Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, οι εντατικοί ρυθμοί της καθημερινότητας και κυρίως η οικονομική κρίση αποδεικνύονται καταλυτικοί παράγοντες στην επιδείνωση της υγείας των Ελλήνων.
Σε όποιο νοσοκομείο κι αν βρεθεί κανείς θα ακούσει τους περισσότερους γιατρούς να υποστηρίζουν με βεβαιότητα ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα έχουν εξελιχθεί σε μια σύγχρονη μάστιγα.
Ήδη, υπολογίζεται ότι το 5% του πληθυσμού στη χώρα μας εμφανίζει κάποια αυτοάνοση διαταραχή, ενώ το ανησυχητικό είναι πως τα συγκεκριμένα νοσήματα παρουσιάζουν σημαντική έξαρση τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας.
Σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν καταγραφεί περισσότερες από ογδόντα περιπτώσεις αυτοάνοσων, με πιο χαρακτηριστικές τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τη λεύκη, την ψωρίαση, τη σκλήρυνση κατά πλάκας, τον ερυθηματώδη λύκο, τις αγγειίτιδες, το έκζεμα, το άσθμα και τη θυρεοειδίτιδα.
Οι ασθενείς που δεν συνθηκολογούν με την κατάστασή τους είναι σαν να πετάνε τα φάρμακά τους. Είναι κάτι που θα κουβαλάμε όλη μας τη ζωή. Άρα πρέπει να αναζητήσεις το φως, να διακρίνεις την ελπίδα, να αποβάλεις το άγχος, το στρες και τις φοβίες. Τότε σίγουρα θα αισθανθείς καλύτερα.
Αιτίες - παράγοντες
Τι είναι όμως τα αυτοάνοσα νοσήματα; «Το ανοσοποιητικό σύστημα είναι ένα πολύπλοκο δίκτυο αποτελούμενο από κύτταρα και χημικές ουσίες. Ο κομβικός του ρόλος είναι η προστασία του οργανισμού και η αντιμετώπιση των λοιμώξεων οι οποίες προκαλούνται από βακτήρια, ιούς και άλλους μικροοργανισμούς που εισβάλλουν στο σώμα.
Όταν, λοιπόν, λέμε ότι κάποιος πάσχει από αυτοάνοσο νόσημα σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό του σύστημα, λανθασμένα, επιτίθεται εναντίον του ίδιου του τού σώματος, στοχεύοντας στα κύτταρα, στους ιστούς και στα όργανά του» μου λέει ο κ. Αθανάσιος Τζιούφας, καθηγητής Παθολογίας - Ανοσολογίας στο Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και διευθυντής Κλινικής Παθολογικής Φυσιολογίας στο Γ.Ν. «Λαϊκό».
Οι κυριότεροι παράγοντες των αυτοάνοσων εντοπίζονται στο γενετικό υπόστρωμα, στις ορμόνες, στο στρες, καθώς και στο περιβάλλον. «Τα αυτοάνοσα προσβάλλουν περίπου το 5-8% του γενικού πληθυσμού και χωρίζονται σε δύο κατηγορίες.
Σ' εκείνα που δημιουργούν πρόβλημα σε ένα μόνο όργανο, όπως ο θυρεοειδής ή το πάγκρεας, και στα πολυσυστηματικά νοσήματα, τα οποία προσβάλλουν πάνω από ένα όργανο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας νόσου είναι ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος.
Παράλληλα, ο ασθενής θα πρέπει να γνωρίζει ότι μιλάμε για χρόνια νοσήματα. Όπως αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, χρειάζεται συνεχής ενασχόληση, σταθερός γιατρός, τακτική κλινική παρακολούθηση αλλά και εργαστηριακές εξετάσεις για την αντιμετώπιση των παρενεργειών από τα φάρμακα που λαμβάνονται ως αγωγή» λέει ο κ. Τζιούφας.
Στο ανοσολογικό εργαστήριο του Λαϊκού όπου συνάντησα τον κ. Τζιούφα υπήρχαν φωτογραφίες από συνέδρια, ιατρικά περιοδικά και πολλές τοιχοκολλημένες αφίσες που σε πληροφορούν για τα αυτοάνοσα. Τον ρωτώ αν είναι αλήθεια ότι το άγχος αποτελεί πλέον μια βασική αιτία της έξαρσής τους.
