«Αχ, όχι πάλι…». Ήταν το πρώτο που σκέφτηκα από τις πρώτες σκηνές της ελληνικής σειράς «Είμαι η Τζο», η οποία εμφανίστηκε προσφάτως στο Netflix, και μάλιστα ανάμεσα στις πρώτες επιλογές του… ελληνικού κοινού.
Και συνέχισα να το σκέφτομαι από επεισόδιο σε επεισόδιο, καθώς ξεδιπλώνεται ένα θολό συνονθύλευμα φεμινιστικών κλισέ προηγούμενων δεκαετιών, σε συνδυασμό με κακοχωνεμένα μοτίβα ψυχανάλυσης (σαν από εγχειρίδιο εκλαϊκευμένων μαθημάτων) που μετατρέπονται σε εξαιρετικά κακόγουστα τηλεοπτικά σκετς. Όσο για την ιστορία, παραπέμπει απευθείας στην ιστορία της Μπρίτζετ Τζόουνς (εκείνης της προ 25ετίας). Πού και πού «θυμάται» και ολίγη από γυναικεία χειραφέτηση του «Sex and the city», αλλά είναι τέτοια η σύγχυση, που μοιάζει κι αυτή ξένο σώμα μέσα στα μεσοαστικά κλισέ και τις φαντασιώσεις μιας κοντά στα 40 γυναίκας, η οποία μας παρουσιάζει ως το απαύγασμα του φεμινισμού το να μπορούν οι γυναίκες να πουν με το όνομά τους τα γεννητικά τους όργανα και να τα δείξουν –κατά λάθος, αλλά δεν βαριέσαι, δεν θα ντραπούμε γι’ αυτό–, φωτογραφίζοντάς τα.
Υπάρχει ένα βασικό μοτίβο σε όλα αυτά τα σενάρια: Ότι αυτό που συμβαίνει στο γυναικείο μυαλό ούτε οι γυναίκες δεν μπορούν να το περιγράψουν. Και αφού δεν μπορούν να το περιγράψουν, επαναλαμβάνουν τα ίδια και τα ίδια και επιδίδονται στην ίδια πάντα αυτοαναφορική, ναρκισσιστική καταβύθιση στον «προβληματικό» γυναικείο εαυτό που χαρακτηρίζει τα μιντιακά προϊόντα του είδους.
Η ιδέα της σειράς είναι της Ιωάννας Ασημακοπούλου, μας πληροφορούν οι τίτλοι αρχής, η οποία επιπλέον πρωταγωνιστεί. Ποια ιδέα; Μιας Μπρίτζετ αλά ελληνικά; Μιας νεαρής γυναίκας που μεταξύ του body shaming (έχει καμπύλες ασυγχώρητες για τα στερεότυπα της μόδας) και κάποιων παλαιών μαμαδίστικων προκαταλήψεων (μάλλον γιαγιαδίστικων πλέον) πιστεύει ότι ένας γάμος θα τη σώσει;

