ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

ΒΓΑΛΕ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ Ο,ΤΙ ΚΡΥΒΕΙΣ Ή ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙΣ.
 
 

Όλοι έχουμε πράγματα που θέλουμε να τα βγάλουμε από μέσα μας. Αλλά διστάζουμε να τα παραδεχτούμε ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως, αμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία δεν είναι...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ή ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ
16.1.2015 | 22:36

Για κάτι μουλιασμένες Βαρκούλες

Ένα καλοκαιριάτικο βράδυ Αύγουστος του 14 καθόμουν στο lifο confessions. Γενικά είναι μια πλατφόρμα που συνήθως μπαίνεις ή για να βγάλεις αυτό που έχεις μέσα σου, κρυφά σαν εξομολόγηση, ή- σε εκείνη την περίπτωση ήμουν εγώ- για να δεις αυτά που έχουν να πουν οι άλλοι, να νιώσεις λιγο καλύτερα, να πάρεις ιδέες.. Και εκεί ήταν που έπεσα στα μάτια μου η εξομολόγηση μιας κοπέλας προς έναν άντρα που έφυγε μακριά και την ξέχασε.. Το άνοιξα επιφυλακτικά.. Όντας ευσυγκίνητη μέχρι το κόκκαλο- ούτε συγκινητικές ταινίες δεν βλέπω, η κατάθλιψη δυο μέρες είναι σίγουρη μετά- το διάβαζα με δακρυσμένα μάτια μέχρι που τελειώνοντας έλεγε: “Οι σκέψεις μου διασχίζουν τα πελάγη και έρχονται ως εσένα σαν μικρές χάρτινες βαρκούλες” ήταν το κύριο νόημα τέλος πάντων. Έκανα σκέψη τον άντρα να βρίσκεται σε μία παραλία, να πιάνει τις βαρκούλες, να τις κρατάει φυλαχτό μέχρι να την ξαναδεί. Έχοντας αυτήν την σκέψη στο μυαλό μου, με το χέρι να στηρίζει το κεφάλι μου και τα μάτια μου θολωμένα από την εικόνα, πέφτει το μάτι μου πιο κάτω στις ερωτήσεις.. Και εκέι όλη η απογοήτευση μου μαζεμένη σε μία απάντηση της ομολογουμένης, έστω και μέσα από μία εξομολόγηση, μεγάλης συγγραφέος: “Του το έστειλα. Μου απάντησε πως δεν είναι σωστό να του γράφω τέτοια πράγματα τώρα που έφυγε μακριά και οτι είναι καλύτερα να μην ξαναμιλήσουμε”. Ήταν απάντηση στην ερώτηση μιας αναγνώστριας: “Γιατί δεν του τα στέλνεις όλα αυτά που γράφεις εδώ?”- Προφανώς και άλλοι, ίσως όχι και τόσο ευσυγκίνητοι, ίσως πολύ περισσότερο από εμένα, συγκινήθηκαν με τα λόγια της κοπέλας. Παίρνοντας την κλασσική στάση σκέψης μου, τον σκέφτηκαν να παίρνει τις χάρτινες βαρκούλες που τόσα πέρασαν μέχρι να φτάσουν μέχρι την πόρτα του σπιτιού του και να τις σκίζει μανιωδώς, να τις κάνει κομματάκια και να χοροπηδάει πάνω τους. Τώρα θα μου πείτε και τι...? Να της δώσει ελπίδες, να την καλοπιάσει με γλυκόλογα στο όνομα μιας σχέσης που δεν βγαίνει πουθενά? Ας το γενικεύσουμε λίγο το θέμα. Η σκέψη αυτού του ερωτικού γραμματος στοίχιωσε το μυαλό μου για μήνες και μήνες. Το σκεφτόμουν συχνά. Σκεφτόμουν να λαμβάνω ένα τέτοιο γράμμα, να το στέλνω, να μου το διαβάζουν. Και ενω αναλογιζόμουν ολες αυτες τις υποθετικές μου ιστορίες σκεφτόμουν και το εξής: Τελικα λέμε αυτά που νιωθουμε ή τα κρατάμε για τον εαυτό μας? Και τι συμβαίνει με την περίπτωση να πούμε κάτι και αυτό να μην είναι βολικό για τον ακροατή. ”Σ αγαπώ “ σε έναν που δεν αγαπάει πίσω, “Μου λέιπεις” σε κάποιον που περνάει καλύτερα μακριά μας και το κορυφαιο “Γύρνα πίσω ή έστω τηλεφώνα” σε έναν που προτιμά να τον πατήσει ασθενοφόρο ή να φάει το κινητό του με μια χαψιά προκειμένου να μην γυρίσει, να μην τηλεφωνήσει. Είναι θέμα αλτρουισμού προς τον ανθρωπο που δεν θέλει να ακούσει αυτά που νιώθουμε λόγω τύψεις που δεν νώθει τα ίδια, λόγω του οτι θέλει να ξεχάσει ή στο κάτω κάτω θέμα εγωισμού? Λέμε αυτά που νιώθουμε, στέλνουμε ερωτικά χάρτινα καραβάκια γιατί? Περιμένουμε να αλλάξει ο άλλος γνώμη ή εμείς να ξορκίσουμε αυτά που νιώθουμε? Μπαίνω ξανά στο