«Αναμφισβήτητα, το άγχος και το στρες του σύγχρονου ρυθμού ζωής έχουν συμβάλει στην έξαρση των αυτοάνοσων. Ακόμη δεν έχει δημοσιευτεί κάποια επίσημη μελέτη που να αποδεικνύει σημαντική αύξησή τους. Μια μεγάλη αύξηση που έχει παρατηρηθεί, πάντως, πιθανόν να είναι και πλασματική, διότι πλέον έχουμε τη δυνατότητα να ανιχνεύουμε τις προκλινικές μορφές αυτοάνοσων πιο έγκαιρα σε σχέση με το παρελθόν.
Τα αυτοάνοσα, όπως κάθε χρόνιο νόσημα, μπορεί να επηρεάζεται τόσο στην εμφάνιση όσο και στην εξέλιξή του από την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου. Είναι αυταπόδεικτη, λοιπόν, η επίδραση της οικονομικής κρίσης, αφού μελέτες έχουν δείξει ότι και κατά το παρελθόν πολλά ψυχοτραυματικά γεγονότα έχουν επηρεάσει τη ζωή του.
Το ψυχικό στρες αποδιοργανώνει το ανοσολογικό σύστημα, με αποτέλεσμα αυτό να παράγει κυτταροκίνες που "επικοινωνούν" με τον εγκέφαλο. Επομένως, η κακή ψυχική υγεία και κατάσταση του θυμικού του ασθενούς είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες των αυτοάνοσων, όχι όμως ο κυρίαρχος» υποστηρίζει.
«Το αυτοάνοσο νόσημα έχει κλινικές εκδηλώσεις που προέρχονται συνήθως από το μυοσκελετικό σύστημα: αρθρώσεις και μυς που μας πονούν, λεμφαδένες διογκούμενοι, εξανθήματα στο σώμα, μακροχρόνιος πυρετός και πληγές στο στόμα.
Οι ασθενείς θα πρέπει να επισκεφτούν τον γιατρό άμεσα, όχι για να κάνουν προληπτική εξέταση. Πρέπει να πάνε σε εξειδικευμένο γιατρό» απαντά στην ερώτηση για το πότε θα πρέπει κάποιος να ανησυχήσει.
Του υπενθυμίζω ότι η εικόνα που επικρατεί στα νοσοκομεία όλης της χώρας δεν είναι η καλύτερη. Μπορεί αυτό να έχει περισσότερες συνέπειες; «Αντικειμενικά, υπάρχουν πολλά προβλήματα στον χώρο της υγείας. Όμως όλα εξαρτώνται από το δίπολο γιατρός - ασθενής και από το κατά πόσο αναπτύσσεται μια καλή χημεία, ικανή να υπερκεράσει όλα τα προβλήματα.
Οι καθυστερήσεις στα φάρμακα και η παθογένεια των ασφαλιστικών ταμείων είναι μια απτή πραγματικότητα, όμως η εμπειρία μού έχει δείξει ότι τα προβλήματα δημιουργούνται όταν υπάρχει κακή σχέση μεταξύ του γιατρού και του ασθενή. Ας μην τα ρίχνουμε όλα στο σύστημα και την πολιτεία» δηλώνει.
«Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι περίπου 500.000 άνθρωποι πάσχουν από αυτοάνοσα νοσήματα», αναφέρει ο κ. Τζιούφας και προσθέτει: «Πρόκειται για νοσήματα που ακόμη δεν είναι ιάσιμα. Η διεθνής επιστημονική κοινότητα θα πρέπει να θέσει άμεσα κριτήρια πρώιμης διάγνωσης της νόσου. Το πιο σημαντικό είναι να μπορέσουμε να την ανιχνεύουμε πριν ξεκινήσουν οι μεγάλες φλεγμονές στο σώμα. Διότι μόνο η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να καταστήσει σε ύφεση το αυτοάνοσο νόσημα.
Ο ασθενής οφείλει να πληροφορείται, να γνωρίζει τη νόσο του και να μη στρέφεται σε εναλλακτικές θεραπείες. Όπως έλεγε και ο δάσκαλός μου: "O ενημερωμένος ασθενής κάνει πάντοτε τον γιατρό καλύτερο"» καταλήγει.
Μαρτυρίες - προβλήματα - συνέπειες
Η Χαρά Παπαστάμου είναι ασθενής με ρευματοειδή αρθρίτιδα και εκπρόσωπος του Συλλόγου Υποστήριξης Ρευματοπαθών - ΙΗΣΩ.
