μέσα σε ένα πρότζεκτ rave μουσικής. Mε άλλα λόγια, δημιούργησα πλασματικές συνθήκες υπό τις οποίες αυτή η ομάδα, η αφοσιωμένη στη μουσική, θα μπορούσε να μοιραστεί τις ιδέες της με άλλους ανθρώπους. Φυσικά, δεν υπήρχε ανάγκη να επινοήσω χαρακτήρες από την αρχή· παρακολούθησα μαγνητοταινίες από την πρώτη φάση προβών της παραγωγής και θέλησα να πλάσω χαρακτήρες που θα ήταν κατά το δυνατό πλησιέστεροι στους/στις πραγματικούς/-ές ηθοποιούς.
Αυτό που είχε σημασία για μένα ήταν να βρω μια ισορροπία μεταξύ του φανταστικού και «ντοκιμαντεροποίησης». Όσο πιο κοντά ερχόμουν στην αυθεντική προσωπικότητα των ηθοποιών, γράφοντας το κείμενο, τόσο καλύτερα επιτυγχανόταν αυτή η ισορροπία. Συμπεριφέρονταν με τον δικό τους, φυσικό τρόπο, τόσο στην εκφορά του λόγου τους όσο και στη σκέψη τους. Παρατηρώντας τους καταλάβαινα την προσωπικότητά τους, κι έχοντας στη διάθεση μου όλα αυτά τα δεδομένα έπρεπε βρω για ποιον λόγο ταξίδευαν την παράσταση ανά τον κόσμο και έπαιζαν τη μουσική τους, γιατί αυτό ήταν σημαντικό, γιατί πειραματίζονταν προσκαλώντας κι άλλους να συμμετέχουν.
— Σε μια του συνέντευξη του ο Τβαρκόβσκι αναφέρεται στο Homo Deus του Yuval Νoah Harari, ένα ιδιαίτερα απαισιόδοξο βιβλίο. Σας επηρέασε κι εσάς όσο γράφατε το κείμενο;
Διαθέταμε μια μεγάλη βιβλιοθήκη που αφορούσε το πρότζεκτ και είχε πολλούς τίτλους, εκτός του Harari, κυρίως πολλά επιστημονικά βιβλία, αναγνώσματα κάθε είδους περί μουσικής ή βιβλία για την καταστροφή της ανθρωπότητας. Το βιβλίο του Harari δεν ήταν η βασική πηγή έμπνευση, αλλά χρησιμοποίησα μία από τις καταστάσεις που περιγράφει για να γράψω μια σκηνή. Πρόκειται για την εμπειρία μιας δημοσιογράφου η οποία συμμετείχε σε προσομοίωση εχθροπραξιών σε μια στρατιωτική βάση.
Παράλληλα, ο εγκέφαλός της υπέστη ηλεκτρική διέγερση με τέτοιον τρόπο που η αβεβαιότητα και ο φόβος της εξαφανίστηκαν. Από τη στιγμή που αυτά τα συναισθήματα «απενεργοποιήθηκαν», η σκέψη της έγινε απόλυτα ακριβής και προσηλώθηκε στον στόχο της. Κι ενώ δεν είχε ασχοληθεί ποτέ ξανά με κάτι ανάλογο, κατάφερε να «εξολοθρεύσει» όλους τους εχθρικούς στόχους.
— Πιστεύετε πως το θέατρο αυτό, ως φόρμα, κάνοντας χρήση τόσων ηλεκτρονικών μέσων, αποτελεί εξέλιξη του μοντέρνου θεάτρου;
Δεν θα το αποκαλούσα εξέλιξη του μοντέρνου θεάτρου. Ο τρόπος που δουλεύει ο Λούκας δείχνει πώς το θέατρο μπορεί να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία, αν και θα έλεγα ότι αυτό συμβαίνει περισσότερο σε κινηματογραφικές παραγωγές. Περισσότερο προσπαθεί να εντάξει στην τεχνολογία τη σύγχρονη σκέψη και επίσης να κάνει το θέατρο να μοιάζει πιο πολύ με κινηματογράφο. Το αναγνωρίζω και το εκτιμώ, αλλά δεν θα το χαρακτήριζα ως εξέλιξη, μάλλον μια κατεύθυνση του μοντέρνου θεάτρου. Πρόκειται για ένα πολύ προσωπικό είδος θεατρικής δημιουργίας, οπωσδήποτε ιδιαίτερα ενδιαφέρον.
