ΔΚ: Δεν ξέρω αν είναι τικ, μάλλον τικ είναι, παίρνω την μπλούζα μου, τη βάζω εδώ και όλη την ώρα τη μασάω, γι’ αυτό όλες οι μπλούζες μου είναι τρύπιες. Αλλά τικ σωματικό δεν έχω, άλλου είδους.
ΕΦ: Τον γιακά;
ΔΚ: Τον γιακά. Και τα μανίκια.
ΕΦ: Κι εγώ τα μανίκια. (παύση) Όχι στα κοντομάνικα, όμως.
ΔΚ: Και στα κοντομάνικα εγώ.
ΕΦ: Κάνεις έτσι δηλαδή;
ΔΚ: Και στο κοντομάνικο κάνω, ναι… και αυτό το κάνω. Από εδώ.
ΕΦ: Ωραία. Θυμάσαι κάποιο ποίημα απ’ έξω να μου πεις;
ΔΚ: Όλο;
ΕΦ: Ναι. Ή πες μου ένα δίστιχο.
ΔΚ: Σου γράφω γεμάτη τρόμο μέσα από μια στοά νυχτερινή.
ΕΦ: Πάρα πολύ ωραίο.
ΔΚ: Σου άρεσε;
ΕΦ: Πάρα πολύ.
ΔΚ: «Ορυχεία», Μίλτος Σαχτούρης.
ΕΦ: Πάρα πολύ ωραίο.
ΔΚ: Ο πατέρας μου είναι πολύ κοντός. Αλλά είναι πολύ ζεστός άνθρωπος.
ΕΦ: Πόσο κοντός;
ΔΚ: Λέει 1.67, είναι 1.64.
ΕΦ: Κοντός.
ΔΚ: Είναι κοντός, αλλά είναι πολύ γλυκός, πολύ ζεστός, πολύ θερμός, και τελευταία αυτό το πρόσεξα, στην αρχή είχα μια απόσταση, τώρα όμως βλέπω όλη αυτήν τη θέρμη.
ΕΦ: Είναι φαλακρός;
ΔΚ: Όχι, έχει πάρα πολύ πυκνά μαλλιά. Ακραία πυκνά μαλλιά.
ΕΦ: Άσπρα;
ΔΚ: Άσπρα, (παύση) άσπρα. Έχουν μείνει λίγα γκρι, αλλά άσπρα είναι κυρίως.
ΕΦ: Είναι χοντρός;
ΔΚ: Όχι συνολικά, είναι αυτό που πετάει μια κοιλάρα μόνο.
ΕΦ: Οk. Κάποιο άλλο χαρακτηριστικό του πατέρα σου;
ΔΚ: Καπνίζει κρυφά, φοράει γυαλιά. Η μάνα μου είναι μετρίου, ας πούμε, αναστήματος.
ΕΦ: Πιο ψηλή από τον πατέρα σου;
ΔΚ: Όχι. Ελάχιστα πιο ψηλή. Ελάχιστα πιο ψηλή. Αλλά δεν φαίνεται τόσο. Απλώς, είναι αυτό που λένε «για γυναίκα ψηλή». Συγκριτικά. Είναι όχι παχιά, αλλά ούτε κι αδύνατη. Είναι πιο κρυφή. Εννοώ ότι είναι αρκετά, είναι πολύ ευαίσθητη, αλλά επιλέγει ένα πρόσωπο λίγο-πολύ πιο αυστηρό. Δηλαδή, περνάμε από μια συνεχή κριτική, που όμως ξέρεις ότι δεν είναι για το κακό σου, ας πούμε, από αυτά που μαθαίνεις να τα αντιμετωπίζεις έτσι.
Την υπομονή μου τη χάνω, όχι αν κάτι δεν γίνεται όπως θέλω αλλά όταν μου είναι πολύ καθαρή η κακή πρόθεση, η αγένεια ή η αλαζονεία, εκεί τη χάνω, μπορώ να γίνω πολύ αγενής, ενώ σε άλλη περίπτωση δεν τη χάνω.
ΕΦ: Είναι πιο κοντή από τον πατέρα σου;
ΔΚ: Όχι, δεν είναι πιο κοντή από τον πατέρα μου.