«Τα ρευματικά νοσήματα δεν αφορούν μόνο τις μεγάλες ηλικίες, όπως νομίζουν οι περισσότεροι, αλλά ξεκινούν από την παιδική ή την πρώιμη ενήλικη ζωή. Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, παρά την εξέλιξη της ρευματολογίας, υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στην ακριβή διάγνωση και επομένως στην έγκαιρη αντιμετώπιση των νοσημάτων μας» μου λέει στη συνάντησή μας κατά τη διάρκεια ενός ηλιόλουστου πρωινού στο κέντρο της Αθήνας.
«Οι ασθενείς, µη γνωρίζοντας σε ποια ειδικότητα να απευθυνθούν, περιπλανώνται από ειδικότητα σε ειδικότητα, μέχρι να φτάσουν τελικά στον ρευματολόγο και να προχωρήσουν στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, και αρκετές φορές έχουν υποστεί ήδη τις αρνητικές συνέπειες της ασθένειας π.χ. παραμορφώσεις, βλάβη σε ζωτικά όργανα ή ακόμα και αναπηρία.
Απαιτείται, επομένως, ενημέρωση και οργανωμένη πρωτοβάθμια φροντίδα, μέσω της οποία ο ασθενής θα οδηγείται έγκαιρα στην κατάλληλη ειδικότητα για την αντιμετώπιση του νοσήματός του» προσθέτει.
Συμφωνεί ότι έχει παρατηρηθεί αύξηση των χρόνιων νοσημάτων εξαιτίας της κρίσης;
«Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν ότι πάσχουν από κάποιο αυτοάνοσο ρευματικό νόσημα έχει αυξηθεί. Τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι τα περιστατικά χρόνιων παθήσεων αναμένεται να αυξηθούν κι αυτό οφείλεται στην υποβάθμιση των προσφερόμενων υπηρεσιών υγείας, στα χαμηλότερα εισοδήματα, στη μικρότερη ζήτηση για ιατρικές υπηρεσίες, στο αυξημένο άγχος και στην υιοθέτηση ανθυγιεινού τρόπου ζωής» απαντά η κ. Παπαστάμου.
Όπως υποστηρίζει, οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης στην περίθαλψη των ρευματοπαθών είναι σημαντικές.
«H οικονομική κρίση και οι περικοπές στον χώρο της υγείας έχουν επηρεάσει δραματικά την ποιότητα περίθαλψης των ρευματοπαθών. Εξαιτίας της κρίσης όλο και περισσότεροι ασθενείς επισκέπτονται τις δημόσιες δομές της χώρας. Τριάντα τοις εκατό ήταν η αύξηση που διαπιστώθηκε από έρευνες σε μονάδες που διαθέτουν ρευματολόγο.
Επίσης, οι ελάχιστες οργανωμένες ρευματολογικές κλινικές στα δημόσια νοσοκομεία έχουν πολλές ελλείψεις είτε σε ιατρικό είτε σε νοσηλευτικό προσωπικό. Τεράστιες αναμονές στα ραντεβού, από τρεις έως έξι μήνες, φυσικά λόγω της αυξημένης προσέλευσης των ασθενών για οικονομικούς, ως επί το πλείστον, λόγους.
Πολλοί ασθενείς µε φλεγµονώδεις κυρίως αρθρίτιδες, ανθεκτικές στα συμβατικά φάρμακα, κάνουν θεραπείες µε βιολογικούς παράγοντες. Οι θεραπείες αυτές χορηγούνται αποκλειστικά από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ ή των δημόσιων νοσοκομείων, ειδικά όταν είναι ενδονοσοκοµειακές, και γίνονται με μηδενική συμμέτοχη του ασθενή.
Εδώ να πούμε ότι είναι ελάχιστα τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, οπότε οι ώρες αναμονής ατελείωτες.
Αυτή η διαδικασία, πέρα από την ταλαιπωρία που προκαλεί στους ήδη ταλαιπωρημένους από την ασθένειά τους ανθρώπους, δημιουργεί επιπλέον προβλήματα σε όλη την οικογένεια του ασθενή, επιβαρύνοντάς τους µε το κόστος της μετακίνησης και την απώλεια εργατικών ωρών.