lifo και ψάχνω την εξομολόγηση της. Μεταξύ άλλων βρήσκω και κάποιες δικιές μου.. Πουθενά αυτή που ψάχνω. Αναρωτιέμαι.. Τα πράγματα θα έχουν μείνει ίδια? Ακόμα θα στέλνει τις σκέψεις της σε εκείνον ή θα γράφει εξομολογήσεις για κάποιον άλλον? Ανακαλώ τα συναισθήματα μου που ένιωσα για τον άντρα της ιστορίας. Τον πετυχαίνω σε ένα από τα σάλτο του πάνω από τα σκισμένα καραβάκια. “Όχι όχι.. Καθόλου ευχάριστα..” ψυθιρίζω. Καθώς πίνω τον καφέ μου σκέφτομαι: “Και εσύ..?? Εσύ δεν έχεις βρεθεί ποτέ στην θέση του?” . Έχω βρεθεί. Έχω βρεθεί να ακούω το σ' αγαπώ με δύο μάτια δακρυσμένα να με κοιτάνε και να γυρίζω την πλάτη και να φεύγω. Νιώθω τύψεις που δεν γύρισα πίσω. Ούτε να απλώσω το καθησυχαστικό μου χέρι, να βρω μία διακαιολογία που δεν έχω απάντηση. Ήμουν στην μεριά του λάθος ακροατή. Μπορεί η αδιαφορία τελικά να έχει καλύτερα αποτελέσματα από την καθησυχαστικότητα? Ίσως να εξαρτάται και από τον άνθρωπο. Τι ταιριάζει στον καθένα. Μακάρι να ταίριαζε σε εκείνη την κοπέλα εύχομαι. Μακάρι η επόμενη εξομολόγηση της να ήταν για τον επόμενο έρωτα. Τον λυτρωτικό. Ή μακάρι εκείνος να γύρισε.. Να είπε οτι έκανε λάθος. Να ζουν τώρα ευτυχισμένοι... Και πάλι η φράση “Οτι ταιριάζει στον καθένα” είναι η σωστή. Οτι μας κάνει να κοιμόμαστε καλά τα βράδυα. Οτι εξυπηρετεί τα όνειρα μας. Θυμάμαι μία φράση που έλεγε ένας σκηνοθέτης όταν ήμουν στην θεατρική ομάδα. Τα όνειρα έιναι γαλάζια πουλιά. Δεν ρώτησα ποτέ τι εννοούσε.. Προτιμούσα να τα σκέφτομαι οτι είναι γαλάζια και εκεί που πας να τα πιάσεις ρίχνουν μια με τις φτερούγες τους και πετούν στον ουρανό, γίνονται ένα με αυτόν, δεν μπορείς να τα διακρίνεις πια και σου ξεγλιστράνε. Όταν είδα την ειλικρίνεια και το θάρρος αυτής της κοπέλας είχαμε ακόμα παραστάσεις. “Τι λέω?!” έιπα “τα όνειρα είναι γαλάζια, τροπικά, σπάνια πουλιά. Αλλά μιας και τα πετύχεις πάρε το δίκανο και ριξτους στο ψαχνό!”. Εκεί, λοιπόν, κατέληξα. Τα συναισθήματα μας πρέπει να τα εκφράζουμε σαν το καλημέρα και το καληνύχτα της ζωής μας. Βιολόγος είμαι. Ξέρω από κύτταρα και κυρίως λογική. Αλλά τελικά θέλω να πιστεύω οτι εκτός από ενα μάτσο κύτταρα είμαστε και τα συναισθήματα μας. Παίζουμε σε μία θεατρική παράσταση, γραμμένη απο εμας. Αν το ακροατήριο τελικά δεν είναι καλό πρέπει να αλλάξει παράσταση. Σκέφτομαι τα λόγια της καθήγητριας της Έκθεσής μου στην τρίτη λυκείου. Δεν είμαστε ποτέ απόλυτοι στις δηλώσεις μας όταν γράφουμε. “Καλό θα ήταν”, “Είναι αναγκαίο” αντί του πρέπει. Και όμως τώρα καθώς διαβάζω την πρόταση μου το πρέπει είναι η κατάλληλη λέξη. Πρέπει, ναι, πρέπει να αλλάξει παράσταση. Όσο και αν δεν το θέλουμε θα ξεχάσει να βάλει το κινητό στην δόνηση παρά το προειδοποιητική αναγγελία, θα μασουλάει μέσα στην αίθουσα την ώρα της ατάκας μας, θα φύγει αφήνοντας σκουπίδια στο υπέροχο χαλί του θεάτρου μας. Εμείς τι θα κάνουμε στην επόμενη παράσταση των οκτώ? Εμείς θα συνεχίζουμε να απαγγέλουμε τις ατάκες μας. Για να τις βγάλουμε απο μέσα μας, για να μην μετανιώσουμε ποτέ που δεν τις είπαμε, για να τις ξορκίσουμε, για να πάμε παρακάτω. Άλλοι επιλέγουν αντι για ηθοποιοί να κατασκευάζουν χάρτινα καραβάκια, άλλοι τραγούδια, άλλοι ένα sms. Καθημέρινες εξομολογήσεις ο ένας στον άλλον και που και που στο lifo confessions. Κάποια στιγμή θέλω να ελπίζω ότι ο καθένας θα βρει τον δικό του σωστό θεατή και ακροατή. Και αν τον βρείτε ? Κρατήστε τον εκεί. Μην κάνετε διάλειμμα για καφέ και συζήτηση. Ζήστε τον ως το τέρμα. Πείτε όσα θέλατε να πείτε, νιώστε όσα θέλετε να νιώσετε. Μπορεί να κάτσει για πολύ. Μπορεί για λίγο. Αλλά τον έρωτα πρέπει να τον ρουφάμε από το μεδούλι.
 
 
 
 
Scroll to top icon