ΕΦ: Είναι πιο ψηλή;
ΔΚ: Είναι ελάχιστα πιο ψηλή.
ΕΦ: Και πιο νέα;
ΔΚ: Είναι πιο νέα, ναι.
ΕΦ: Μάλιστα.
ΔΚ: Καμιά δεκαριά χρόνια.
ΕΦ: Πώς γνωρίστηκαν;
ΔΚ: Δεν θυμάμαι.
ΕΦ: Δεν θυμάσαι ή δεν θες να πεις;
ΔΚ: Δεν θυμάμαι.
ΕΦ: Εντάξει.
ΔΚ: Α, έχει να κάνει με το ότι ασχολούνταν και οι δύο με τα νομικά, αλλά πώς βρέθηκαν να γνωρίζονται δεν θυμάμαι. Είχαμε αλλάξει δυο-τρία σε νεαρή ηλικία, δηλαδή δεν θυμάμαι ποιο θεωρώ πατρικό σπίτι. Οπότε θεωρώ πατρικό σπίτι − δεν ξέρω ποιο θεωρώ πατρικό σπίτι. Παιδικό δωμάτιο. Παιδικό δωμάτιο ναι… οπότε αυτό θεωρώ και πατρικό σπίτι. Είναι στα… παιδικό δωμάτιο, ναι.
ΕΦ:Μόνος σου, ή με-
ΔΚ: Μόνος μου. Ακριβώς δίπλα ήταν της αδερφής μου.
ΕΦ: Οk. Και πώς ήταν το δωμάτιο;
ΔΚ: Το είχα διαλέξει πρώτος, γιατί είχα πάει πρώτος να δω το σπίτι με τον πατέρα μου όταν το βλέπαμε, και διάλεξα αυτό που είχε δύο παράθυρα, γιατί της αδερφής μου είχε ένα παράθυρο.
ΕΦ: Καλά έκανες.
ΔΚ: Ήταν λίγο πιο μεγάλο, αν και πιο παράγωνο κάπως, δεν ήταν… Θα μπορούσε να είναι πιο κλασικό τετράγωνο, αλλά δεν ήταν, εμένα είχε διάφορες πλευρές. Έχει. Όπως ανοίγεις την πόρτα, είναι ένα γραφείο με διάφορους υπολογιστές και διάφορα τέτοια αριστερά, και ακόμα έτσι είναι αυτό το δωμάτιο, κρεβάτι, απέναντι ντουλάπες, δεξιά βιβλιοθήκη, σιφονιέρα όπως λέγαμε και λέμε, και η άλλη πλευρά του μπαλκονιού, γιατί η άλλη είναι όπως μπαίνεις ακριβώς απέναντι, και μετά η άλλη είναι δεξιά.
ΕΦ: Και στους τοίχους;
ΔΚ: Στους τοίχους είχα διάφορες αφίσες που ξεκολλάγανε γιατί τις έβαζα πολύ πρόχειρα με σελοτέιπ, οπότε έχει φύγει τελείως το…
ΕΦ: Και έκανε και σημαδάκι.
ΔΚ: Πολλά σημαδάκια. Αυτό που κιτρινίζει λίγο το σελοτέιπ, και ο τοίχος, και μετά που το βγάζεις και φεύγει ο τοίχος. Είναι έτσι ο τοίχος ακόμα. Όχι. Τώρα τα έχουν βγάλει όλα και έχουν βάλει διάφορα κάδρα, οπότε έχει καλυφθεί όλο αυτό το σύστημα, αλλά ο τοίχος δεν έχει φτιαχτεί.
ΕΦ: Κοιμάται κανείς τώρα εκεί;
ΔΚ: Κάνω παύση συνειδητά. Αν κοιμάται κάποιος εκεί; Κοιμάται, ναι, κοιμάται η μάνα μου τα μεσημέρια όταν θέλει να διαβάσει, η μάνα μου τα βράδια όταν θέλει να διαβάσει και ο πατέρας μου θέλει να κοιμηθεί και δεν μπορεί το φως ή η αδερφή μου όταν πηγαίνει με τον ανιψιό μου, που εκεί πέρα τώρα στα πράγματά μου έχουν προστεθεί τα πράγματα του ανιψιού μου οπότε, όταν πηγαίνει η αδερφή μου εκεί με τον ανιψιό μου. Του κάνει εκεί πέρα, είναι το παιδικό του δωμάτιο. Ας το πούμε κάπως. Έχει γίνει αντικατάσταση.
