25.5.2017 | 23:36
Μια βουτιά
Το ακορντεόν ανοιγοκλείνει στο βάθος της παραλιακής,η θάλασσα παφλάζει σαν να θέλει κάτι να μας πει και ο ήλιος λίγο πριν κρυφτεί χρωματίζει τα πάντα γύρω μας.Μπορείς να αλλάξεις και εσύ χρώμα αυτή την ώρα,να μπεις στον ρυθμό της πόλης ακούγοντας τις συζητήσεις των ηλικιωμένων στα τραπεζάκια,τα άγαρμπα αστεία των πιτσιρικάδων,συναντώντας τις ματιές των γυναικών,μπορείς να καθίσεις για λίγο στο παγκάκι χωρίς να νιώσεις την συστολή και την καχυποψία του διπλανού σου.Η τσιγγάνα που συνήθως σου ζητάει να αγοράσεις τριαντάφυλλα τα σφίγγει τώρα στο χέρι της και τα παιδιά αφήνουν το πετάλι για να ξεκουραστούν.Μπορείς να πάρεις κι εσύ μια βαθιά ανάσα τέτοιες στιγμές, να αφεθείς και να ακολουθήσεις τα θαλασσοπούλια,να τα ρωτήσεις αν φαινόμαστε όλοι ίδιοι από ψηλά.Ίσως εκεί καθισμένος συναντήσεις και τον παλιό καθηγητή σου που σε παρόμοιες στιγμές στο παρελθόν πολύ πιθανό να σου έδινε καμιά φάπα ,> αναφωνεί και φεύγει.Γυρίζοντας το βλέμμα στην οικογένεια δίπλα αντικρίζεις κάποια παλιά συμμαθήτριά σου,αντίθετα με εκείνη την αναγνωρίζεις και καταλαβαίνεις πως είναι καιρός να διαγράψεις από το μυαλό σου το κορίτσι με τις φόρμες,αντικείμενο σχολιασμού με τους χαμένους εδώ και μήνες φίλους.Σε ποιο σημείο της γης να βρίσκονται,να καθίσεις και να τους πεις πως η συμμαθήτριά σας δεν είναι πια παρθένα,πως δεν φοράει πια φόρμες και το παιδί της δεν μοιάζει σε κανέναν σας.Είναι όμως ώρα να σηκώνεσαι,ο ήλιος πια έχει κρυφτεί και τα ποδήλατα των παιδιών έχουν σχεδόν φτάσει το ακορντεόν.Μπαίνεις στα στενά,εκεί που μυρίζεις την μούχλα των σπιτιών,βλέπεις την βρώμα στο βλέμμα των ανθρώπων,σε ρωτάνε αν θέλεις κάτι να φτιαχτείς,βλέπεις αυτούς που τους απάντησαν καταφατικά να κατουράνε δίπλα σου κρατώντας μπουκάλια στο χέρι.Μια εθελούσια πτώση σκέφτεσαι μια βουτιά στα λασπόνερα για να μην τα λησμονήσεις,για να πάρεις κάθε γεύση αυτής της πόλης.Λίγο πιο δίπλα σπίτια με ανοιχτές πόρτες και τηλεοράσεις που μιλάνε για τρομοκρατικά χτυπήματα,σε ένα δωμάτιο ένας πατέρας γεννάει έναν τρομοκράτη χτυπώντας ένα παιδί,η μητέρα σε κοιτάζει με δάκρυα στα μάτια,μοιάζει να έχει πάψει από καιρό να αντιστέκεται.Στα καφενεία διαφωνίες και φωνές,μια πόρνη σου ζητάει να μπεις μέσα,θυμάσαι την πρώτη σου φορά μαζί της και το όμορφο της τότε σώμα που πλέον έχει κρεμάσει.Ο τρόπος που σου μιλάει δείχνει ότι δεν σε θυμάται καθόλου,αλήθεια πόσο να διαφέρεις από τον υπόλοιπο κόσμο που συνάντησες.Πόση βρώμα έχεις δημιουργήσει και ο ίδιος,πόσο χρώμα δίνεις στην μαύρη νύχτα που μας σκέπασε.Ίσως μπορείς να ανθίσεις μέσα στην λάσπη και ίσως αυτό μας ψιθυρίζει ο παφλασμός της θάλασσας.