Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter
0

 

Κυριακή 6 Ιουλίου

Η χρονομηχανή της εβδομάδας που μας πέρασε…

 

 

…στις 30 Ιουνίου του 1722

βαπτίζεται ο Jiří Antonín Benda, γνωστός και ως Georg Anton Benda

[Γίρζι Αντονίν Μπέντα ή Γκέοργκ Άντον Μπέντα]

 

 

Staré Benátky, Βοημία, (βαπτ.) 30 Ιουνίου 1722 – Köstritz, Θουριγγία 6 Νοεμβρίου 1795

Τσέχος συνθέτης και βιολονίστας της Κλασικής Περιόδου. Ήταν ο τέταρτος από τους πέντε γιούς του μουσικού Jan Jiří Benda, οι οποίοι ασχολήθηκαν όλοι επίσης με τη μουσική. Από το 1735 έως το 1742 φοίτησε στο Piarist Gymnasium του Kosmanos και στο Jesuit Gymnasium του Gitschin.  Σε ηλικία 20 ετών μετανάστευσε με τους γονείς και τη μοναδική αδελφή του στην Πρωσία όπου συναντήθηκε με τα άλλα αδέρφια του που εργάζονταν ήδη εκεί, και ενσωματώθηκε ως βιολονίστας στην ορχήστρα της Αυλής.

 

Το 1750 διορίστηκε Kapellmeister [chapel master] στην υπηρεσία του Φρειδερίκου του ΙΙΙ,  Δούκα του Saxe-Gotha-Altenburg , κι από αυτή τη θέση ξεδίπλωσε το συνθετικό του ταλέντο γράφοντας καντάτες, όπερες και διάφορα ορχηστρικά έργα. Για τα επιτεύγματά του ως αυλικός συνθέτης, του απονεμήθηκε ως βραβείο μια εξάμηνη άδεια μετ’ αποδοχών προκειμένου να ταξιδέψει στην Ιταλία και να μελετήσει από κοντά τη μουσική της. Ξεκινώντας τον Οκτώβριο του 1765 επισκέφτηκε τη Βενετία (όπου συναντήθηκε με τον συνθέτη Johann Adolph Hasse), τη Μπολόνια, τη Φλωρεντία και τη Ρώμη και εν τω μεταξύ εξοικειώθηκε με τις όπερες των Galuppi, Gluck, Traetta, Piccinni και Paisiello.

 

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter

 

Μετά το θάνατο του Φρειδερίκου του ΙΙΙ (1772) και τη διαδοχή του από τον Ερνέστο τον ΙΙ, οι υποχρεώσεις του Benda ως Kapellmeister μειώθηκαν αισθητά. Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να εισέλθει σε μια νέα συνθετική περίοδο η οποία επηρεάστηκε σημαντικά και από την άφιξη στην Gotha το 1774 ενός θεατρικού θιάσου που του έδωσε την ευκαιρία να ασχοληθεί με τη γερμανική παραστατική μουσική. Το πρώτο έργο που συνέθεσε για τον θίασο αυτό ήταν το μελόδραμα* Ariadne auf Naxos [η Αριάδνη στη Νάξο].

 

 

* ο όρος «μελόδραμα» στη μουσική αναφέρεται σε ένα είδος σύνθεσης χωρίς σκηνική δράση, που συνδυάζει ομιλούντα λόγο (σχεδόν σαν απαγγελία) και μουσική και γνώρισε άνθιση κατά τον 18ο αιώνα. 

 

Η μεγάλη επιτυχία αυτού του εγχειρήματος ώθησε τον Benda να συνθέσει ένα ακόμα μελόδραμα με τίτλο Medea [Μήδεια].

