3.6.2016 | 14:05
Μωρό μου,
δεν ξέρω τι να κάνω. Καταρχάς να σου ζητήσω συγγνώμη για τη συμπεριφορά μου. Δεν ξέρω γιατί φερόμουν έτσι, ίσως και να ήταν έξω από τον έλεγχο μου, ίσως και να με βολεύει να λέω έτσι. Προσπάθησε να καταλάβεις το καθεστώς αγωνίας, φόβου, πόνου και απογοήτευσης μέσα στο οποίο ζούσα. Δεν μπορούσα να σκεφτώ καθαρά, ήμουν έρμαιο των συναισθημάτων μου, κι εσύ δεν έπαιξες και λίγο μαζί τους. Όμως, χωρίς να το συνειδητοποιώ, σε έδιωχνα κάθε φορά που πλησίαζες κι έτσι εσύ έμαθες να πλησιάζεις και να απομακρύνεσαι αμέσως μετά. Δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου. Μ' αρέσει η λίγη τρέλα, που σου επιτρέπει να βλέπεις λάμψεις στον ουρανό και να τις ονομάζεις ελπίδα και που σου επιτρέπει να ονειρευτείς έναν έρωτα ή μια αγάπη σαν αυτό που ζούμε και σαν αυτό που ΜΠΟΡΟΥΜΕ να ζήσουμε. Μ' αρέσει η λίγη αφέλεια, που σε κάνει τον 21ο αιώνα να ονειρεύεσαι τον "πρίγκιπα", (αρκεί να γνωρίζεις πως από κανένα παραμύθι δε λείπει η "κακιά μητριά"). Δε μ' αρέσει η τρέλα που σε ντύνει με ζουρλομανδύα και η αφέλεια που σε υποδουλώνει σε ψευδαισθήσεις. Μ' αρέσει η αντισυμβατικότητα στη μορφή που σου επιτρέπει να σπας δεσμά και όχι αυτή που σε αλυσοδένει σε έναν κόσμο παραβατικό, κοινωνικά και συνειδησιακά. Με ξύλα, καρφιά και σφυρί, μπορείς να φτιάξεις γέφυρες ανάμεσα στο οικείο και το άγνωστο ή να σταυρώσεις αυτό που αφυπνίζει τους φόβους σου. Και το ισχυρότερο είδος φόβου το γεννάει κάθε "άλμα πάνω από τον γκρεμό" που ενέχει την ελπίδα, γιατί, χωρίς το φόβο να χάσεις τον Παράδεισο, ο φόβος της Κόλασης, θα ήταν ανίσχυρος.