Ας μη μιλήσουμε για τους ασθενείς της επαρχίας, οι οποίοι αναγκάζονται να κάνουν ολόκληρο ταξίδι για να προμηθευτούν το φάρμακο τους, ενώ πολλές φορές χρειάζεται να επισκεφτούν και δύο φορές τα φαρμακεία του ΕΟΠΠΥ για να τα καταφέρουν.
Όσον αφορά τις νοσοκομειακές θεραπείες, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ελάχιστα από τα δημόσια νοσοκομεία διαθέτουν μονάδες ενδονοσοκομειακών θεραπειών. Εκτός αυτού, λόγω των χαμηλών προϋπολογισμών των νοσοκομείων, υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες για έλλειψή τους από τα φαρμακεία των νοσοκομείων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία του ασθενή.
Εξαιτίας της συχνής συννοσηρότητας, που προέρχεται κατά βάση από το κυρίως νόσημα, για παράδειγμα οστεοπόρωση, καρδιαγγειακά προβλήματα και υπέρταση, οι ασθενείς είναι υποχρεωμένοι να κάνουν σε αρκετές παράλληλες θεραπείες, καταβάλλοντας συμμετοχή.
Η μεγάλη συμμετοχή στα φάρμακα αναγκάζει τους ασθενείς να παραιτούνται από τις θεραπείες τους, με αποτέλεσμα σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία τους.
Επίσης, τα ασφαλιστικά ταμεία καλύπτουν ελάχιστα πλέον τις εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις (αιµατολογικές και απεικονιστικές). Τέλος, πολλοί άνθρωποι δεν πηγαίνουν στον γιατρό γιατί φοβούνται το κόστος» συμπληρώνει η κ. Παπαστάμου.
Λίγο πριν από το τέλος της συνομιλίας μας τη ρωτώ τι είναι αυτό που την αγχώνει περισσότερο όταν έχει να αντιμετωπίσει ένα χρόνιο νόσημα. Η απάντησή της ήταν χαρακτηριστική: «Η οικονομική κρίση μας επηρεάζει ασθενείς όπως εμάς διπλά. Εκτός του ότι η καθημερινότητα είναι από μόνη της αγχωτική, μας αγχώνει και η αντιμετώπισή της. Ξέρετε, είμαι μητέρα και τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί να αλλάξουν οι ρόλοι και να χρειαστεί να με κάνουν τα παιδιά μου μπάνιο, εκεί που κάποτε τα έκανα εγώ» αναφέρει.
Ο Γρηγόρης Τάμπασης είναι 41 ετών και πάσχει από ρευματοειδή αρθρίτιδα. Όπως μου εξηγεί ήταν υποψιασμένος, διότι, παρόλο που τα αυτοάνοσα δεν είναι κληρονομικά, υπάρχει μόνο κληρονομική προδιάθεση, η μητέρα του εδώ και πολλά χρόνια υποφέρει από την ίδια ασθένεια.
Αυτό, λοιπόν, τον έκανε να επισκεφτεί έγκαιρα τον γιατρό. Για τον Γρηγόρη όλα ξεκίνησαν πριν από πέντε χρόνια.
«Έσπευσα να εξεταστώ από ειδικούς προκειμένου να αποφύγω μια καλπάζουσα κατάσταση. Όταν πήγα για εξετάσεις, τα αποτελέσματα ήταν καλύτερα από ποτέ, όμως τα χέρια μου ήταν πρησμένα. Όπως αντιλαμβάνεστε, η κλινική εξέταση ήταν τελείως διαφορετική από τις εργαστηριακές.
Δεν είναι εύκολη υπόθεση η υπομονή στα θέματα υγείας. Όταν βρίσκεσαι δυόμισι ώρες στην αναμονή, σίγουρα κάποια στιγμή θα αναγκαστείς να πας σε ιδιωτικό ιατρείο. Έτσι όπως λειτουργεί σήμερα το σύστημα, πρέπει να πληρώσεις δυο-τρεις γιατρούς για να σε κατευθύνουν στον εξειδικευμένο. Είναι μεγάλη η ταλαιπωρία ώσπου να φτάσεις στην έγκυρη διάγνωση».
Ο Γρηγόρης εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος και, όπως υπογραμμίζει, τα πιο σημαντικά προβλήματα στην καθημερινότητά του αφορούν το κοινωνικό σύνολο αλλά και το οικονομικό κόστος. Σήμερα εξακολουθεί να εργάζεται κι έχει τρία παιδιά.
