Το αίτημα αυτών που γνωρίζουν την πορεία του είναι παλιό. Να δουν, ή μάλλον να ακούσουν, ζωντανά τον 72χρονο Νταβίντ Γκερινγκάς, έναν από τους σύγχρονους μύθους του τσέλο. Είναι φυσικό λοιπόν, το νέο της σύμπραξής του με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, να βρίσκει αυτές και αυτούς που μέχρι σήμερα απολάμβαναν τις μεγάλες εκφραστικές του κινήσεις δια ηχογραφήσεων, σαν έτοιμους από καιρό για την τρισδιάστατη εμπειρία.

 

Στις 5 Οκτωβρίου, ο πολυβραβευμένος μουσικός και μαέστρος που έχει δώσει εκατοντάδες master-class, έρχεται να συμπράξει με την αρχαιότερη συμφωνική ορχήστρα της χώρας, στην εναρκτήρια συμφωνική συναυλία με την οποία ανοίγει ο κύκλος «Ο Σκαλκώτας και οι σύγχρονοί του».

 

Ο σχετικός ντόρος και το ενδιαφέρον των οπαδών του τετράχορδου με τον πλούσιο ήχο, συνδέεται τόσο με την πρωτιά της εμφάνισης, όσο και με το ερμηνευτικό πάθος του παγκοσμίου φήμης Λιθουανού Γκερινγκάς, μέλους της κρεμ ντε λα κρεμ των μουσικών, ο οποίος θα αναμετρηθεί για μια ακόμα φορά με το «Κοντσέρτο για Βιολοντσέλο και ορχήστρα σε σι ελάσσονα, έργο 104» του Αντονίν Ντβόρζακ υπό την διεύθυνση του Στέφανου Τσιαλή. Μέχρι τότε, ας ανατρέξουμε στις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής του:

 

Νταβίντ Γκερινγκάς: Ένας σύγχρονος μύθος του τσέλο, έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα

 

1963: Σε ηλικία 17 ετών ο Νταβίντ Γκερινγκάς φοιτά στο Κονσερβατόριο της Μόσχας με καθηγητή τον σπουδαίο Ρωσογερμανό τσελίστα Μστισλάβ Ροστροπόβιτς. Η τύχη ευνόησε τον νεαρό Γκερινγκάς καθώς ένας μαθητής του Ροστροπόβιτς τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να υπάρξει κενή θέση στο τμήμα του. Αυτή η σύμπτωση σφράγισε την καριέρα του. Η τάξη του μεγάλου μαέστρου υπήρξε πραγματικά ένα φυτώριο ιδεών και ταλέντων καθώς, όπως έχει περιγράψει ο Γκερινγκάς, συμμετείχαν εξαιρετικοί μουσικοί και το κλίμα που δημιουργούνταν ήταν έμπνευση για κάθε μαθητή.

 

Ο Ροστροπόβιτς έφερνε συχνά κομμάτια για πρόβα, τα οποία δεν είχαν καν κυκλοφορήσει (όπως «το Δεύτερο Κοντσέρτο για Τσέλο» του Σοστακόβιτς) ενώ επεδίωκε να υπάρχει σχεδόν «οικογενειακό» κλίμα στην τάξη του ώστε να αποσυμπιέζονται οι μαθητές και να αποφεύγονται οι διαγκωνισμοί, πρακτική την οποία ακολουθεί έως και σήμερα ο ίδιος ο Γκερινγκάς.


1970: Πραγματοποιεί το ντεμπούτο του στο Great Hall του Κονσερβατόριου της Μόσχας, από κοινού, με την μέλλουσα σύζυγό του και πιανίστα Tatjana Schatz. Ακολουθούν πολλές συναυλίες σε ολόκληρη την τότε Σοβιετική Ένωση καθώς και ηχογραφήσεις για όλα τα μέσα.


1970: Κερδίζει το πρώτο βραβείο και το χρυσό μετάλλιο στον Διεθνή Διαγωνισμό Τσαϊκόφσκυ στη Μόσχα, έναν από τους πιο σημαντικούς διαγωνισμούς μέχρι σήμερα για νέους πιανίστες, βιολιστές και τσελίστες σε όλο τον κόσμο.


