28.2.2014 | 10:53
Αχρηστη εξομολόγηση
Εδώ, όσο σιγά κι αν περπατήσω μες την άχνα της βραδιάς,είτε με τις παντούφλες, είτε ξυπόλητη,κάτι θα τρίξει, - ένα τζάμι ραγίζει ή κάποιος καθρέφτης,κάποια βήματα ακούγονται, - δεν είναι δικά μου.Έξω, στο δρόμο μπορεί να μην ακούγονται τούτα τα βήματα, -ή μεταμέλεια, λένε, φοράει ξυλοπάπουτσα, -κι αν κάνεις αν κοιτάξεις σ’ αυτόν ή στον άλλον καθρέφτη,πίσω απ’ τη σκόνη και τις ραγισματιές,διακρίνεις πιο θαμπό και πιο τεμαχισμένο το πρόσωπό σου,το πρόσωπο σου που άλλο δε ζήτησες στη ζωήπαρά να το κρατήσεις καθάριο κι αδιαίρετο.Τα χείλη του ποτηριού γυαλίζουν στο φεγγαρόφωτοσαν κυκλικό ξυράφι – πώς να το φέρω στα χείλη μου;όσο κι αν διψώ, - πώς να το φέρω; - Βλέπεις;έχω ακόμη διάθεση για παρομοιώσεις, - αυτό μου απόμεινε,αυτό με διαβεβαιώνει ακόμη πως δε λείπω.Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.Γ.Ρ.