Τα αυτοάνοσα είναι νοσήματα στο πλαίσιο των οποίων το ανοσοποιητικό σύστημα λανθασμένα επιτίθεται και καταστρέφει τα δικά του κύτταρα και ιστούς. Τα πιο συχνά είναι η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, η ψωρίαση, η ατοπική δερματίτιδα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η νόσος του Crohn, η ελκώδης κολίτιδα, η σκλήρυνση κατά πλάκας και ο ερυθηματώδης λύκος.
Έχουν περιγραφεί πάνω από 150 αυτοάνοσες ασθένειες μέχρι σήμερα και ο αριθμός τους αυξάνεται συνεχώς. Επιδημιολογικά στοιχεία είναι διαθέσιμα μόνο για 24 από τις 150 αυτοάνοσες ασθένειες. Αυτός είναι και λόγος που τα επίσημα στατιστικά στοιχεία αναφέρουν ότι 1 άτομο στα 20 πάσχει από αυτοάνοση νόσο. Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Αυτοάνοσων Νοσημάτων (AARDA), όμως, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα αυτοάνοσα, 1 στους 5 ανθρώπους νοσούν από αυτά.
Πρόκειται για την πιο συχνή αιτία χρόνιας νόσου και υπολογίζεται ότι οι ασθενείς που πάσχουν από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα ξεπερνούν συνολικά αυτούς που πάσχουν από καρδιολογικά νοσήματα και καρκίνο μαζί.
Οι αιτιολογικοί παράγοντες είναι τόσο γενετικοί, σχετίζονται δηλαδή με κληρονομική προδιάθεση, όσο και σχετικοί με τον τρόπο ζωής, το περιβάλλον, τη διατροφή, την τοξική επιβάρυνση, την έλλειψη σε βιταμίνες, όπως αυτή της βιταμίνης D3, την έλλειψη άσκησης, τη διαταραχή του μικροβιώματος και το στρες.
Οι αιτιολογικοί παράγοντες είναι τόσο γενετικοί, σχετίζονται δηλαδή με κληρονομική προδιάθεση, όσο και σχετικοί με τον τρόπο ζωής, το περιβάλλον, τη διατροφή, την τοξική επιβάρυνση, την έλλειψη σε βιταμίνες, όπως αυτή της βιταμίνης D3, την έλλειψη άσκησης, τη διαταραχή του μικροβιώματος και το στρες.
Τα γονίδια (κληρονομικότητα) εμπλέκονται περίπου στο 20% των αιτιών των χρόνιων ασθενειών, όπως τα αυτοάνοσα, ενώ οι παράγοντες που επηρεάζουν τη λειτουργία του οργανισμού από τη γέννηση και μετά εμπλέκονται κατά 80%.
Η βασική διαταραχή εντοπίζεται στην αδυναμία του ανοσοποιητικού συστήματος να αναγνωρίσει τα δικά του κύτταρα και όργανα, που λανθασμένα εκλαμβάνει ως ξένα και τους επιτίθεται. Αυτό οφείλεται κυρίως σε υπερλειτουργία του ανοσοποιητικού και νέες μελέτες το αποδίδουν κυρίως στη ραγδαία αλλαγή που έχει προκύψει στον σύγχρονο τρόπο ζωής τα τελευταία 50 χρόνια.
Είναι αξιοσημείωτο ότι όσο πιο υψηλό είναι το βιοτικό επίπεδο μιας χώρας τόσο υψηλότερη είναι και η επίπτωση των αυτοάνοσων ασθενειών.
Η αυξημένη κατανάλωση βιομηχανικά επεξεργασμένων τροφών επιβαρημένων με επιπρόσθετη ζάχαρη, οξειδωμένα λιπαρά και αλάτι μαζί με την αλλαγή της ισορροπίας των μικροοργανισμών που αποικίζουν τόσο τον ανθρώπινο οργανισμό όσο και το περιβάλλον συμβάλλουν καθοριστικά στην απώλεια της ικανότητας του ανοσοποιητικού συστήματος να αναγνωρίζει τα δικά του όργανα και ιστούς.
