13.2.2013 | 23:28
μια άλλη εκδοχή της μετανάστευσης
Μόχθησα να σε μισήσω Έγινα Κάτοικος άλλου τόπουΕκεί που τίποτα δε θα σε έφερνε τα άσπρα πρωινάΚαι τα αιμοβόρρα βράδια στην προδομένη συνείδηση.έτσι γλείφω τις πληγές της ρημαγμένης ψυχής .στο δυώροφο απεχθές λεωφορείοπου θαρρείς πως θα σβήσει ετούτος ο κόσμοςκι αυτό θα συνεχίσει να περνά στοιχειωμένο τους πλατείς δρόμους-τόσο πλατείς , που νομίζεις ότι θα πεταχθούν έξαφνα Χέρια να σε αρπάξουν , και συ ούτε που θα τ’αντιληφθείςΑποχαυνωμένος από τον ορίζοντα πέραΜου αρέσει που η αθήνα έχει λόφουςΜπορώ και εγκλωβίζω απ’άκρη σ’άκρη το ουρλιαχτό Όμως εδώ ο ορίζοντας ο απέραντος χαμογέλα σαρκαστικάΞέρει πως όπου κι αν πας δεν του ξεφεύγειςΜερικές φορές ανατριχιάζωΝομίζω πως είσαι εσύ ο ορίζοντας αυτόςΚαι θα μ’ακολουθάςΚι ας φεύγω σε πολιτείες ξένεςΤο ζαλισμένο σου βλέμμα είχε πάντα κάτι μεταφυσικόΉξερα πως δεν είσαι αυτό που ήθελες να νομίζωΕίχα μια ελπίδα ότι πίσω από την ανυπαρξία αυτήΚρύβεται ένα χρυσό εκτυφλωτικόΔεν ξέρω τι μπορεί να ήτανΔε θα μάθω γιατί θε με άφησες Και δεν σε άφησεςΤο αδιέξοδο γελά μαζί μουΟυρλιάζω να με αφήσει να περάσωΚι αυτό τρίζοντας τα δόντια και γελώντας εκκωφαντικάΜου δείχνει εσένα