Τα κρούσματα κορωνοϊού στη Θεσσαλονίκη αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα, με αυξητική τάση, δηλώνει ο πρύτανης του ΑΠΘ, με βάση τη συγκέντρωση του γονιδιώματος του ιού στα λύματα της πόλης.
Τον Σεπτέμβριο, η συγκέντρωση του γονιδιώματος του κορωνοϊού στα αστικά υγρά απόβλητα της Θεσσαλονίκης ήταν οριακά ανιχνεύσιμη, κάτι που αποτυπωνόταν και στα κρούσματα που ανακοινώνονταν για την περιοχή. Όμως, με ημερομηνία αναφοράς τη 12η Οκτωβρίου, στις μετρήσεις στα λύματα της πόλης παρατηρείται μια αύξηση της τάξης του 500% της συγκέντρωσης του νέου κορωνοϊού. Υπενθυμίζεται ότι χθες, από τα 865 κρούσματα κορωνοϊού στην Ελλάδα, τα 181 εντοπίστηκαν στην περιφερειακή ενότητα Θεσσαλονίκης.
Η συγκέντρωση του γονιδιώματος του κορωνοϊού στα λύματα παραμένει έντονα αυξητική. Την προηγούμενη εβδομάδα, ανάμεσα στις 12 και 14 Οκτωβρίου, η διεπιστημονική ομάδα ερευνητών του ΑΠΘ, που σε συνεργασία με την ΕΥΑΘ αναλύει ανά δύο ημέρες δείγματα από τα υγρά αστικά απόβλητα στην είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, είχε καταγραφεί αύξηση της τάξης του 290%.
«Τις επόμενες μέρες αναμένουμε τα επιβεβαιωμένα κρούσματα να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα, με αυξητική τάση. Με αναφορά στις 12 Οκτωβρίου, όταν ξεκίνησε να καταγράφεται η αυξητική τάση, μετρούμε αυτή την εβδομάδα διπλάσια τη συγκέντρωση του ιικού φορτίου, όταν την προηγούμενη ήταν τριπλάσια. Δηλαδή, συνολικά από τις 12 Οκτωβρίου είμαστε περίπου πέντε φορές επάνω», δήλωσε στο ΑΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και συντονιστής της ερευνητικής ομάδας, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
«Τα μέχρι τώρα στοιχεία είναι απολύτως αξιόπιστα, μιας και στις αναλύσεις έχουμε κάνει τριπλές επαναλήψεις και εφαρμογή προηγμένων μεθόδων επεξεργασίας των δειγμάτων και στη συνέχεια εξορθολογίσαμε τις μετρούμενες τιμές, με βάση τις ημερήσιες διακυμάνσεις περιβαλλοντικών παραμέτρων στα λύματα, που επηρεάζουν και αλλοιώνουν τις μετρήσεις. Παρόλα αυτά χρειάζεται να παρακολουθήσουμε τις μετρήσεις και τις επόμενες μέρες, για να επιβεβαιώσουμε τη μορφή και την κλίση της αυξητικής καμπύλης του ιικού φορτίου», συμπλήρωσε ο κ. Παπαϊωάννου.
Η επιδημιολογική εικόνα των λυμάτων αποδεικνύεται ένας αξιόπιστος δείκτης έγκαιρης παρακολούθησης της διασποράς του κορωνοϊού στην κοινότητα, σημείωσε ο πρύτανης του ΑΠΘ.
«Εντοπίσαμε την εκτίναξη της διασποράς 6 ημέρες πριν αυτή επιβεβαιωθεί κλινικά από τον αριθμό των καταγεγραμμένων κρουσμάτων. Ας σημειωθεί ότι στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται ότι χρειάζονται 5-7 ημέρες κατά μέσο όρο, για να εκδηλωθεί η νόσος μετά την αρχική μετάδοσή της. Η προσεκτικά εξορθολογισμένη ανάγνωση των αναλύσεων στα λύματα εξασφαλίζει κρίσιμο χρόνο για την έγκαιρη λήψη μέτρων από την πλευρά της πολιτείας και τη συνειδητοποίηση από πλευράς των πολιτών, ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για ανεύθυνες και αντικοινωνικές συμπεριφορές», συμπλήρωσε.
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κορωνοϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Στην έρευνα συμμετέχουν καθηγητές από 11 διαφορετικά εργαστήρια των Τμημάτων Ιατρικής, Χημείας, Φαρμακευτικής, Κτηνιατρικής, Βιολογίας, Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ.