5.6.2014 | 11:02
Απών και Παρών.
Ήταν πολλές οι φορές που είπα... πατέρα δεν μας χέζεις,που ευχήθηκα να πεθάνει, που έλεγα πως δεν μ΄αγαπάπου ότι έκανα το έλεγε λάθος,... που ότι έκανε το έλεγα λάθος εγώ.Ήταν πολλές οι φορές που δεν σταθήκαμε ο ένας απέναντιστον άλλων να κοιταχτούμε στα μάτια να μιλήσουμε με ειλικρίνεια για της ζωής μας τα κρίματα, ...φεύγαμε συνέχεια, ο ένας από από εδώ και ο άλλως από ‘κει, φεύγαμε, αλλά... και ξέραμε πως κάπου δεν ήμασταν αυτοί που δείχναμε ο ένας στον άλλων.Και να, φτάνει μια μόνο στιγμή που μου θυμίζει τι έχασα και με κάνει να μετανιώνω που δεν του έδωσα λίγο χώρο να χωρέσει το φόβο του και να τον κάνει θάρρος.Δεν τα βάζω με τον εαυτό μου, δεν με κρίνω για να γεμίσω τύψεις και ενοχές, μια διαπίστωση συναισθηματική κάνω γιατί ξέρω πως τώρα που κοντεύει το τέλος... εκείνος μου λέει λόγια που με συγκινούν και εγώ κάνω πράγματα που τον κάνουν περήφανοΠάλι δεν λέμε πολλά. Όταν όμως κοιτάω στον καθρέφτη το πρόσωπό μου πολλές φορές βλέπω το δικό του βλέμμα και ξέρω πως όπως και να σκεφτώ, έχω μέσα μου την σιγουριά πως τον αγαπώ και πως με αγαπάει. Ακόμη και σήμερα που μου το είπε με την απλότητα του ηλικιωμένου που είναι στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου και θέλει να πει ίσως αυτή την λέξη που την λέει σπάνια... όχι γιατί δεν την αισθάνεται αλλά γιατί δεν τολμούσε να την πει από φόβο, ίσως γιατί δεν ήξερε και πως να την πει...Ποτέ δεν στάθηκα να τον ρωτήσω για τα δικά του όνειραγια τη δική του εφηβεία για την δική του ενηλικίωση δεν ξέρω αν ήταν δική μου δουλειά αυτό , αλλά να... είναι κάποιες φορές που ξέρεις πως τα περιθώρια στενεύουν και θέλεις να προλάβεις.Πολλές ημέρες... σχεδόν δύο χρόνια... εκείνος... είναι απών, μπορεί να είναι στα σύννεφα, ποιος ξέρει...φοβόταν τα αεροπλάνα.Εγώ στέκομαι και κοιτώ τα σύννεφα που γεμάτα βροχή έρχονται και φεύγουν πάνω από την πόλη που αγαπώ, πάνω από το κεφάλι μου που είναι γεμάτο άβολες σκέψεις.Στέκομαι και προσπαθώ να κρύψω τον θυμό μου, να τον τιθασέψω,να τον απομακρύνω από την πραγματικότητα που με πονάει.
Στέκομαι για μια ακόμη φορά μετέωρος όπως πρέπει να στέκονταιοι ονειροπόλοι άνθρωποι και ξέρω πως μπορώ να κρατήσω στα χέρια μου το τίμημα της κάθε μου επιλογής.
Ο θάνατος είναι κάτι τόσο απλό που σε τρομάζει ακριβώς για αυτήν την απλότητα του, για την σιωπηλή του είσοδο και την θορυβώδη έξοδο του πολλές φορές.Τον θάνατο τον περίμενα χρόνια πολλά να τον συναντήσω στην ζωή μου και μέσα σε μια ημέρα τον άγγιξα δύο φορές.Την πρώτη τον άκουσα, τη δεύτερη τον ένοιωσα να με χλευάζει και να απομακρύνεται.Στάθηκα μάρτυρας της παρουσίας του και της μοναξιάς του Πόσο τον λυπήθηκα τελικά, κάνει τα πάντα να μην μείνει μόνος.Στο νεκροταφείο, στέκεται πάντα στην άκρη, εκεί που πετάνε τα σελοφάν από τα άνθη που φέρνουν στους νεκρούς, εκεί που κάνουν τα νερά ρυάκια από την βρύση που στάζει, στέκεται εκεί για να ξεδιψά, για να δροσίζει τα κουρασμένα πόδια του, να βρέχει τις άκρες των δακτύλων του, να δροσίζει τα μάτια του.Δεν φορά ρούχα πλουμιστά και καθαρά, δεν έχει τα μαλλιά του φρεσκολουσμένα, τα νύχια του είναι λίγο μακρυά και βρώμικα,και η ανάσα του μυρίζει πείνα. Τον είδα και δεν με τρόμαξε... δεν με έκανε να πισοπατήσω.
Τώρα ξέρω πως είναι, τον γνωρίζω,τον θυμάμαι, τον κατανοώ... ...βράδιασε και εκεί που πήγαινα να σβήσω τα φώτα και να πέσω για ύπνοένα μισό λαμπερό φεγγάρι μου έκλεισε το μάτι και μου χαμογέλασε.Έη! μου είπε, έτσι πας για ύπνο χωρίς να με θαυμάσεις;Συγνώμη του είπα δεν σας πρόσεξα σήμερα... είχα άλλα στο μυαλό μου.Καλά κάνεις και έχεις πολλά στο μυαλό σου, αλλά μην ξεχνάςπως αν σταματήσεις να βλέπεις τα διαφορετικά τότε θα είναισαν να μην έχεις καταφέρει τίποτα. Σταμάτησα να σβήνω τα φώτα, βγήκα στον κήπο, παρέα με την γάτακαι την σκύλο μου, κάθισα δίπλα στην λίμνη με τα χρυσόψαρακαι κοίταξα το φεγγάρι που λαμπύριζε πάνω της. Αισθάνθηκα μια ζέστη να με πλημμυρίζει και τα πόδια μου σηκώθηκαν από το έδαφος, λίγο έκανα να απλώσω το χέρι μου και γέμισε ασήμι, λίγο έκανα να ακουμπήσω το πρόσωπό μου και βάφτηκε με φως, λίγο έκανα να ευχηθώ και ή καρδιά μου ήξερε πως κάθε φράση που είπε, σάρκα και οστά θα έπαιρνε σύντομα. Και έτσι υποσχέθηκα στον εαυτό μου να αφήνομαι στην πολυτέλειατης απλότητας πιο συχνά και πιο πολύ, γιατί δεν έχει καμιάαξία η ζωή χωρίς τα περιττά...ακούς πατέρα;Πάλι δεν σε ακούω ...πάλι θα κάνω του κεφαλιού μου... μα μην μου κακίζεις...ίσως να ζώ εγώ αυτό που δεν κατάφερες να ζήσεις εσύ ...και έτσι χαμογελάσεις πλατιά... όπως σε κάποιες παλιές φωτογραφίες στεκεις με την νεότητα στο πρόσωπο σου χαμογελαστός.