 

Το 1778 ο Benda παραιτείται από τη θέση του Kapellmeister λόγω εσωτερικών διαφωνιών και ταξιδεύει πρώτα στο Αμβούργο κι έπειτα στη Βιέννη με την ελπίδα εύρεσης νέας εργασίας. Όμως οι ελπίδες του διαψεύδονται κι έτσι το 1779 επιστρέφει ξανά στη Gotha έχοντας ωστόσο συνθέσει ένα ακόμα μελόδραμα με τίτλο Pygmalion.

 

 

Εκεί πλέον αποσύρεται σ’ ένα ήσυχο μέρος και συνεχίζει να γράφει μουσική, ταξιδεύοντας μόνο για να παραστεί στο ανέβασμα κάποιου δικού του έργου.

 

Αν και στην εποχή του ο Benda ήταν διάσημος ως συνθέτης εκκλησιαστικής μουσικής, σήμερα είναι γνωστός για τα ορχηστρικά του έργα και κυρίως για τη συνεισφορά του στη γερμανική παραστατική μουσική και ιδιαιτέρως στο μελόδραμα. Παρόλο που δεν ήταν αυτός ο δημιουργός του μελοδράματος, εντούτοις η Αριάδνη και η Μήδεια αποτέλεσαν τα πιο πετυχημένα δείγματα του είδους και υιοθετήθηκαν ως μορφές σχεδόν άμεσα από άλλους συνθέτες της εποχής.  

Αξίζει να αναφερθεί ότι ακόμα και ο ίδιος ο Mozart εξέφραζε τον ενθουσιασμό του για τα μελοδράματα του Benda, γεγονός που καταγράφεται σε μια επιστολή προς τον πατέρα του, με ημερομηνία 12 Νοεμβρίου 1778.

 

 

 

====

 

 

…την 1η  Ιουλίου 1927

 

κατά τη διάρκεια του 5ου Διεθνούς Φεστιβάλ του ISCM (International Society for Contemporary Music) στη Φρανκφούρτη, γίνεται η πρεμιέρα του Κοντσέρτο για Πιάνο αρ.1 του Béla Bartók [Μπέλα Μπάρτοκ], υπό τη διεύθυνση του Wilhelm Furtwängler και σολίστ στο πιάνο τον ίδιο τον Bartók.

 


 

Μετά από μια περίοδο λιγοστής συνθετικής δραστηριότητας αλλά εκτεταμένης μελέτης, ο Bartók επιστρέφει το 1926 εγκαινιάζοντας μια νέα δημιουργική περίοδο. Έχοντας μελετήσει σε βάθος την έντεχνη δυτική μουσική παράδοση (Bach, Beethoven, Debussy…), έχοντας αποκομίσει πληθώρα εμπειριών από την προσωπική του έρευνα επάνω στη λαϊκή μουσική της πατρίδας του και άλλων χωρών της ανατολικής Ευρώπης, κι έχοντας δεχθεί επιρροές και από τα σύγχρονά του μουσικά ακούσματα (κυρίως από τον Stravinsky) καταλήγει πλέον στη διαμόρφωση ενός απολύτως προσωπικού και δεξιοτεχνικού στυλ. Όλος αυτό ο «καμβάς» των επιρροών του, βρίσκεται πίσω από τις νότες του Κοντσέρτο για Πιάνο αρ.1: η μπαρόκ πολυφωνία, η κλασσική μοτιβική επεξεργασία, οι σκληρές διαφωνίες, τα αιχμηρά ηχοχρώματα και τα ρυθμικά «σφυροκοπήματα» του 20ου αιώνα…  

 

Η πρεμιέρα του έργου είχε μέτρια επιτυχία. Το έργο αποδείχθηκε αρκετά δύσκολο τόσο για την ορχήστρα όσο και για το ακροατήριο. Ακόμα κι ο ίδιος ο Bartók παραδέχθηκε ότι το μέρος του πιάνο αποτελεί μεγάλη δοκιμασία για τον εκτελεστή. Κι έτσι μετά από αυτή την εμπειρία του, φρόντισε ώστε το επόμενο Κοντσέρτο για Πιάνο να είναι μελωδικότερο και με λιγότερες τεχνικές δυσκολίες.       