ΕΦ: Εσύ κοιμάσαι με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο; Μπρούμυτα, ανάσκελα, στο πλάι;
ΔΚ: Ξεκινάω στο πλάι, αλλά καταλήγω πάντα − εδώ θέλω να σου πω ότι τα μπερδεύω. Το μπρούμυτα είναι;
ΕΦ: Μπρούμυτα είναι αυτό.
ΔΚ: Ανάσκελα κοιμάμαι, και έχω πολύ πρόβλημα, γιατί, επειδή έχω στραβό διάφραγμα, παθαίνω διάφορες άπνοιες.
ΕΦ: Επικίνδυνο. Πρέπει να το κοιτάξεις αυτό, Δημήτρη, οπωσδήποτε.
ΔΚ: Ναι, εντάξει, πιο μετά. Το έχω στον νου μου.
ΕΦ: Σχολείο πού πήγες ;
ΔΚ: Στο Αρσάκειο.
ΕΦ: Έχεις παίξει ποτέ ξύλο;
ΔΚ: Όχι.
ΕΦ: Ούτε μικρός. Ούτε μεγάλος.
ΔΚ: Τώρα, μεγάλος, το να έχει φύγει λίγο το χέρι μου, μπορεί να έχει φύγει. Μία φορά που θυμάμαι τώρα.
ΕΦ: Αλλά δεν έχεις χτυπήσει.
ΔΚ: Όχι.
ΕΦ: Εγχειρήσεις έχεις κάνει;
ΔΚ: Όχι.
ΕΦ: Έχεις νοσηλευτεί;
ΔΚ: Όχι, μια φορά παραλίγο να νοσηλευτώ, γιατί είχα πνευμονία. Θυμάμαι πολύ ότι ήταν σίγουρο, γιατί είχαμε πάει σε ένα ιδιωτικό νοσοκομείο, το οποίο ήθελε οπωσδήποτε να με κρατήσει, και μετά πήγαμε σε ένα δημόσιο και μας είπαν ότι μπορώ να κάτσω και σπίτι, και έκατσα σπίτι, και ήμουν πάρα πολύ χαρούμενος που έκατσα σπίτι.
ΕΦ: Τραύματα από χτυπήματα έχεις, Δημήτρη;
ΔΚ: Ναι, έχω ένα σημάδι από ένα ποτήρι που είχε σπάσει και είχε πέσει στο πόδι μου και έχει μείνει ένα σκίσιμο.
ΕΦ: Στο πόδι πού;
ΔΚ: Πού;
ΕΦ: Σε ποιο σημείο του ποδιού;
ΔΚ: Στο πλάι, εδώ πέρα στο πλάι του ποδιού.
ΕΦ: Οk.
ΔΚ: Οπότε χτύπησε αρτηρία του ποδιού, ποιου ποδιού; Πώς να το πούμε αυτό, να το πούμε πέλμα; Να το πούμε πέλμα. Στο πέλμα λοιπόν, και ήρθε αυτό και καρφώθηκε με πολλή δύναμη, και είχε τρομερό αίμα, δεν σταμάταγε με τίποτα.
ΕΦ: Σου κάνανε ράμματα;
ΔΚ: Έπρεπε, αλλά δεν έκανα.
ΕΦ: Γι’ αυτό και έχει μείνει και το-
ΔΚ: Γι’ αυτό έχει μείνει, και είχα πρόβλημα την επόμενη μέρα, και εκεί κατάλαβα τι είχα πάθει. Γιατί πήγαινα κάπως κουτσαίνοντας.
ΕΦ: Εσύ πού ήσουν; Ξυπόλυτος ήσουν;
ΔΚ: Ξυπόλυτος.
ΕΦ:Σε πάρτι ήσουνα ;
ΔΚ: Σπίτι μου ήμουνα.
