Την περασμένη εβδομάδα έλαβε χώρα στην Τουρκία ένα πραξικόπημα από μερίδα του στρατού προκειμένου να ανατρέψει τον προέδρο της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ωστόσο, το πραξικόπημα απέτυχε με τον τούρκο πρόεδρο να παρουσιάζεται ως «σωτήρας» της δημοκρατίας και της ομαλότητας, αν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε με αυτές τις λέξεις το καθεστώς που επικρατεί στην γείτονα χώρα. Βέβαια, αυτή η «σωτηρία» έχει αρκετά μεγάλο κόστος για την Τουρκία τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Καταρχάς, ο Ερντογάν, μόλις επανέκτησε τον έλεγχο και την εξουσία, ξεκίνησε τις ομαδικές εκκαθαρίσεις σε τρείς καίριους τομείς, την δικαιοσύνη, την αστυνομία, τον στρατό και την εκπαίδευση, από όλους όσους συμμετείχαν στο πραξικόπημα αλλά ακόμα και αυτούς που γενικά ήταν αντίθετοι με την συγκεντρωτική και αυταρχική διακυβέρνησή του. Μια κίνηση με απώτερο προφανή σκοπό τον ολοκληρωτικό έλεγχο και καθοδήγηση της κοινωνίας.
Με αυτόν τον τρόπο, όμως, ενισχύει τον διχασμό ανάμεσα στους οπαδούς του κόμματός του και σε αυτούς που είναι αντίθετοι με την πολιτική του. Διότι, ας μην ξεχνάμε ότι στο κάλεσμα του τούρκου προέδρου προς τον κόσμο για να ξεχυθεί στους δρόμους ανταποκρίθηκαν κυρίως οι οπαδοί του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνη και Ανάπτυξη. Επιπλέον, ο στρατός, που κατά καιρούς και όταν στην Τουρκία το Ισλάμ έδειχνε να κυριαρχεί έναντι του κοσμικού κράτους, επιχειρούσε να επαναφέρει την χώρα στις κεμαλικές αξίες του (αστικό κράτος και δυτικός εκσυγχρονισμός). Με το αποτυχημένο, όμως, πραξικόπημα ο Ερντογάν κατάφερε να απαξιώσει τον στρατό στα μάτια πολλών τούρκων πολιτών και, καθαρίζοντας τα αντιφρονούντα στοιχεία απο αυτόν, έχει πλέον την δυνατότητα να περάσει κάποια ισλαμικά στοιχεία στο καθεστώς ανενόχλητος.
Ο Ερντογάν απέδειξε ότι προκειμένου να σταθεροποιηθεί στην εξουσία είναι διατεθειμένος να διχάσει τον λαό του, να αποδομήσει τις ένοπλες δυνάμεις ως αντίπαλό του, να στοχοποιήσει ως τρομοκράτη και εχθρό της χώρας οποιονδήποτε διαφωνήσει μαζί του και να απομακρύνει την χώρα από έναν ζωτικό στόχο της που είναι η ένταξη στην ΕΕ.
Παράλληλα, μία από τις πιο ανησυχητικές εξελίξεις στην γείτονα χώρα είναι η συστηματική κατάλυση του κράτους δικαίου με καταπάτηση των ατομικών δικαιωμάτων, αναστολή της ισχύς της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και, εμφανέστατη πλέον, αναφορά στη επιστροφή της θανατικής ποινής, η οποία είχε καταργηθεί στην χώρα από το 2004 ως προϋπόθεση για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η επαναφορά της θανατικής ποινής είναι που ανησυχεί ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους, που παρατηρώντας την μετατροπή της Τουρκίας σε ένα κράτος με αυταρχικό καθεστώς, σταματάνε οποιαδήποτε διαδικασία εισδοχής στην Ένωση διότι με τέτοιου είδους καθεστώτα δεν θέλουν να έχουν οποιαδήποτε σχέση.
Ο Ερντογάν, λοιπόν, απέδειξε ειδικά με βάση τα τελευταία γεγονότα, ότι προκειμένου να σταθεροποιηθεί στην εξουσία είναι διατεθειμένος να διχάσει τον λαό του, να αποδομήσει τις ένοπλες δυνάμεις ως αντίπαλό του, να στοχοποιήσει ως τρομοκράτη και εχθρό της χώρας οποιονδήποτε διαφωνήσει μαζί του και να απομακρύνει την χώρα από έναν ζωτικό στόχο της που είναι η ένταξη στην ΕΕ. Όλα αυτά για να πετύχει προσωπικές φιλοδοξίες και την «δίψα» του για εξουσία και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει μέχρι που θα συνεχιστεί αυτή η «αναδιάρθρωση» του τουρκικού κράτους. Συνεπώς, βλέπουμε ότι δεν χρειάζεται μόνο ο στρατός για να γίνει ένα αυταρχικό καθεστώς αλλά και η πολιτική ηγεσία μπορεί, με τη μόνη διαφορά ότι στην δεύτερη περίπτωση συνειδητοποιείς αργότερα αυτήν την αλλαγή.
σχόλια