«Οι μεγαλύτερες δυσκολίες αφορούν την εργασία και την αντιμετώπιση από τους άλλους. Πολλές φορές οι δικοί σου άνθρωποι σε βλέπουν και σου λένε ότι είσαι μια χαρά, ενώ δεν γνωρίζουν τι κρύβεις μέσα σου. Όταν γεννήθηκε το τρίτο μου παιδί δεν μπορούσα να το πάρω αγκαλιά και δεν ξέρουν τι σημαίνει αυτό.
Εκεί, λοιπόν, χρειάζεσαι υποστήριξη. Είναι μια νόσος που γνωρίζουμε ότι δεν είναι ιάσιμη. Πορεύεσαι στη ζωή σου έχοντας συνεχώς στο μυαλό σου αυτή την πραγματικότητα. Ζεις με προσοχή, κοιτάς τη διατροφή σου, ακολουθείς αγωγή, στενοχωριέσαι γιατί δεν μπορείς να κάνεις πολλά από αυτά που θα ήθελες και γενικώς περιορίζεσαι. Αλλάζει η ζωή σου.
Ανήκω σε αυτούς που το ανακοίνωσαν στον περίγυρό τους, αλλά, ξέρετε, υπάρχουν πολλοί που δεν το λένε, το θεωρούν στίγμα. Ειδικά οι γονείς προσπαθούν να το κρύψουν. Όμως είναι κάτι που σε κάνει πιο δυνατό. Έμαθα να αντιμετωπίζω πιο ήρεμα και πιο σωστά καταστάσεις που πριν θεωρούσα σημαντικές και τελικά αποδείχτηκαν ασήμαντες. Ας αντιληφθούμε ότι η οικονομική κρίση είναι μόνο ένα πράγμα, ενώ η ζωή πολύ περισσότερα» τονίζει.
Ο Σπύρος Κολιάτης είναι φοιτητής στο τμήμα Βιοϊατρικής Τεχνολογίας του ΤΕΙ Αθήνας. Είναι 26 ετών και εργάζεται παράλληλα ως διανομέας σε πιτσαρία. Είναι η προσωποποίηση της γενιάς της οικονομικής κρίσης.
Ανήκει στους νέους ανθρώπους που προσπαθούν να έχουν ενδιαφέροντα, να είναι ανεξάρτητοι και να μπορούν να ζουν ελεύθερα σε μια περίοδο έντονων δυσκολιών και πολλών εμποδίων. Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίστηκαν όταν ήταν 17 ετών και αφορούσαν οσφυαλγία και πόνο στις αρθρώσεις της λεκάνης.
Όμως, επειδή του άρεσαν πολύ τα extremes sports και είχε BMX ποδήλατο, όταν παραπονούνταν ότι πονά, του απαντούσαν ότι οφείλεται στις δραστηριότητές του. Διέκοψε αυτές τις δραστηριότητες, αλλά οι πόνοι επέμειναν.
«Όλοι, γιατροί, συγγενείς και φίλοι, μου έλεγαν ότι ήταν από την κούραση. Κάποια μέρα, λοιπόν, νιώθω τη φτέρνα μου να πρήζεται και σε μια νύχτα το γόνατό μου είχε επίσης πρηστεί πάρα πολύ. Έκανα παρακέντηση αρθρικού υγρού και μπήκα στη θεραπεία. Η διάγνωση έδειξε αγκυλοποιητική σπονδυλοαρθρίτιδα. Είναι ο πόνος στη σπονδυλική στήλη και η εξέλιξή της είναι η αγκύλωση της σπονδυλικής στήλης» λέει.
Στη συνέχεια μου εξιστορεί με έντονο και εκφραστικό τρόπο την υπόλοιπη πορεία του: «Ήμουν 19 ετών. Οι πρώτες σκέψεις που έκανα ήταν ότι πιθανόν να έχω τελειώσει. Βέβαια, ακόμη και τότε δεν υπήρχε καμία σοβαρή προσέγγιση σε ψυχολογικό επίπεδο. Προφανώς, το οικογενειακό περιβάλλον ήταν υποστηρικτικό, αλλά κανένας δεν είχε την κατάλληλη γνώση.