— Ωστόσο η δική σας παράσταση μοιάζει περισσότερο με ένα γιγαντιαίο συναυλιακό μουσικό θέαμα στο οποίο έχει ενταχθεί και το θέατρο.
Δεν ξέρω, ίσως. Για μένα, παραμένει θέατρο, παράσταση. Ένα γιγαντιαίο μουσικό θέαμα είναι κι αυτό ένας είδος παράστασης. Δεν νιώθω την ανάγκη να το κατηγοριοποιήσω ως θεατρική παράσταση, συναυλιακό θέαμα, ή οτιδήποτε άλλο.
— Έχω διαβάσει ότι η αρχική έμπνευση για το Respublika προήλθε από μια κολεκτίβα του 18ου αιώνα, αλλά εν τέλει επρόκειτο για κατασκευασμένη ιστορία. Ισχύει;
Στην Πολωνία και τη Λιθουανία για εκατοντάδες χρόνια οι χωρικοί αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο της αριστοκρατίας, η οποία τους εκμεταλλευόταν και τους φερόταν πολύ άσχημα. Ένας από αυτούς, ο Brzostοwski, αποφάσισε να αντιμετωπίσει τους χωρικούς στη δική του επικράτεια με έναν πιο μοντέρνο τρόπο. Αντί να τους υποχρεώνει να δουλεύουν μέχρι τελικής πτώσης, τους νοίκιαζε τη γη του. Οι συγκεκριμένοι χωρικοί διέθεταν επίσης τη δική τους αστυνομία, έναν μικρό στρατό, και αυτοδιοίκηση.
Δηλαδή ο Brzostοwski έδωσε στους χωρικούς τη δυνατότητα να αυτο-οργανωθούν, και σ’ εμένα ελευθερία κινήσεων. Η ιστορία αυτή είναι αληθινή, αλλά παρουσιάζεται με μια υπερβολή. Ο Brzostοwski παρουσιάζεται ως οραματιστής, ενώ στην πραγματικότητα, σύμφωνα με δική μου ερμηνεία, το σύστημα δουλοπαροικίας ήταν ούτως ή άλλως οικονομικά δυσλειτουργικό, κάτι που ο ίδιος το γνώριζε, γι’ αυτό και προχώρησε σε αυτές τις αλλαγές. Γνώριζε ότι, αντιμετωπίζοντας τους χωρικούς του πιο ανθρώπινα, θα είχε μεγαλύτερο κέρδος.
— Οπότε δεν θεωρείτε ως σοβαρή αντιμετώπιση την πρωτοβουλία του; Δεν ήταν μια ουτοπία μιας πρώιμης εποχής;
Ήταν ένας από τους ελάχιστους εκείνη την εποχή που προσπάθησε να ανανεώσει το κράτος, την οικονομία και τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στη μικρή κοινότητα όπου ζούσε. Έφτασε να χαρακτηρίζεται ένας καλός ποιμένας που δημιούργησε έναν παράδεισο επί της γης για τους αγρότες. Αλλά, άλλο ο θρύλος κι άλλο τα πραγματικά κίνητρα, είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Θα προτιμούσα να μην αναφέρομαι σε αυτά με όρους σοβαρότητας. Προσωπικά, δεν θεωρώ ότι δημιούργησε έναν παράδεισο αλλά βελτίωσε το βιοτικό τους επίπεδο και τις συνθήκες εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, δεν επρόκειτο για ουτοπία. Ούτε ο δικός μας στόχος ήταν να δημιουργήσουμε μια ουτοπία.
— Εν τέλει η παράστασή σας βασίστηκε σε αυτό;
Όχι, ήταν απλώς ένα από τα στοιχεία έμπνευσης, δεν βασιστήκαμε σε αυτό.
— Τι σκέφτεστε για το μέλλον; Είστε περισσότερο αισιόδοξη ή απαισιόδοξη;
Η προσωπική μου στάση είναι απαισιόδοξη. Έκανα μικρές αναθεωρήσεις μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, αλλά δεν έχω κάνει καμία άλλη έκτοτε.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.