 

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter

 

Ο Béla Bartók (Nagyszentmiklós, Ουγγαρία (τώρα Ρουμανία), 1881 -  Νέα Υόρκη,1945) ήταν ούγγρος συνθέτης, πιανίστας και εθνομουσικολόγος. Μεγάλωσε μέσα σ’ ένα φιλόμουσο περιβάλλον και έλαβε τα πρώτα μαθήματα πιάνου από την μητέρα του. Αργότερα σπούδασε πιάνο και σύνθεση στην Βασιλική Μουσική Ακαδημία της Βουδαπέστης. Το τραγούδι μιας γυναίκας από την επαρχία, που άκουσε τυχαία το 1904, πυροδότησε το δια βίου ενδιαφέρον του για την παραδοσιακή μουσική της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας και των γύρω περιοχών. Συνέλεξε εκατοντάδες τραγούδια και χορούς, επιμελήθηκε την έκδοσή τους σε συλλογές και μελέτησε σε βάθος την παραδοσιακή μουσική.

 

Επιπλέον ασχολήθηκε με την ενορχήστρωση αρκετών λαϊκών μελωδιών, συνέθεσε έργα βασισμένα σε κάποιες από αυτές και δανείστηκε στοιχεία από διάφορες μουσικές παραδόσεις τα οποία ενσωμάτωσε στις ορχηστρικές του δημιουργίες.

 

Γενικά η μουσική του Bartók είναι ένα πολύ ιδιαίτερο «μείγμα» στοιχείων τα οποία συνέλεξε και αφομοίωσε από τις «πηγές» που ο ίδιος θαύμαζε: τον Liszt, τον Strauss, τον Debussy, την παραδοσιακή μουσική και τον Stravinsky. Η μελωδική γονιμότητα και η ρυθμική ζωντάνια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά που εξασφάλισαν την αθανασία σε όλο το έργο του.

 

 

 

 

=====

…στις 2 Ιουλίου 1900

γίνεται στο Ελσίνκι η πρεμιέρα του συμφωνικού ποιήματος Finlandia op.26 του Jean Sibelius [Γιαν Σιμπέλιους]. Η Φινλανδία αποτελούσε τμήμα της Τσαρικής Αυτοκρατορίας από το 1809 έως το 1917 οπότε και απέκτησε την ανεξαρτησία της. Το έργο Finlandia ήταν το τελευταίο μέρος μιας εκτενέστερης σύνθεσης [που αποτελούταν από μια εισαγωγή και 6 tableaux] που στις 2 Ιουλίου του 1900 παρουσιάστηκε σε μια συγκαλυμμένη πατριωτική εκδήλωση των Φινλανδών με σκοπό την οικονομική ενίσχυση του συνταξιοδοτικού ταμείου Τύπου του Ελσίνκι και γενικά την υποστήριξη του Τύπου ενάντια στη επιβαλλόμενη τσαρική λογοκρισία. Ακόμη και η Finlandia άλλαξε στη συνέχεια αρκετές φορές τίτλο [όπως για παράδειγμα Happy Feelings at the awakening of Finnish Spring, και A Scandinavian Choral March] προκειμένου να αποφύγει τη ρωσική λογοκρισία η οποία θα απαγόρευε τη δημόσια εκτέλεσή της.

 


 

Η μουσική στο μεγαλύτερο μέρος του έργου είναι ταραχώδης, σχεδόν επαναστατική, παραπέμποντας στον αγώνα για απελευθέρωση του φινλανδικού λαού. Ο πατριωτικός ενθουσιασμός του Finlandia (παρόλο που δεν περιλαμβάνει καθόλου φινλανδικά φολκλορικά μουσικά στοιχεία) τελικά υιοθετήθηκε ως σύμβολο των φινλανδικών εθνικών προσδοκιών.