ΕΦ: Τα φρούτα σ’ αρέσουν;
ΔΚ: Δεν τρελαίνομαι. Ούτε οι σούπες μου αρέσουνε.
ΕΦ: Δεν σου αρέσουν οι σούπες;
ΔΚ: Δεν μου αρέσουν οι σούπες.
ΕΦ: Ούτε οι πηχτές; Οι βελουτέ;
ΔΚ: Όχι. Ειδικά αυτές που έχουν πολύ διαλυμένο μέσα αυτό το πράγμα, που πάντα είναι ή πολύ πηχτό, το οποίο μου προκαλεί αηδία, ή πολύ αραιό, το οποίο είναι σαν να ρουφάω νερό, το οποίο μπαίνει ανάμεσα στα δόντια και προκαλεί μια − τέλος πάντων. Έχουμε ένα εξοχικό στον Ωρωπό, στο οποίο πήγαινα από την αρχή του καλοκαιριού με την αδερφή μου και τη γιαγιά μου, όπου, επειδή οι γονείς μας δουλεύανε, ήμασταν εκεί μέχρι τον Ιούλιο, από τον Ιούνιο μέχρι τον Ιούλιο, και τον Αύγουστο πηγαίναμε σε διάφορα νησιά, κάθε χρόνο και σε άλλο. Οπότε αυτό δηλαδή θυμάμαι, κυρίως τον Ωρωπό και κάθε χρόνο την αναμονή για το ποιο θα είναι το νησί που θα πάμε.
ΕΦ: Υπάρχει ακόμα αυτό το σπίτι; Σημειώνεις τα βιβλία σου; Πήγαινες κατασκήνωση; Η αδερφή σου σήμερα τι κάνει;
ΔΚ: Δεν μουτζουρώνω, δεν μπορώ ποτέ να κάνω σχέδιο, μου φαίνεται τραγικό, εννοώ να αρχίσω να ζωγραφίζω τα βιβλία, μου φαίνεται τραγικό και όταν το βλέπω να το κάνουν κι άλλοι. Σε βιβλία που διαβάζω δεν κάνω τίποτα, σε κείμενα που δουλεύω δεν μπορείς να δεις το κείμενο από το πόσα πολλά γράφω, που πολλές φορές γράφω το ίδιο. Κάθε φορά λέω αυτό να σημειώσω και δεν έχω δει ότι ήδη το έχω γράψει και το ξαναγράφω.
ΕΦ: Και μετά;
ΔΚ: Και μετά το έχω μάθει πια απ’ έξω, οπότε δεν χρειάζεται να το βλέπω. Κατασκήνωση μια φορά μόνο πήγα και την τρίτη μέρα πήρα τηλέφωνο και απαίτησα να ’ρθουν να με πάρουν αμέσως.
ΕΦ: Γιατί ήθελες να φύγεις;
ΔΚ: Γιατί δεν (παύση) μπορούσα να μπω σε τακτικό πρόγραμμα, ότι την τάδε ώρα κάνουμε αυτό, την τάδε ώρα κάνουμε το άλλο, την τάδε ώρα κάνουμε εκείνο. Το έκανα και όλη τη χρονιά στο σχολείο, οπότε μου φαινόταν βλακεία ότι θα έπρεπε να το κάνω και το καλοκαίρι. Και επίσης γιατί εκεί πέρα με το σχολείο, εντάξει, χρόνο με τον χρόνο τα συνηθίζεις τα διάφορα παιδιά που είναι εκεί. Εκεί έπρεπε να συνηθίσω πολύ γρήγορα και να κάνω διάφορα αθλήματα ή διάφορες δραστηριότητες με άτομα που δεν ήξερα, και δεν είχα ιδιαίτερη επιθυμία να τα γνωρίσω. Η αδερφή μου πρόσφατα έφυγε από τη δουλειά της. Δούλευε και εκείνη στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, αλλά έφυγε και τώρα ασχολείται με το παιδί της, όπου χαίρεται πάρα πολύ με αυτό, και με τον σύζυγό της. Είναι μια αφοσιωμένη μητέρα και σύζυγος. Ναι. Επίσης, θέλω να σου πω πως τα τελευταία τρία χρόνια δεν θυμόμουν κανένα όνειρο. Αλλά φέτος, φέτος άρχισα να τα ξαναθυμάμαι, δηλαδή να ξυπνάω και να θυμάμαι τι έχω δει.
ΕΦ: Και σου αρέσει που τα θυμάσαι;
ΔΚ: Ναι, μου αρέσει. Ασχέτως του αν μου αρέσουν ή όχι τα όνειρα. Μου φαίνεται πως έχω κάπως λίγο περισσότερη διαύγεια.
ΕΦ: (παύση)Γενικότερα;
ΔΚ: Ναι.
ΕΦ: Διαύγεια πότε δεν είχες;
ΔΚ: Όταν κάποια στιγμή άρχισε να έρχεται πολύ φουσκωμένος ο λογαριασμός τηλεφώνου στο σπίτι, κι εγώ μίλαγα έτσι κι αλλιώς στο τηλέφωνο πολύ, αλλά ήταν μια περίοδος που είχα πάρα πολύ περιέργεια να παίρνω όλα τα τηλέφωνα που έδιναν διάφορα δώρα σε εκπομπές, που ήταν τα λεγόμενα 090, τα οποία 090 δεν ήταν μόνο πορνοτηλέφωνα αλλά ήταν (παύση) και για να κερδίσεις κάτι. Δεν θα τολμούσα ποτέ να φτάσω μέχρι να κερδίσω, γιατί μετά έπρεπε να δικαιολογήσω και το ότι έπαιρνα, αλλά είχα την περιέργεια να δω τι λένε σε αυτά τα τηλέφωνα και έπαιρνα πάρα πολλά τέτοια. Και επειδή τότε δεν έρχονταν αναλυτικοί λογαριασμοί, δεν καταλάβαιναν γιατί ήταν τόσο υψηλά τα ποσά.
ΕΦ: Αυτό το έκανες όσο ζούσες με τους γονείς σου;
ΔΚ Ναι, βέβαια.
ΕΦ: Α, όχι τώρα, ας πούμε πέρυσι;
ΔΚ: 090; Δεν ξέρω αν υπάρχει κιόλας.
ΕΦ: Την υπομονή σου τη χάνεις, Δημήτρη;
ΔΚ: Την υπομονή μου αν τη χάνω… Τη χάνω, όχι αν κάτι δεν γίνεται όπως θέλω αλλά όταν μου είναι πολύ καθαρή η κακή πρόθεση, η αγένεια ή η αλαζονεία, εκεί χάνω την υπομονή μου, μπορώ να γίνω πολύ αγενής, ενώ σε άλλη περίπτωση δεν τη χάνω. Δεν τσακώνομαι ποτέ με την έννοια ότι θα ανεβάσω τα ντεσιμπέλ, νομίζω ότι θα πάρω έναν χρόνο μεγάλη παύσης, θα πω κάτι πάρα πολύ προσβλητικό και μετά θα ορθώσω έναν τοίχο που δεν θα μπορείς να διανοηθείς να μου μιλήσεις.
ΕΦ: Θες να μου πεις κάτι άλλο;
ΔΚ: Ναι, έχω μια ένοχη απόλαυση, είναι το φρικτό junk food με πολύ trash εκπομπές.
ΕΦ: Ταυτόχρονα;
ΔΚ: Ταυτόχρονα. Δηλαδή μια ανάγκη απόλυτου σκουπιδαριού.
ΕΦ: Μέσα-έξω, Δημήτρη;
ΔΚ: Μέσα-έξω.
_________
Σημ.: Η συνομιλία αποτελεί μέρος από το προωθητικό υλικό της παράστασης. Παραχωρήθηκε από τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Info
«Ρομπ/Rob» του Ευθύμη Φιλίππου
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
17-28 Ιανουαρίου 2018 (εκτός Δευτέρας-Τρίτης), 20:30
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, Κεντρική Σκηνή
Τα Σαββατοκύριακα 20-21 και 27-28 Ιανουαρίου 2018 με αγγλικούς υπέρτιτλους.
Εισ.: 5-24 €
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0