30.4.2014 | 23:36
"Κι εμένα μου έλειψες Δ."
Μετά από καιρό, με πήρες τηλέφωνο και ζήτησες να με δεις. Προσπάθησα να φανώ ψύχραιμη και να διαχειριστώ το τόνο της φωνής μου. Δέχτηκα διστακτικά, φοβόμουν αν έπρεπε να σε αφήσω πάλι να μπεις στη ζωή μου. Κάπου στο δρόμο πριν βρεθούμε, περπατώντας με τις φίλες μου, σε είδα να έρχεσαι με το μηχανάκι σου. Εκείνες συνέχισαν τη διαδρομή κι εγώ σταμάτησα. Ήταν τυχαίο να βρεθούμε σ' εκείνο το σημείο και η αμηχανία, όπως και η ένταση πλανιόταν στην ατμόσφαιρα. "Πάνε μήνες" σου είπα, "Τι κάνεις;" μου είπες και συνεχίσαμε τις τυπικές ερωτήσεις, σα να μην έχει συμβεί κάτι, στη μέση του δρόμου, ενώ τα μάτια μας μαρτυρούσαν ότι άλλα λόγια θέλαμε να βγουν από τα χείλη μας. Φορούσες φόρμες, γυρνούσες από την προπόνηση, ήσουν ακόμα λίγο ιδρωμένος. Τα μαλλιά σου ατημέλητα, το πρόσωπο σου αναψοκοκκινισμένο και ένα χάος στα μάτια σου, ένας φόβος, μια λύπη, μια λαχτάρα. Ένα λεωφορείο ερχόταν, αλλά ήμασταν τόσο απορροφημένοι που το αντιληφθήκαμε τελευταία στιγμή, ίσα ίσα πρόλαβες να μετακινηθείς. Τρόμαξα πολύ για σένα, μην πάθαινες κάτι. Κατέβηκες κι άφησες τη μηχανή στην άκρη. Σε ρώτησα με αγωνία "Είσαι καλά; Χτύπησες;", ενώ ασυναίσθητα σε ακουμπούσα στον ώμο, απάντησες αρνητικά και με αγκάλιασες, τόσο φυσικά, τόσο λυτρωτικά. "Μου έλειψες" ψιθύρισες, με χάιδευες συνέχεια, πότε στοργικά, πότε με πάθος. Είχαμε κλειδώσει ο ένας τον άλλον στις αγκαλιές μας. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει, δε χόρταινα να με κρατάς έτσι. Μου είπες πως δεν ήθελες να με πληγώσεις, ότι δεν πέρασε μέρα που δε με σκέφτηκες και πως δε θέλεις να με χάσεις. Να ξαναπροσπαθήσουμε. Με φίλησες απαλά στην αρχή, ώσπου μετά από λίγο το φιλί αυτό έμοιαζε με τρικυμία. Τόσα αισθήματα κλεισμένα για μήνες, βρήκαν διαφυγή εκείνη τη στιγμή ακουμπισμένοι σε έναν τοίχο καγκελωτό. Αδιαφορώντας για τα μάτια των περαστικών, μόνο εμείς οι δύο, στο δικό μας σύμπαν. Ανάμεσα στα φιλιά και στα χάδια ανταλλάζαμε λόγια αγάπης. Ποτέ δε μου είχες μιλήσει έτσι. Ξεγλίστρισε ένα πνιχτό σ' αγαπώ ή έτσι μου φάνηκε κι έτσι περνούσε ο καιρός, οι μέρες, οι μήνες, με φιλιά, αγκαλιές, έρωτα και τσαλακωμένα σεντόνια.Μετά ξύπνησα, συνειδητοποίησα ότι ήταν ένα όνειρο, πως στην πραγματικότητα, δε μιλάμε πια, πως δε θα μου φερθείς ποτέ έτσι, πως δε με αγαπάς. Δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπό μου. Αχ και να 'ξερες.Ε.