Πέρσι στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, η ελληνική ταινία Τελευταία Φάρσα έκανε την έκπληξη κερδίζοντας το Βραβείο Θεατών. Ένα χρόνο αργότερα, βγαίνει στις αίθουσες και μπορεί να την παρακολουθήσει και το κοινό (στον Μικρόκοσμο, στην Αθήνα). Ελπίζω ότι θα το κάνει - είναι ένα φιλμ ενδιαφέρον σε πολλά επίπεδα.
Τέσσερις νέοι επιστήμονες έχουν ένα περίεργο «χόμπι»: Να κάνουνε φάρσες-αποκαλύψεις σε μέντιουμ, πνευματιστές κ.λ.π. Ένας από αυτούς μπαίνει στο κοινόβιο ενός ψευδο-θεραπευτή με σκοπό την αποκάλυψη της απάτης. Εκεί όμως, εμπλέκεται συναισθηματικά με μια ασθενή και αρχίζει να αναρωτιέται κατά πόσο έχει δικαίωμα να διαλύσει μια «θεραπευτική αυταπάτη».
==
Η Τελευταία Φάρσα -σκηνοθεσία Βασίλης Ραΐσης- δεν ταιριάζει και πολύ με το σύγχρονο κύμα Ελληνικού Κινηματογράφου που σκίζει στο εξωτερικό: δεν είναι αργή, πένθιμη, ή τελείως εκκεντρική - απευθύνεται δηλαδή και στους μη "μυημένους", γι' αυτό και πιστεύω ότι θα αρέσει στη νεολαία και εκπλήσσομαι που δεν έτυχε μεγαλύτερης, και λαϊκότερης, διανομή.
Οι φάρσες και τα ξεσκεπάσματα στην αρχή του φιλμ σε προετοιμάζουν για καθαρόαιμη κωμωδία - και μάλιστα κάπως αφελή και αδύναμη - μετά μοιάζει πως θα γίνει ρομάντζο. Πηγαίνοντας όμως ο ήρωας στην ομάδα καρκινοπαθών του ψευδο-θεραπευτή έρχεται σε επαφή με τους απελπισμένους που βρήκαν ελπίδα, και γίνεται εμφανές ότι η ταινία ξεφεύγει απ' την πλακατζίδικη νεανική κωμωδία που ξεκίνησε.
Διατηρούνται τα νεανικά στοιχεία και ο γρήγορος ρυθμός όμως το ύφος γίνεται δραματικό. Και αυτό είναι καλό. Σεβόμενος ο σκηνοθέτης την Αρρώστια -και χωρίς να την υποβαθμίζει καθόλου- φτιάχνει μια ταινία και ανάλαφρη αλλά και συγκινητική. Αφήνει κατά μέρους τα ηθικά διδάγματα (δεν επιμένει στο δίπολο επιστήμη vs. ψευδοεπιστήμη) και στέλνει την παρέα διακοπές γεμάτες έρωτα και χαρά, και καλή παρέα και καλοκαίρι και γέλιο. Έτσι κερδίζεις τη ζωή, ακόμα κι αν τελικά την χάνεις.
Χωρίς να θέλω να προδώσω το μεγάλο μυστικό της ταινίας, πρέπει να πω ότι μου έκανε εντύπωση το ότι έμαθα πως οι Έλληνες διανομείς θεωρούν ρίσκο την κυκλοφορία του φιλμ επειδή, εκτός των άλλων, πραγματεύεται το ζήτημα του καρκίνου και του θανάτου.
Ίσως νομίζουν ότι οι θεατές θα τρομάξουν από το θέμα ή θα ψυχοπλακωθούν. Κι όμως: είτε τους αρέσει η ταινία είτε όχι είμαι σίγουρος ότι δεν θα ψυχοπλακωθούν -μάλλον το αντίθετο θα συμβεί...
*Η αρρώστια όπως και στην άλλη περσινή ελληνική ταινία (Wild Duck) δεν υποβαθμίζεται αλλά δεν τραγικοποιείται κιόλας.
Υπάρχουν οι κάτω στιγμές, αλλά κυρίως υπάρχει αυτό που θυμάμαι και απ' τη μαμά μου: μια περίεργη, σχεδόν διαστροφική για όποιον είναι απέξω, χαρά της ζωής. Μια παιδική περιέργεια, μια απελευθέρωση απ' τα μικρά προβλήματα και μια πιο συνειδητοποιημένη ζωή. Είναι τρελό να σου λέει ο καρκινοπαθής ότι τώρα ζει τη ζωή του στο 100% και ότι ζει πολύ πολύ καλύτερα, κι ότι τα 3 χρόνια της αρρώστιας ήταν τα καλύτερα της ζωής του, κι όμως σε κάποιους συμβαίνει.
Η ζωή συνεχίζεται, λένε -με τον τρόπο της η κάθε μία- οι ταινίες μέχρι να διακοπεί, για όλους.
Η συνειδητοποίηση της αξίας της ζωής -και του τι είναι σημαντικό και τι όχι- που κερδίζεις από μία συχνά θανατηφόρα ασθένεια είναι το μοναδικό δώρο σε έναν ωκεανό προβλημάτων που η ίδια η ασθένεια δημιουργεί. (Το μόνο πράγμα που σε σώζει απ' τον καρκίνο είναι, παραδόξως, ο ίδιος ο καρκίνος!)
Αυτοί που καταφέρνουν να αξιοποιήσουν στο έπακρο αυτήν την πολύτιμη συνειδητοποίηση είναι, τελικά, αυτοί που έζησαν πραγματικά τη ζωή τους και που φεύγουν πιο χορτασμένοι. Τι κρίμα που πολλές φορές πρέπει να δεινοπαθήσουμε -ή ακόμα χειρότερα να αρρωστήσουμε- για να φτάσουμε εκεί...
σχόλια