Παράγοντες όπως η παχυσαρκία, η έλλειψη άσκησης, η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ και η κατάχρηση αντιβιοτικών διαταράσσουν επιπρόσθετα την ισορροπία του οργανισμού και συνδέονται με αυξημένα ποσοστά εμφάνισης αυτής της κατηγορίας ασθενειών.
Από τα παραπάνω είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι οι αυτοάνοσες ασθένειες είναι πολυπαραγοντικά νοσήματα και δεν ότι υπάρχει μια μαγική θεραπεία για την αντιμετώπισή τους. Σύγχρονες διαγνωστικές και θεραπευτικές εξελίξεις επιτρέπουν τη βέλτιστη αντιμετώπισή τους, πρέπει όμως κάθε ασθενής να συμμετέχει ενεργά στη θεραπεία του με πιο υγιεινές επιλογές αναφορικά με τον τρόπο ζωής και διατροφής. Είτε προληπτικά είτε θεραπευτικά, πρέπει να προτιμώνται μη επεξεργασμένες τροφές, όπως φρέσκα λαχανικά, ψάρι, ξηροί καρποί, λάδι ελιάς, ελιές, η πόση επαρκούς ποσότητας νερού, η συντηρητική κατανάλωση αλκοόλ, η διατήρηση φυσιολογικού βάρους, η αποφυγή του καπνίσματος και η συστηματική άσκηση.
Ο τρόπος και τα μέσα διάγνωσης διαφέρουν ανάλογα με το όργανο που εμπλέκεται. Η διάγνωση μπορεί να είναι είτε κλινική, όπως στην περίπτωση της ψωρίασης, είτε να βασίζεται σε εργαστηριακές εξετάσεις, όπως η ανίχνευση αντισωμάτων στη θυρεοειδίτιδα Hashimoto και στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, είτε σε απεικονιστικό έλεγχο, όπως η διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας στην περίπτωση της σκλήρυνσης κατά πλάκας ή και σε συνδυασμό των παραπάνω.
Νέες φαρμακευτικές προσεγγίσεις προσθέτουν συνεχώς νέα όπλα στη φαρέτρα των γιατρών για την αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων. Η σύγχρονη ιατρική, όμως, δίνει έμφαση στην εξατομίκευση. Όπως περιγράφηκε παραπάνω, οι παράγοντες που εμπλέκονται στην ανάπτυξη κάθε αυτοάνοσου νοσήματος είναι πολυάριθμοι και μπορούν να διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Κάθε ασθενής έχει διαφορετικά γονίδια, έχει ζήσει σε διαφορετικό περιβάλλον, είναι μια μοναδική προσωπικότητα που αντιμετωπίζει διαφορετικά κάθε κατάσταση, αντιδρά διαφορετικά στις φαρμακευτικές αγωγές και έχει συσσωρεύσει διαφορετικές ελλείψεις και τοξικό φορτίο κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Πλέον δεν αρκεί να ελέγχουμε έναν οργανισμό απλώς για συμπτώματα της νόσου. Πρέπει να στοχεύουμε στην επαναφορά του οργανισμού στη φυσιολογική του ισορροπία με συνδυαστικές θεραπείες. Δηλαδή, να υλοποιούμε μια συνολική μεταβολική προσέγγιση, στο πλαίσιο της οποίας, παράλληλα με την ενδεικνυόμενη φαρμακευτική αγωγή σε έναν ασθενή, θα πρέπει να διορθώνουμε και τις μεταβολικές διαταραχές που αρχικά προκάλεσαν τη νόσο.
Η ιατρική προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη συνολικά αυτούς τους διαφορετικούς παράγοντες ονομάζεται «ιατρική ακριβείας» και στοχεύει στον εντοπισμό της κατάλληλης θεραπείας, στον κατάλληλο ασθενή την κατάλληλη στιγμή. Ειδικές εξετάσεις που μετράνε τα πολύ μικρά μόρια που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού παρέχουν πληροφορίες στον γιατρό ώστε να προχωρήσει σε εξατομικευμένες θεραπείες, να καλύψει τις ελλείψεις του οργανισμού και να καθοδηγήσει τον ασθενή του σε έναν πιο συνολικό και αιτιολογικό τρόπο αντιμετώπισης.
Info
Διαβάστε περισσότερα στο drtsoukalas.com
σχόλια