4.11.2014 | 14:51
Για ποιες αξίες μου μιλάτε;;;;
Ήταν Δευτέρα απόγευμα. Στην αρχή ένα σπρώξιμο. Μετά δεύτερο, δυνατό ώσπου η πλάτη μου βρήκε στον τοίχο. Μετά τα χέρια κάπου στο λαιμό μου. Τρίτο σπρώξιμο ώσπου βρέθηκα στο πάτωμα με το κεφάλι μου να κάνει γκελ μεταξύ τοίχου και παπουτσοθήκης. Η στιγμή που ένιωσα ότι ναι μου συμβαίνει.Πάγωσα.Ακολούθησε διάλογος. Δύο ωραίοι μονόλογοι δηλαδή. Ψέλλιζα κάτι μεταξύ αρρώστιας, τρέλας, εμμονής, λογικής και παραλόγου, αγάπης και καταστροφής, όταν τα χέρια του με τράβαγαν από το χέρι και τα μαλλιά και με έσπρωχναν στο κρεββάτι. Κλωτσιές, πατήματα, μπουνιές. Κράταγα την ανάσα μου απλά. Και τον έσπρωχνα. Είχε τόση δύναμη Παναγία μου. Πρέπει να έμεινα ακίνητη κανένα δίλεπτο.Μετά άτακτα εριμμένες λέξεις. Δε θυμάμαι. Καταστροφή παντού. Δεν του έφτανε.Άλλο ένα σπρώξιμο που με κόλλησε στον τοίχο. Με κρατούσε από τα μαλλιά. Με τόση δύναμη που το μυαλό μου είχε ακινητοποιηθεί. Η μόνη στιγμή που κοιταχτήκαμε στα μάτια βαθιά. Τα δικά του παγωμένα, θεριεμένα, κυριευμένα. Τα δικά μου σαστισμένα. Θυμάμαι τους ήχους. Όλους. Τον ήχο της ανάσας του. Τον ήχο από το μανίκι του. Τον ήχο από τη φόρα που πήρε το χέρι του. Τον ήχο από το βήμα που έκανε μπροστά. Τον ήχο από το χαστούκι. Τον ήχο από το κρακ που έκαναν δύο δαχτυλά του. Τον ήχο από το κρακ που έκανε ο αυχένας μου. Τον ήχο από τα δόντια μου που είχα μάλλον σφιγμένα. Τον ήχο από το χτύπημα του κεφαλιού μου στον τοίχο. Τον ήχο από το ξερίζωμα των μαλλιών που μου κρατούσε. Τον ήχο από τους χτύπους της καρδιάς μου. Τον ήχο από τον εγκέφαλό μου που ταρακουνήθηκε. Τον ήχο της σιωπής στο κεφάλι του.Ζαλιζόμουνα ούτε κι εγώ ξέρω πόσες μέρες μετά. Και πονούσα.Το πρώτο μήνυμά του την επόμενη μέρα, το θεώρησα απλά άστοχο. Το τηλέφωνό του μετά, απλά θράσος.Ποιες αξίες; Ποια αγάπη; Ποιοι άνθρωποι; Ζώα είμαστε όλοι.