Το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας (ΜΙΕΤ) αποτελεί ένα πολύ σημαντικό πνευματικό κεφάλαιο και μια αδιαμφισβήτητη εστία γνώσης και πολιτισμού. Από το 1966, έτος ίδρυσής του, οι σπουδαιότερες προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών έχουν περάσει από το διοικητικό του συμβούλιο.
Το τελευταίο διάστημα έχει βρεθεί στο επίκεντρο της δημοσιότητας, μετά την ομαδική παραίτηση του Δ.Σ., μέλη του οποίου ήταν οι κ. Νικηφόρος Διαμαντούρος, Τάσος Γιαννίτσης, Δημήτρης Κυρτάτας, Αλέξης Πολίτης και Βασίλης Κάλφας.
Την ίδια στιγμή, με κείμενό τους στην πλατφόρμα change.org, φίλοι, συνεργάτες και αναγνώστες του ΜΙΕΤ εκπέμπουν «σήμα κινδύνου», σημειώνοντας πως «σήμερα κινδυνεύει», καθώς «δέχεται, τις τελευταίες μέρες, τα βέλη μιας ανοίκειας και άδικης κριτικής στο όνομα, πάντα, του "εκσυγχρονισμού", της "εξυγίανσης" και της "προόδου"», και αναφέρονται στη «δημόσια απαξίωση της προσφοράς του ΜΙΕΤ».
Οι υπογράφοντες καταγγέλλουν πως στα μέσα γίνονται πλέον αναφορές σε «νέα εποχή» που ξεκινά για το ΜΙΕΤ και «νέα φάση της σπουδαίας πορείας του». «Και όμως», υποστηρίζουν, «πίσω από αυτές τις βαρύγδουπες λέξεις καταλαβαίνουμε πως, γι' άλλη μια φορά, απαξιώνεται ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της νεοελληνικής πνευματικής ζωής και λογιοσύνης».
«Εμείς που υπογράφουμε αυτό το κείμενο, πανεπιστημιακοί, δάσκαλοι, ερευνητές, καλλιτέχνες, λογοτέχνες, εικαστικοί, εκδότες, φιλαναγνώστες και φιλότεχνοι, γνωρίζουμε και εκτιμούμε το αναντικατάστατο έργο του ΜΙΕΤ, το πολιτισμικό και επιστημονικό του αποτύπωμα, την προσφορά του στην ελληνική οικονομία, την κοινωνική λογοδοσία των συμβουλίων του, την ηθική και υλική υποστήριξή του στις νέες φοιτήτριες και στους φοιτητές» υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά.
Το ΜΙΕΤ είναι ένα ίδρυμα ανοιχτό στην ελληνική κοινωνία, όχι όμως πορευόμενο με ιδεολογικοπολιτικούς όρους περί εξωστρέφειας και άλλες ανοησίες που ακούμε τελευταία. Αλλιώς, θα εκδίδαμε δημοφιλή μυθιστορήματα.
Από την πλευρά τους, κύκλοι της διοίκησης της Εθνικής Τράπεζας υπογράμμισαν στην εφημερίδα «Καθημερινή» ότι «το ΜΙΕΤ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και της εξέλιξης της Εθνικής Τράπεζας. Η Τράπεζα είναι αυτή που πάντα το στηρίζει οικονομικά και φροντίζει για την προοπτική, τους στόχους και το μέλλον του, λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική συγκυρία και τις προκλήσεις της εποχής σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία».
Από τον Νοέμβριο του 1999 διευθυντής του Ιδρύματος είναι ο Διονύσης Καψάλης, ο οποίος και βρέθηκε στο στόχαστρο της κριτικής λόγω των εξελίξεων.
Τον συναντώ στο ησυχαστήριό του, σε ένα στενάκι των Εξαρχείων, εμφανώς στενοχωρημένο με όλα όσα έχουν συμβεί αλλά και με βαθιά επιθυμία να απαντήσει με το χαμηλόφωνο ύφος που τον χαρακτηρίζει για όλα όσα του προσάπτουν.
— Κύριε Καψάλη, τελικά τι συμβαίνει στο ΜΙΕΤ;
Καταρχάς, θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά για τη συνέντευξη αυτή και το λέω επειδή, λόγω της θέσεώς μου, υπάρχουν πολλά πράγματα που μόνο εγώ γνωρίζω.
Πρώτα απ' όλα, θα ήθελα να σταθούμε λίγο στην ιστορία του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας. Να θυμίσουμε ότι το ίδρυμα συστάθηκε το 1966 ως μια πρωτοβουλία του τότε διοικητή Γεωργίου Μαύρου. Στο πλαίσιο του εορτασμού των 125 χρόνων από την ίδρυσή της, αποφάσισε να δημιουργήσει ένα μορφωτικό-πολιτιστικό ίδρυμα με σκοπό να συμβάλει στην ανάπτυξη των γραμμάτων, των επιστημών και των καλών τεχνών.
Παράλληλα, το πρώτο διοικητικό συμβούλιο του ΜΙΕΤ αποτελούνταν από πανεπιστημιακούς καθηγητές όπως ο Ιωάννης Κακριδής και ο Λίνος Πολίτης, ο συγγραφέας Παντελής Πρεβελάκης, ο πρέσβης Άγγελος Βλάχος, ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Λεωνίδας Φιλιππίδης και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Διευθυντής του ιδρύματος ανέλαβε ο Εμμανουήλ Χ. Κάσδαγλης, συγγραφέας, διακεκριμένος επιμελητής εκδόσεων και στέλεχος της Τράπεζας.
Στη συνέχεια, το ΜΙΕΤ άρχισε ουσιαστικά τη δράση του από το 1974, όταν ο Γεώργιος Μαύρος, τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, με νομοθετική ρύθμιση αποκατέστησε το προδικτατορικό συμβούλιο και τον απολυμένο διευθυντή του ιδρύματος Εμμανουήλ Χ. Κάσδαγλη, ανταποκρινόμενο, ουσιαστικά, στα νέα αιτήματα της Μεταπολίτευσης.
Πρόκειται για μια εποχή κατά την οποία το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Μουσείο Μπενάκη και το ΜΙΕΤ συναποτελούσαν τρία παραδείγματα επανεκκίνησης δημοκρατικών θεσμών που συνέβαλαν καταλυτικά στην πνευματική ζωή. Η Εθνική Τράπεζα τότε, συνυφασμένη με το βαθύ κράτος, έκανε μια μεγαλοφυή κίνηση, συνδυάζοντας δύο διαφορετικά πράγματα: τη χρηματοδότηση και την εμπιστοσύνη. Ειδικότερα, δηλαδή, στηριζόταν στη λογική «χρηματοδοτώ την πνευματική ζωή του τόπου, αλλά την εμπιστεύομαι. Δεν την καθοδηγώ και δεν της δίνω κατευθυντήριες γραμμές».
Πρόκειται για ένα γιγαντιαίο δώρο που λειτούργησε ως αγωγός έκφρασης της ελληνικής λογιοσύνης προς την κοινωνία. Αυτός είναι και ο ουσιαστικός λόγος των κριτηρίων επιλογής στη σύνθεση του Δ.Σ., σύμφωνα με τα οποία προβλέπεται ότι τουλάχιστον δύο μέλη του πρέπει να είναι εν ενεργεία ή ομότιμοι καθηγητές ΑΕΙ, τουλάχιστον ένα μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ τα υπόλοιπα μέλη πρέπει να είναι διακεκριμένες προσωπικότητες, Έλληνες πολίτες, με δράση στον χώρο των γραμμάτων και του πολιτισμού.
Επιμένω σ' αυτό, διότι το ΜΙΕΤ έχει έναν κοινωνικό στόχο, διατηρώντας μια εμβληματική θέση στη σκέψη των ανθρώπων. Και ήταν ένα άκρως επιτυχημένο πείραμα. Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι γιατί κρίνεις ότι χρειάζεται να ανακατασκευάσεις ένα τέτοιο πείραμα, από τη στιγμή που δεν έχει χαλάσει.
— Σας κατηγορούν, πάντως, για το αντίθετο.
Το ίδρυμα εξακολουθεί να κάνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο όσα έπραττε και στο παρελθόν. Στη δική μου θητεία, η οποία μετρά 22 χρόνια, είχα την τύχη να συνεργαστώ με δύο σπουδαίους διοικητές που βρέθηκαν στην κορυφή της Εθνικής Τράπεζας και όχι μόνο αγάπησαν το έργο του ΜΙΕΤ αλλά του έδωσαν τη δυνατότητα να αναπτυχθεί. Αναφέρομαι στους Θεόδωρο Καρατζά και Τάκη Αράπογλου, δύο ανθρώπους που προέρχονται από διαφορετικό πολιτικό χώρο. Κι έχει σημασία αυτό επειδή η απήχηση του ΜΙΕΤ δεν γνωρίζει από πολιτικά στεγανά. Αυτός είναι και ο λόγος της εξαετούς θητείας του Δ.Σ., προκειμένου να απαλλάσσει την αλλαγή προσώπων από κάθε κομματική επιρροή.
— Σε προηγούμενή μας συνέντευξη μου είχατε πει: «Η Εθνική Τράπεζα λειτουργεί ως ευεργέτης και θωρακίζει το ίδρυμα, ώστε να μην αλωθεί από πολιτικές ή κομματικές σκοπιμότητες». Επίσης, ότι σας εξασφαλίζει ένα επίπεδο πνευματικής ελευθερίας. Τι άλλαξε;
Αυτή είναι η αλήθεια κι έτσι λειτούργησε το ίδρυμα από το 1974 μέχρι τα πρώτα χρόνια της κρίσης. Αυτό που άλλαξε είναι η γενικότερη νοοτροπία. Η κρίση ανέσυρε στην επιφάνεια μια βαθύτατη δυσπιστία προς τις τέχνες και τα γράμματα, προς τις ανθρωπιστικές σπουδές και ό,τι άλλο συνιστά για εμάς ένα πεδίο ελευθερίας.
Ωστόσο, τα μουσεία, τα θέατρα, ιδρύματα όπως το ΜΙΕΤ, είναι οι «ανάσες» της δημοκρατίας μας. Όταν, όμως, μεταπηδούμε σε μια περίοδο στην οποία κυριαρχεί η έννοια του κέρδους, είναι φυσικό τέτοιου είδους οργανισμοί να υφίστανται αφόρητη πίεση. Απολύτως θεμιτή είναι και η προσαρμογή αυτών των οργανισμών στη νέα περίοδο, αλλά το ζήτημα είναι με ποιους όρους γίνεται.
— Τι ήταν αυτό που οδήγησε στην παραίτηση σύσσωμο το Δ.Σ. του ΜΙΕΤ;
Κοιτάξτε, αυτό το εξηγούν θαυμάσια όσοι εξ αυτών μίλησαν δημόσια. Δεν θέλω να εμπλακώ στη συζήτηση αυτή, διότι επιλέγω να σταθώ στη γενική εικόνα του θέματος. Ως διευθυντής, με ενδιαφέρει η επιβίωση του ιδρύματος και πώς, μέσα απ' αυτή την κρίση, θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε. Οφείλω, όμως, να πω ότι δεν είχα ποτέ κανένα πρόβλημα με αυτούς τους ανθρώπους και ότι τους εκτιμώ βαθύτατα.
— Τι πρέπει να γίνει από δω και πέρα;
Το βέβαιο είναι ότι η Τράπεζα, που έχει έννομο συμφέρον, πρέπει να προχωρήσει στη σύσταση ενός νέου Δ.Σ. υπό δύο προϋποθέσεις: να ανταποκρίνεται στους όρους και την ιστορία του ιδρύματος. Αυτό θα διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία του ΜΙΕΤ.
