Ο Λάμπρος Αραπάκος διατηρεί μια απ' τις πιο ενδιαφέρουσες στήλες του LIFO.gr που λέγεται ΟΙ ΖΩΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ.
Σ' αυτήν όπως και στη στήλη "Πρόσωπα Μέρα-Νύχτα" που δημοσιεύεται στο περιοδικό Trip της εφημερίδας Πελόποννησος (με φωτογραφίες του Βασίλη Σπύρου) και αποσπάσματα της οποίας θα αναδημοσιεύσω σήμερα, παρουσιάζει ανθρώπους της διπλανής πόρτας με έναν βαθύ ανθρωπισμό, με μεγάλη παρατηρητικότητα, με εύστοχο τρόπο.
Σήμερα: Ένας ξυλουργός, μια λουλουδού, μια σερβιτόρα και μια στρίπερ.
-----
ΜΕΡΑ. Νίκος Τσάφος, 28, ξυλουργός
Θα τον συναντήσεις Κορίνθου 344, στο ξυλουργείο που «παρέλαβε» από τον πάτερα του. Εργατικός και πάντα χαμογελαστός, ο Νίκος. Τρέχει όλη μέρα για το μεροκάματο και τα καταφέρνει… Όταν ήταν έφηβος, τα καλοκαίρια και τα σαββατοκύριακα, τα περνούσε μέσα στο ξυλουργείο μαθαίνοντας τη δουλειά. «Στην τρίτη λυκείου, έμεινα στην ίδια τάξη και ο πατέρας μου, μου είπε: ”Ή γράμματα ή ξυλουργείο. Διάλεξε”. Προτίμησα το ξυλουργείο. Παράλληλα, έβαλα μυαλό και τέλειωσα το Λύκειο».
Δυσκολεύεται που κρατάει το μαγαζί μόνος του. «Δεν είναι για ένα άτομο αυτή η δουλειά. Έχει πολύ κουβάλημα και πρέπει να προλάβεις διότι κάνεις πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Χρειάζεται και άλλο άτομο αλλά δε βγαίνω…» εξηγεί.
Ο κόσμος, πλέον, προτιμάει έπιπλα από μεγάλα καταστήματα; «Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα, πελάτες που θέλουν τα έπιπλα από ξύλο. Τώρα δουλεύουμε κυρίως με μερεμέτια, επιδιορθώνουμε τα έτοιμα έπιπλα. Παλιότερα, έβγαιναν περισσότερα χρήματα. ..Η κρίση επηρέασε το επάγγελμα στις μεγάλες δουλειές, δύσκολα κάποιος θα φτιάξει μια κουζίνα από ξύλο 10μ.».
Απολαμβάνει το επάγγελμα του. «Είναι τέχνη, δημιουργία» αναφέρει και συνεχίζει «Χρειάζεται να έχεις φαντασία, μεράκι και να σ’ αρέσει… Το θέμα είναι να μην ξυπνάς το πρωί με νεύρα για να πας στη δουλειά σου. Εάν δεν σ’ αρέσει κάτι, μην το κάνεις- δεν θα έχεις καλά αποτελέσματα… Πάντως, αν με αξιώσει ο Θεός και κάνω οικογένεια και έχω το ξυλουργείο, θα ήθελα το παιδί μου να συνεχίσει το επάγγελμα».
Παρατηρώ τα «κοφτερά» μηχανήματα μέσα στο ξυλουργείο και τον ρωτάω εάν υπάρχει κίνδυνος για ατυχήματα. «Εάν δεν προσέξεις , μπορεί να την πατήσεις. Θέλει συγκέντρωση». Ο ίδιος, μια φορά, είχε «φάει» τα δύο δάχτυλα του. Ευτυχώς, όχι κάτι σοβαρό… «Από τότε προσέχω υπερβολικά».
Σχολιάζει ότι παλιότερα, κάποιοι θεωρούσαν το επάγγελμα του ξυλουργού υποτιμητικό. «Ειδικά αν το κάνει κάποιος νέος». Δε τον νοιάζουν αυτές οι απόψεις. «Το θέμα είναι να έχεις δουλειά».