Ξέρετε, κάνεις τα πράγματα χειρότερα όταν δεν γνωρίζεις πώς να αντιμετωπίσεις μια τέτοια κατάσταση. Ό,τι πιο γελοίο έχω ακούσει είναι η φράση: "Φίλε, μην αγχώνεσαι, όλα θα πάνε καλά". Βαρέθηκα να απαντώ ότι για να μην αγχώνομαι πρέπει κάποιος να μου υποδείξει πώς θα γίνει πράξη. Παλεύεις με συναισθήματα που κανείς υγιής δεν μπορεί να καταλάβει.
Επίσης, δεν μπορείς συνέχεια να μιλάς γι' αυτό, γιατί θα γίνεις μίζερος και ενοχλητικός. Επίσης, ένα άλλο θέμα είναι ότι υπάρχουν πολλές απορίες τις οποίες ο γιατρός δεν προλαβαίνει να απαντήσει.
Πρέπει να πάρω άδεια, να χάσω μία μέρα από τη δουλειά μου και τελικά μπορεί να πάω στον ΕΟΠΠΥ και το φάρμακο να είναι σε έλλειψη. Άντε, μετά, να ζητήσεις από τον εργοδότη σου κι άλλη άδεια.
Το βασικό υπόστρωμα σ' αυτήν τη νόσο όμως είναι η ψυχολογία. Είναι λυπηρό που ασθενείς με χρόνια νοσήματα δεν έχουν πρόσβαση σε ψυχοθεραπεία στα δημόσια νοσοκομεία. Είναι επιτακτική η ανάγκη της ψυχολογικής υποστήριξης. Χρόνιο νόσημα ίσον χρόνιος πόνος. Και, πιστέψτε με, ως διανομέας δεν μου περισσεύουν 100-150 ευρώ για έναν ψυχολόγο ιδιωτικού ιατρείου.
Επιπλέον, όταν πιέζεσαι ψυχολογικά είναι εξακριβωμένο ότι θα έρθει μια έξαρση. Πώς αντιμετωπίζεις το ότι ξαφνικά δεν μπορείς να κάνεις τίποτα; Η ζωή σου φτάνει σ' ένα τέλμα. Από την ικανότητα περνάς στην ανικανότητα, και μάλιστα σε μια εποχή οικονομικής κρίσης που κανένας δεν χαρίζει τίποτα.
Δεν τον ενδιαφέρει τον εργοδότη σου αν είσαι καλά ή όχι. Αυτό που τον νοιάζει είναι το αποτέλεσμα. Μπορείς να εργαστείς; Καλώς. Δεν μπορείς; Υπάρχουν οι επόμενοι, που περιμένουν. Επομένως, η ψυχολογία δρα στη θεραπεία ως καταλύτης, όπως δρα το ένζυμο στον μεταβολισμό.
Αυτό που θέλω επίσης να προσθέσω είναι ότι οι ασθενείς που δεν συνθηκολογούν με την κατάστασή τους είναι σαν να πετάνε τα φάρμακά τους. Είναι κάτι που θα κουβαλάμε όλη μας τη ζωή. Άρα πρέπει να αναζητήσεις το φως, να διακρίνεις την ελπίδα, να αποβάλεις το άγχος, το στρες και τις φοβίες. Τότε σίγουρα θα αισθανθείς καλύτερα.
Δυστυχώς, αν σε πάρει από κάτω και γίνεις απαισιόδοξος, πρέπει να ξέρεις πώς να διαχειριστείς την κατάσταση. Αν, λοιπόν, την παρατήσεις, θα σε παρατήσει. Προφανώς και δεν πεθαίνεις απ' αυτή την ασθένεια, αλλά σίγουρα μπορεί να αποδειχτεί ικανή να σου στερήσει βασικά πράγματα από την καθημερινότητά σου.
Πάντως, μαθαίνεις να αξιολογείς διαφορετικά τα προβλήματα της ζωής σου. Η νόσος μού έδωσε ένα μέτρο σύγκρισης, πως ακόμη και μια βόλτα ή ένα ταξίδι έχει άλλη βαρύτητα. Γι' αυτό, λοιπόν, ας εξακολουθήσουμε να νιώθουμε ζωντανοί και ικανοί άνθρωποι, για να μην καταρρεύσουμε. Πρέπει να παλεύουμε, να μην αφήνουμε την κρίση μας να θολώνει και να χαιρόμαστε με τα απλά και καθημερινά. Διότι, προφανώς, το υπέρτατο αγαθό είναι η υγεία».