— Έχετε κάποια ανησυχία ότι μπορεί να μη συμβεί αυτό;
Ναι, γιατί βρισκόμαστε εν μέσω μιας κρίσης. Διάβασα ορισμένα δημοσιεύματα, στα οποία πλανώνται αοριστίες και ασάφειες. «Τα μυστήρια του ΜΙΕΤ», «η κρίση που μαστίζει το ΜΙΕΤ» κ.λπ. Η κατάσταση όμως δεν είναι αυτή που περιγράφουν. Υπάρχει, επίσης, μια υπόνοια ότι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με μια οικονομική κρίση, κάτι που δεν ισχύει. Από το 2010 ως σήμερα η χορηγία της Τράπεζας έχει περικοπεί κατά 35%. Το αναφέρω αυτό, διότι τα έσοδα του ιδρύματος προέρχονται από τη χορηγία της Τράπεζας και τις πωλήσεις των βιβλίων. Όπως αντιλαμβάνεστε, και οι δύο πηγές εσόδων, εν καιρώ οικονομικής κρίσης, υπέστησαν σοβαρότατο πλήγμα, κάτι που ήταν φυσικό επακόλουθο.
Από την πλευρά μας εφαρμόσαμε τις συλλογικές συμβάσεις, οι μισθοί μας μειώθηκαν, αλλά αυτό δεν μπορούσε να συμβεί με βίαιο τρόπο, γιατί θα είχε αρνητικές συνέπειες στην ομαλή λειτουργία του ιδρύματος. Αξιοποιήσαμε, επίσης, ένα μικρό αποθεματικό που είχαμε δημιουργήσει μόνοι μας, χωρίς να ζητήσουμε τη βοήθεια της τράπεζας. Συνεπώς, αυξήσαμε τις δραστηριότητές μας και προστατεύσαμε το προσωπικό μας.
Το ΜΙΕΤ δεν έχει κανένα απολύτως οικονομικό πρόβλημα. Και μπορεί να προσαρμοστεί στις σημερινές συνθήκες, συνεχίζοντας να επιτελεί το ποιοτικό του έργο.
— Γράφτηκε στον Τύπο ότι ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, θεωρεί ότι το ίδρυμα πρέπει να ανασυγκροτηθεί, να εκσυγχρονιστεί και να αποκτήσει άλλες πηγές εσόδων. Τι απαντάτε;
Όσον αφορά τις άλλες πηγές εσόδων, είναι κάτι που λέγεται, αλλά δεν μας το έχει εξηγήσει κανείς. Μάλιστα, μας είχε επισκεφθεί μια εταιρεία εκ μέρους της Εθνικής προκειμένου να ετοιμάσει μια μελέτη βιωσιμότητας του ΜΙΕΤ. Απ' αυτήν τη μελέτη δεν μάθαμε τίποτα καινούργιο. Επικεντρωνόταν στην αύξηση των εσόδων και στη μείωση των δαπανών, υποθέτω βάσει της πιθανότητας να μειωθεί το ποσοστό της χορηγίας της Εθνικής.
— Πώς σχολιάζετε τις απόψεις περί μετάβασης σε μια «νέα εποχή» στο ΜΙΕΤ;
Δεν μπορώ, πραγματικά, να γνωρίζω τι εννοούν όταν μιλούν για την ανάγκη εκσυγχρονισμού. Ωστόσο, θα έλεγα ότι το ΜΙΕΤ είναι ένας θεσμός που πρέπει να επιβιώσει. Και θεωρώ ότι καμία οικονομική κρίση δεν μπορεί να λειτουργεί ως λαιμητόμος. Οι νοοτροπίες αλλάζουν. Μερικοί υποστηρίζουν ότι δεν έχουμε ανάγκη ιδρύματα όπως το δικό μας, αλλά κάποια πράγματα είναι απαραίτητο να παραμένουν ως φάροι αξιών. Τώρα, αν μιλάμε για μια προσαρμογή σε δυσκολότερες συνθήκες, αυτή την έχουμε κάνει ήδη.
— Επίσης, ειπώθηκε ότι στελέχη της Εθνικής Τράπεζας αποδίδουν την τρέχουσα κρίση σ' εσάς, γι' αυτό μάλιστα έχετε δεχτεί έντονη κριτική.
Δεν μπορώ να απαντήσω σε νεφελώδεις διατυπώσεις τύπου «στελέχη ή κύκλοι» της Εθνικής τράπεζας. Συνομιλώ απευθείας με τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας. Τώρα, τι λένε αυτά τα στελέχη και ποια είναι πραγματικά δεν με ενδιαφέρει καθόλου.