ΝΥΧΤΑ. Γεωργία Λατέρτσα, 55, λουλουδού στο Romeo Plus
Εδώ και 28 χρόνια εργάζεται ως λουλουδού στα μπουζούκια. «Έχω ζήσει ωραία χρόνια, ειδικά τα πρώτα που δουλεύαμε εξαήμερο». Άλλες εποχές… Πώς ξεκίνησε; «Με γνώριζε ο Χριστόπουλος που είχε το Ελιζέ, είχα πάει να διασκεδάσω στη γιορτή μου -μαζί με τον άντρα μου και φίλους- και μου πρότεινε να δουλέψω. Εκείνη την περίοδο, φτιάχναμε το σπίτι μας και χρειαζόμασταν χρήματα. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα δουλέψω νύχτα»…
Όταν πρωτοξεκίνησε, ντρεπόταν να πουλάει λουλούδια. Σκεφτόταν να τα παρατήσει. Είχε ν’ αντιμετωπίσει και τις αντιρρήσεις του συζύγου της. «Στην αρχή, είχε μεγάλο πρόβλημα. Με παρακολουθούσε. Ζήλευε. Σηκωνόταν τι νύχτα για να δει τι κάνω» θυμάται, χαμογελάει και συνεχίζει: «Παλιά, ο κόσμος το κατηγορούσε το επάγγελμα μας. Τώρα, το έχει συνηθίσει και μας βλέπουν με καλό μάτι».
Η κ. Γεωργία παντρεύτηκε όταν ήταν 17,5 χρόνων, έχει δύο παιδιά και ένα εγγονάκι… Παριζιάνα, Χάντρες, Ελιζέ, Βολκάνο είναι μερικά από τα κέντρα που έχει περάσει. 8 χρόνια εργάστηκε και στην Ναύπακτο. «Έχω δουλέψει με πολλές φίρμες. Με τον Μαζωνάκη και τον Ρέμο γίνεται, πάντα, ο μεγαλύτερος χαμός στα λουλούδια… Όταν ξεκίνησε ο Μαζωνάκης στην Παριζιάνα, δούλευα και εγώ εκεί. Τον έχω μέσα στην καρδιά μου, είναι πολύ απλός. Και τώρα όταν με βλέπει και είναι στην πίστα, σταματάει να τραγουδάει και λέει στον κόσμο “χειροκροτείστε την Γεωργία ”, εγώ παθαίνω πλάκα και κοκκινίζω».
Μέχρι, πότε θα κάνει αυτό το επάγγελμα; «Όσο με θέλουν τ’ αφεντικά και ο κόσμος… Εγώ, πάντως, έχω αγαπήσει τους Πατρινούς και τους ευχαριστώ που παίρνουν λουλούδια από μένα». Γουστάρει τη δουλειά της- και ας της έχουν τύχει στραβά στο παρελθόν. Για παράδειγμα να φύγει κάποιος από το μαγαζί και να μην πληρώσει τα λουλούδια που πέταξε.
«Έχει πέσει με την κρίση το λουλούδι» σχολιάζει… Τη ρωτάω εάν είναι χαμένα λεφτά το να πετάει κάποιος λουλούδια στα μπουζούκια. «Ο καθένας κάνει ότι θέλει τα χρήματα του… Τα λουλούδια είναι μια εκδήλωση θαυμασμού. Δείχνεις ότι κάτι σου αρέσει και στέλνεις ή ρίχνεις λουλούδια. Και αυτό είναι όμορφο»…
ΜΕΡΑ. Μαρία Στενού, 21 ετών, σερβιτόρα
Εδώ και ένα χρόνο, ξυπνάει χαράματα, ετοιμάζεται γρήγορα-γρήγορα και τρέχει για την καφετέρια. Κάθε πρωί, «χάνεται» στους δρόμους… Θα την δεις σε γραφεία και μαγαζιά του κέντρου να πηγαίνει καφέδες μοιράζοντας την πρώτη καλημέρα. Αυτό το πλάσμα, τους ξέρει όλους, μονίμως χαμογελάει και χαιρετάει κόσμο. «Όχι τον καφέ, δε θα μας τον κόψουν» είναι η πιο συχνή ατάκα που ακούει από τους πελάτες.