1971: Όντας ήδη παντρεμένος με την Τατιάνα, αποκτά ένα γιο, τον Alexander, ο οποίος ακολουθεί με μεγάλη επιτυχία τα χνάρια των γονιών του ως συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής, έχοντας ήδη κερδίσει ένα βραβείο Grammy καθώς και υποψηφιότητες για βραβεία Emmy.


1974: Όταν ο Ροστροπόβιτς εγκαταλείπει τη Μόσχα, αφήνει το τσέλο του στον αγαπημένο του μαθητή, ο οποίος το χρησιμοποιεί με σεβασμό, αλλά για λίγο. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο Γκερινγκάς, κανένα τσέλο δεν μπορεί να υποκαταστήσει το αγαπημένο του " Guadagnini" του 1761, το οποίο αγοράστηκε το 1978 στη Νέα Υόρκη και είναι έκτοτε προέκταση του χεριού του. «Είναι το δέρμα μου, ο ήχος μου, η ζωή μου», έχει πει χαρακτηριστικά.


1975: Μετακομίζει στη Δυτική Γερμανία.


1979: Μεταξύ των πρώτων του ηχογραφήσεων βρίσκονται: το «Δεύτερο Κοντσέρτο για Τσέλο» του Χάυντν καθώς και το «Μικρό Κοντσέρτο για Τσέλο σε σολ ελάσσονα, έργο 132» του Προκόφιεφ. Από τότε μέχρι σήμερα μετρά εκατοντάδες ιστορικές ηχογραφήσεις.

 

Νταβίντ Γκερινγκάς: Ένας σύγχρονος μύθος του τσέλο, έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα


1980 κ.ε.: Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 η καριέρα του εκτινάσσεται καθώς ξεκινά να συμπράττει με σπουδαίες ορχήστρες σε όλο τον κόσμο (π.χ. Φιλαρμονική του Βερολίνου, Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης, Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου) υπό την μπαγκέτα διεθνώς καταξιωμένων αρχιμουσικών (π.χ. Vladimir Askenazy, Valery Gergiev, Mstislav Rostropovich).


1989: Του απονέμεται το Grand Prix du Disque της Ακαδημίας Charles Cros για την εμβληματική ηχογράφηση 12 κοντσέρτων για τσέλο του Luigi Boccherini.


2000: Ο Γκερινγκάς ξεκινά να διδάσκει τσέλο στην Ακαδημία Μουσικής Hanns Eisler στο Βερολίνο. Επίσης, κατακτά τη θέση του καθηγητή εκεί που και ο ίδιος σπούδασε, στο Κονσερβατόριο της Μόσχας ενώ είναι διεθνώς καταξιωμένος και ως καθηγητής master class για νέους μουσικούς. Ανάμεσα στους μαθητές του βρίσκονται πολλοί νικητές βραβείων και μεταλλίων σε διεθνείς διαγωνισμούς αλλά ο Γκερινγκάς δε θεωρεί ότι η επιτυχία τους αποτελεί «εύσημο» για τον ίδιο. Αν και τον χαροποιεί η εξέλιξη των νέων που διδάσκει, πιστεύει ότι «ο καθένας είναι μόνος όταν βγαίνει στη σκηνή και φέρει την ευθύνη της επίδοσής του».


2002: Πραγματοποιείται η παγκόσμια πρεμιέρα του «Κοντσέρτο σε Ντο» του Anatolijus Senderovas, το οποίο ο συνθέτης είχε αφιερώσει στον Γκερινγκάς.


2006: Ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Horst Köhler απένειμε στον Γκερινγκάς τον Ομοσπονδιακό Σταυρό της Τιμής για τη συνολική του συμβολή ως μουσικός αλλά και για τη λειτουργία του ως Πρεσβευτή της Γερμανικής Κουλτούρας διεθνώς.


2007: Γίνεται για πρώτη φορά παππούς, καθώς ο γιος του Alexander αποκτά μια κόρη. Η δεύτερη εγγονή του γεννήθηκε το 2009.


2007-2009: Έχοντας ήδη αρκετά χρόνια εμπειρίας ως αρχιμουσικός, διευθύνει και τις Φιλαρμονικές Ορχήστρες του Τόκυο, της Κίνας και της Μόσχας.


2014- 2015: Διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες αλλά και στο Manhattan School of Music στη Νέα Υόρκη.


2016: Γιόρτασε τα εβδομηκοστά του γενέθλια με διεθνή περιοδεία σε πολλές χώρες εντός αλλά και εκτός Ευρώπης.

 

Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε εδώ.