— Τι απαντάτε σε όσους υποστηρίζουν ότι το ΜΙΕΤ είναι ένα κλειστό ίδρυμα που χαρακτηρίζεται από έναν ελιτισμό;
Δεν μπορώ να γνωρίζω από πού διαχέεται αυτή η άποψη, αλλά συνιστά ένα είδος παλαιότερης προκατάληψης, π.χ. κάποτε ακούγαμε για τους «κουλτουριάρηδες».
Διαβάζω κατά καιρούς κι εγώ ότι «είμαστε ελίτ», ότι «πρέπει να ανοιχτούμε στην κοινωνία» και ότι «συμπεριφερόμαστε ως ένα κλειστό ίδρυμα». Όμως, αυτά είναι συνθήματα και ιδεολογήματα που τα ακούμε εδώ και χρόνια. Ένα ίδρυμα που έχει 300 βιβλία αναρτημένα και τα μισά έχουν πάει στα πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα χιλιάδες φοιτητές να κρατούν στα χέρια τους συγγράμματα του ΜΙΕΤ, είναι κλειστό; Ο πολιτισμός του βιβλίου στην Ελλάδα θα ήταν ίδιος αν δεν υπήρχε το ΜΙΕΤ; Επίσης, πόσοι άνθρωποι στη χώρα μας έχουν ανάγκη να αυτομορφωθούν;
Προφανώς, κάποιοι θα αναρωτηθούν σε πόσους απευθύνεται η επανέκδοση των αυτογράφων του Σολωμού. Ε, ναι, δεν θα σπάσουμε τα ταμεία, αλλά το εκτόπισμα της έκδοσης αυτής είναι τεράστιο και δεν θα μπορούσε να το δημιουργήσει κανένας ιδιωτικός εκδοτικός οργανισμός. Αυτός είναι ο ρόλος του ΜΙΕΤ. Σήμερα κρίνουμε το αποτύπωμα ενός πνευματικού θεσμού με όρους οικονομικούς. Κι αυτό είναι λάθος, διότι το κοινωνικό αντίκρισμα είναι τεράστιο.
Ο γνωστός στοχαστής Τόνι Τζαντ έχει γράψει σε ένα βιβλίο του κάτι πολύ σημαντικό: «Φτάσαμε σε ένα σημείο να ξέρουμε την τιμή κάθε πράγματος, αλλά όχι την αξία του».
— Εβδομήντα προσωπικότητες από τον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών με επιστολή τους καταγγέλλουν τη «δημόσια απαξίωση της προσφοράς του ΜΙΕΤ», ένα κείμενο το οποίο έχουν συνυπογράψει περίπου τρεις χιλιάδες άτομα. Τι σηματοδοτεί αυτό για εσάς;
Ασφαλώς, πρόκειται για ένα κύμα υποστήριξης που αποδεικνύει την αρμονική σχέση μας με την κοινωνία. Τρεισήμισι χιλιάδες υπογραφές αποδεικνύουν ότι αν εξαφανιστούν οι ανθρωπιστικές σπουδές, χαθήκαμε ως κοινωνία. Επίσης, αποδεικνύει αυτό που σας είπα πριν: όταν κάτι λειτουργεί σωστά, δεν χρειάζεται να το χαλάσεις. Όταν έχεις πρόβλημα στη βρύση, δεν φωνάζεις επιπλοποιό για να επιδιορθώσει τη βλάβη.
Πάντοτε ήμασταν το καύχημα της Εθνικής Τράπεζας. Όλοι οι διοικητές της περηφανεύονταν διαρκώς για το ΜΙΕΤ, έχοντας αυξημένη την αίσθηση της κοινωνικής ευθύνης. Έτσι, ενώ θεωρούμασταν το στολίδι, μια μέρα ξυπνήσαμε και μας είπαν «είστε πρόβλημα», σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία ως ίδρυμα διαθέτουμε δεκαπλάσια περιουσία απ' αυτή που είχαμε πριν από είκοσι χρόνια.