 

Το έργο είναι γραμμένο για ορχήστρα ωστόσο ο Sibelius αργότερα το διασκεύασε για σόλο πιάνο.

 

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter

 

Ο Jean Sibelius (Hämeenlinna, 1865 - Järvenpää, 1957) ήταν Φινλανδός συνθέτης. Υπήρξε αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος συνθέτης της Φινλανδίας και ο πιο δυνατός συμφωνιστής που αναδείχθηκε από τη  Σκανδιναβία. Το σημαντικότερο μέρος του έργου του αποτελείται από συνθέσεις για ορχήστρα: 7 Συμφωνίες, ένα κοντσέρτο για βιολί, πολυάριθμα συμφωνικά ποιήματα…

 

Τα έργα του ξεχωρίζουν χάρη στην εκπληκτικά πρωτότυπη προσαρμογή ήδη γνώριμων μουσικών στοιχείων (τονική αρμονία, ηχοχρώματα, μουσικές φόρμες…), στο απολύτως προσωπικό του ιδίωμα. Η μουσική του φέρνει στο νου πολλές και αντιφατικές σκέψεις και διαθέσεις: από τον πατριωτικό ενθουσιασμό και την πολιτική πάλη έως την απόλυτη μελαγχολία και απομόνωση· από βαθυστόχαστους προβληματισμούς γύρω από τις διάφορες μουσικές ιδέες ή ηχητικές υφές έως τον διαλογισμό επάνω στα μυστήρια, το μεγαλείο και τους φόβους των αρχετυπικών λαϊκών μύθων.

 

Απόλυτος κύριος της συμφωνικής τέχνης και της συμπυκνωμένης λογικής (κυρίως ως προς τις μουσικές δομές), ο Sibelius βάσισε ένα μεγάλο μέρος της μουσικής του στον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος αντιλαμβανόταν την φινλανδική εθνική ιδιοσυγκρασία. Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα ο Sibelius θεωρούταν στην Φινλανδία εθνικός ήρωας και ο πιο φημισμένος καλλιτέχνης της και εκτός των συνόρων.  Ωστόσο γενικά η φήμη του υπήρξε ιδιαίτερα ασταθής καθώς υπήρξαν πάμπολλες και αντικρουόμενες τοποθετήσεις τόσο από τους υποστηρικτές όσο κι από τους επικριτές της μουσικής του.   

       

 ====

 

 

ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ

 

…στις 5 Ιουλίου 1937

γίνεται στη Μόσχα η πρεμιέρα του Κοντσέρτο για Πιάνο, op.38 του Aram Khachaturian [Αράμ Χατσατουριάν] υπό τη διεύθυνση του Lev Steinberg και σολίστ στο πιάνο τον Lev Oborin, στον οποίο ο συνθέτης αφιέρωσε το έργο αυτό. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του ο Khachaturian συνέθεσε περισσότερα από 50 έργα.

 

Και παρόλο που το έργο που παρουσίασε ως πτυχιακή εργασία –η Συμφωνία αρ.1– ήταν το πρώτο ηχηρό δείγμα του επιπέδου της πρωτοτυπίας και της τεχνογνωσίας του, ήταν τα λαμπερά ηχοχρώματα, η ζωντάνια και ο συνδυασμός μουσικής φόρμας και αυτοσχεδιασμού του Πιάνο Κοντσέρτο που τον ανέδειξαν και τον καθιέρωσαν στα δυτικά μουσικά πράγματα.