Η Μαρία είναι από την Ιτέα. Με το που τέλειωσε το σχολείο, αποφάσισε να δουλέψει για ένα χρόνο στην πόλη της, σ’ ένα παιδότοπο έτσι ώστε να μαζέψει χρήματα και να έρθει Πάτρα. «Ήθελα ν’ απογαλακτιστώ, να μη βασίζομαι στους γονείς μου, ν’ αλλάξω πόλη και να ζήσω μόνη μου, να είμαι αυτόνομη». Και τα κατάφερε…
Όταν ήρθε στην Πάτρα, τα βρήκε δύσκολα μέχρι να βρει κάπου να εργαστεί. Δεν τα βάψε μαύρα... Στιγμή δε σκέφτηκε να επιστρέψει στα σίγουρα. Άρχισε να παρακολουθεί σεμινάρια φωτογραφίας και η πρώτη δουλειά σε καφέ ήρθε… Στα 3 χρόνια που μένει εδώ, έχει αλλάξει 3 δουλειές.
«Κάθε άνθρωπος έχει τη δύναμη να σταθεί στα πόδια του -αρκεί να θέλει. Σημασία έχει να έχει διάθεση για κινητοποίηση». Μετάνιωσε που δεν έχει σπουδάσει; «Αν είχα σπουδάσει, θα ήμουν άλλη μια σερβιτόρα με πτυχίο. Δηλαδή, θα ήμουν ακριβώς στην ίδια κατάσταση με τώρα. Προς το παρόν, χαίρομαι που έχω δουλειά και μάλιστα που μ’ αρέσει! Θα ήμουν αχάριστη εάν την αντιμετώπιζα ως δουλειά του ποδαριού»…
ΝΥΧΤΑ. Laura Busuioc, strip χορεύτρια, 25 ετών
Γιάννενα, Άρτα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Πάτρα είναι οι πόλεις που έχει γυρίσει δουλεύοντας ως strip χορεύτρια. Αν και ζει στην Ελλάδα μόνο 3 χρόνια, μιλάει καλά τα ελληνικά. «Μ’ αρέσει να χορεύω και να με κοιτάνε, να μιλάω με τον κόσμο. Μ’ αρέσει η νύχτα και η μουσική». Τι έχει μάθει από τη νύχτα; «Να καταλαβαίνω ποιοι άνδρες μου λένε την αλήθεια και ποιοι με κοροϊδεύουν».
Η Laura ήθελε να σπουδάσει Οικονομικά στη χώρα της αλλά δεν υπήρχαν λεφτά για Πανεπιστήμιο. Αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα και να σπουδάσει τη νύχτα… Η κρίση έχει επηρεάσει το μεροκάματό της. «Παλιά, βγάζαμε πιο πολλά λεφτά. Τώρα, λιγότερα. Όμως, εγώ θέλω να μείνω εδώ, δεν θέλω να γυρίσω πίσω». Οι αδερφές της, έχουν έρθει και αυτές Ελλάδα. Μένουν στα Γιάννενα και είναι κομμώτριες.
Από τις πόλεις που έχει δουλέψει, περισσότερο, της αρέσει η Πάτρα. Τα απογεύματα κάνει βόλτες στη θάλασσα και πίνει καφέ με τις φίλες της…
Τι της λείπει περισσότερο από τη Ρουμανία; «Μόνο η μαμά μου. Τίποτα άλλο. Οι γονείς μου έχουν χωρίσει και η μαμά μου μένει μόνη της εκεί. Της στέλνω λεφτά. Ελπίζω το καλοκαίρι να έρθει και αυτή εδώ μόνιμα. Ξέρει ότι χορεύω σε μαγαζιά και δεν έχει πρόβλημα. Έχει καταλάβει ότι στη ζωή μου, κάνω ότι θέλω. Εγώ είμαι ελεύθερη… Κάθε βράδυ, πριν πάω για δουλειά, την παίρνω τηλέφωνο. Μου λέει να προσέχω και με ρωτάει εάν έφαγα».
---
*Δείτε επίσης: την εξαιρετική στήλη του Λάμπρου Αραπάκου ΟΙ ΖΩΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ.
σχόλια