— Τι είναι αυτό που σας ενόχλησε περισσότερο αυτές τις μέρες;
Αυτά τα νεφελώματα τα οποία, δίκην μελάνης, αφήνονται να κυκλοφορούν. Είναι κρίμα. Γράφτηκαν άρθρα τα οποία επικαλούνταν τις δικές μου απόψεις, χωρίς ποτέ να με ρωτήσουν. Πόθεν συνάγεται η άποψή μου, όταν δεν έχω ερωτηθεί; Αυτός είναι στοιχειώδης κανόνας δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Αποτέλεσμα αυτών είναι να δημιουργείται μια ψευδής εικόνα ότι υπάρχουν δύο αντιμαχόμενες πλευρές.
— Πώς θα ξημερώσει η επόμενη μέρα στο ΜΙΕΤ;
Πραγματικά, δεν το ξέρω...
— Τι προβλέπει το καταστατικό, όταν παραιτούνται όλα τα μέλη του Δ.Σ.;
Δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη για τη διακοπή, παρά μόνο για τη συνέχειά του. Έχει προκύψει ένα ιδιότυπο νομικό κενό. Το ΜΙΕΤ διοικείται από εννεαμελές διοικητικό συμβούλιο, στο οποίο προεδρεύει ex officio ο εκάστοτε πρόεδρος (μέχρι πρότινος διοικητής) της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Τα υπόλοιπα οκτώ μέλη εκλέγονται από το ίδιο το διοικητικό συμβούλιο για εξαετή θητεία, με δυνατότητα ανανέωσης. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει δικαστική απόφαση για να διοριστεί νέο Δ.Σ.
— Αν σκιαγραφούσαμε το ίδρυμα, τι θα μας λέγατε;
Πρώτον, ότι στο ΜΙΕΤ εργάζονται 65 υπάλληλοι. Επιπλέον, πέρα από την εκδοτική, υπάρχει και μια τεράστια καλλιτεχνική δραστηριότητα. Στην πολυποίκιλη δραστηριότητά μας περιλαμβάνονται τα δύο πολιτιστικά μας κέντρα, η ίδρυση του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου, τα μαθήματα της ελληνικής παλαιογραφίας, το εργαστήριο συντήρησης χάρτινου υλικού, το κληροδότημα του Αλέξη Μινωτή στη μνήμη της Κατίνας Παξινού, τα βιβλιοπωλεία μας με το τεράστιο μορφωτικό τους έργο, το αρχείο χαρτογραφίας του ελληνικού χώρου, που αποτελεί δωρεά του Βίκτωρος και της Νιόβης Μελά, το εργαστήρι για τους επιμελητές εκδόσεων και, φυσικά, η ενσωμάτωση του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου. Όλα αυτά, λοιπόν, δεν αφορούν τους λίγους αλλά τους πολλούς. Το ΜΙΕΤ ανήκει στις καλύτερες παραδόσεις του ελληνικού διαφωτισμού.
— Προσδοκάτε μια κυβερνητική παρέμβαση εκ μέρους του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για το συγκεκριμένο θέμα;
Δεν είναι κάτι που μπορώ να ζητήσω εγώ και δεν ανήκει στη δική μου αρμοδιότητα. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι εμείς δεν έχουμε αλλάξει. Μπορεί άλλοι να αναμόρφωσαν τη στάση τους, αλλά δεν μπορεί να απαξιώνεται όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Αν θες να κάνεις κάτι καινούργιο, δεν μπορείς να το πράττεις λέγοντας ότι το παλιό δεν λειτουργούσε.
Το ΜΙΕΤ είναι ένα ίδρυμα ανοιχτό στην ελληνική κοινωνία, όχι όμως πορευόμενο με ιδεολογικοπολιτικούς όρους περί εξωστρέφειας και άλλες ανοησίες που ακούμε τελευταία. Αλλιώς, θα εκδίδαμε δημοφιλή μυθιστορήματα. Ωστόσο, η δουλειά μας δεν είναι αυτή. Το ΜΙΕΤ συναπαρτίζει την αξιοπρέπεια ενός ολόκληρου κόσμου της ελληνικής λογιοσύνης.
— Ως διευθυντής, σε αυτήν την ιστορία κάνατε κάποιο λάθος;
Το λάθος ίσως φανεί αργότερα. Είτε το θέλω είτε όχι, η συνέχεια και η νομιμότητα αυτού του ιδρύματος βρίσκονται πάνω μου. Κι αυτό είναι μια τεράστια ευθύνη.