 


 

Το κοντσέρτο αυτό είναι μια συνθετική καινοτομία. Έχοντας αφομοιώσει το συνθετικό στυλ του κοντσέρτο όπως αυτό αναπτύχθηκε από τους Liszt, Tchaikovsky, Rachmaninov, Ravel, and Prokofiev, ο Khachaturian εισάγει νέες ιδέες στην εξέλιξη του είδους αυτού κυρίως σε ότι αφορά τη φόρμα, τις συνθετικές τεχνικές και τον θεματικό χαρακτήρα. Το Πιάνο Κοντσέρτο βρίθει από υπέροχα, ποικιλόμορφα και απολύτως εκφραστικά θέματα: δυναμικά ή λυρικά, στοχαστικά ή με χιούμορ, τρυφερά ή γεμάτα φλογερό ταμπεραμέντο αποτυπώνουν, σε συνδυασμό με τα ευδιάκριτα ίχνη των επιρροών από τις διάφορες ανατολικές μουσικές παραδόσεις, ορισμένα από τα μοναδικά χαρακτηριστικά του συνθετικού ύφους του συνθέτη. Το έργο αυτό έτυχε ευρύτατης αποδοχής τόσο από το κοινό όσο κι από τους εκτελεστές και ενσωματώθηκε άμεσα στο ρεπερτόριο πολλών αξιόλογων σολίστ του πιάνο.    

 

Το Μουσικό Αφιέρωμα της Κυριακής Facebook Twitter

 

Ο Aram Khachaturian (Τιφλίδα, 1903 – Μόσχα, 1978) ήταν Aρμένιος συνθέτης και αρχιμουσικός. Από πολλούς θεωρείται η κορυφαία προσωπικότητα του αρμενικού πολιτισμού του 20ου αιώνα, κι ένας από τους πυλώνες της Σοβιετικής Σχολής μαζί με τους Sergei Prokofiev και Dmitri Shostakovich. Εξάλλου ήταν ο πρώτος συνθέτης που τοποθέτησε την αρμενική μουσική σε διεθνές επίπεδο. Τα έργα του επηρέασαν τη μουσική δημιουργία όχι μόνο στην Αρμενία αλλά και στην Ασία και τη Ν.Αμερική. Αν και πολυγραφότατος ως συνθέτης, η φήμη τους διεθνώς βασίστηκε κυρίως στο Κοντσέρτο για πιάνο και στα μπαλέτα «Gayane» και «Spartacus». Επιπλέον έγραψε μουσική για περίπου 25 ταινίες του ρωσικού κινηματογράφου. Συνδυάζοντας τα δυτικά μουσικά επιτεύγματα της εποχής του με διάφορες εκφάνσεις την αρμενικής παράδοσης (όπως τα παραδοσιακά τραγούδια της υπαίθρου, την αστική λαϊκή οργανική μουσική κ.α.) ο Khachaturian δημιούργησε μια νέα αισθητική. Τα παραδοσιακά στοιχεία που ενσωμάτωσε στο στυλ του «ευθύνονται» εν ολίγοις για την το επίπεδο του αυτοσχεδιασμού και της δεξιοτεχνίας, τη ρυθμική πολυπλοκότητα, την πολύ-θεματικότητα και την εκτεταμένη χρήση του «μονολόγου» που χαρακτηρίζουν τα τρία του κοντσέρτι [Πιάνο Κοντσέρτο, Κοντσέρτο για Βιολί και Κοντσέρτο για Τσέλο]. Η μουσική του Khachaturian υπήρξε σίγουρα μια από τις σημαντικότερες γέφυρες που συνέδεσαν τις Ευρωπαϊκές και Ανατολικές μουσικές παραδόσεις του 20ου αιώνα.

 

 

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι προβληματικές, βαθιά σεξιστικές δηλώσεις του Δημήτρη Παπανώτα για την «υστερία» των γυναικών - Μικροπράγματα

Mικροπράγματα / Οι προβληματικές, βαθιά σεξιστικές δηλώσεις του Δημήτρη Παπανώτα για την «υστερία» των γυναικών

«Υστερικές» όσες μιλούν συνεχώς για τα γυναικεία δικαιώματα και «τα θέλουν» όσες είναι θύματα καταπίεσης και δεν το καταγγέλλουν, μάς ενημερώνει ο υποψήφιος ευρωβουλευτής, Δημήτρης Παπανώτας.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΝΑ ΚΡΑΒΑΡΗ