Μα αυτή η ιδέα ανήκει στη Λονδρέζα Έλεν Φίλντινγκ που δημιούργησε την ομώνυμη στήλη στην «Independent», η οποία έγινε μυθιστόρημα και μετά ταινίες, με την ανυπέρβλητη Ρενέ Ζελβέγκερ στον ρόλο της Μπρίτζετ. Πριν από μερικούς μήνες εμφανίστηκε και τρίτη συνέχεια, με την Μπρίτζετ-Ζελβέγκερ ως μια ώριμη μητέρα που έχει χάσει τον σύζυγό της και ζει αίφνης νέο έρωτα με κάποιον πολύ νεότερό της. Μα, φυσικά, μεγάλωσαν πολύ οι Μπρίτζετ.
Φαίνεται, όμως, ότι τα σενάρια τύπου «Μπρίτζετ» και «Sex and the city» έχουν γίνει ένα είδος franchise, όπου τα αφηγηματικά μοτίβα αναπαράγονται πανομοιότυπα και απλώς κάθε σενάριο προσθέτει μερικά τοπικά χαρακτηριστικά σε ρόλους και περιβάλλοντα.
Υπάρχει, άλλωστε, ένα βασικό μοτίβο σε όλα αυτά, ότι αυτό που συμβαίνει στο γυναικείο μυαλό ούτε οι γυναίκες δεν μπορούν να το περιγράψουν. Και αφού δεν μπορούν να το περιγράψουν, επαναλαμβάνουν τα ίδια και τα ίδια και επιδίδονται στην ίδια πάντα αυτοαναφορική, ναρκισσιστική καταβύθιση στον «προβληματικό» γυναικείο εαυτό που χαρακτηρίζει τα μιντιακά προϊόντα του είδους.
Έτσι η Τζο διαθέτει μια μάνα παρεμβατική, αλά Μπρίτζετ, που την πιέζει να βρει σύζυγο και μπουκάρει στο διαμέρισμά της (μένει από πάνω) με τα κλειδιά της, χωρίς να ειδοποιήσει. Και η Τζο μισεί τα γενέθλια, όπως η Μπρίτζετ. Ολόιδιο είναι και το ότι η Τζο, όπως και η Μπρίτζετ, βρίσκεται ανάμεσα σε δύο άντρες που τη διεκδικούν, εκπροσωπώντας ο καθένας ένα διαφορετικό ανδρικό μοντέλο, και η σχέση της μαζί τους τη βοηθά να κάνει τη φεμινιστική μικροεπανάστασή της, πάντα μέσα στον μικρόκοσμό της· έξω από αυτόν δεν υπάρχει τίποτα.

Η Τζο, λοιπόν, προσπαθεί να είναι φεμινίστρια. Τουλάχιστον προς εκεί οδεύει. Και τι θεωρεί φεμινισμό; Μας το λέει από την αρχή, που τη βλέπουμε επί ώρα με ανοιχτά τα πόδια στον γιατρό, όπου έχει πάει να καταψύξει τα ωάριά της μη χάσει το τρένο της μητρότητας λόγω ηλικίας. Και ο γυναικολόγος μπροστά της είναι ο συμμαθητής από το σχολείο που της έκανε bullying, ο κακούλης, που δεν τον λες και άσχημο. Κι έτσι ξεκινάει μια ταραχώδης –υποτίθεται– σχέση.
Πολύ φεμινιστική και η συμπεριφορά της στον γάμο της ξαδέλφης της, όπου μεθάει και βγάζει κάτι ανόητα λογύδρια επαναστατημένης «γεροντοκόρης» και μετά εμφανίζεται ο εργένης-φίλος του γαμπρού-«κακό παιδί». Και μετά οι δυο τους βρίσκονται να κάνουν σεξ σε ένα αυτοκίνητο, αλλά την επομένη η Τζο ανακαλύπτει ότι αυτός είναι το νέο της αφεντικό στη δουλειά (η Τζο είναι κάτι σαν γενικών καθηκόντων σε γκαλερί).
Και συνάπτουν σχέση σεξουαλική, διότι η εποχή μας είναι των ελευθεριών και διότι η Τζο, επιπλέον, παλεύει την απελευθέρωσή της γενικότερα.

Και από τι και πώς απελευθερώνεται; Από τα στερεότυπα της εμφάνισης, κυκλοφορώντας θεόγυμνη στο ξενοδοχείο όπου συνευρέθηκαν ερωτικώς με το αφεντικό. Η γύμνια είναι στοίχημα μεταξύ τους. Αλλά αυτός εξαφανίζεται κι εκείνη βρίσκεται, πάντα γυμνή, σε πάρτι, όπου είναι καλεσμένος ο παλιός συμμαθητής- γυναικολόγος. Αυτός ο γλυκούλης τη σώζει, τη σκεπάζει, την πάει σπίτι και, φυσικά, τη «σέβεται».
Αυτός κι αν είναι ο πολύφερνος γαμπρός για τη μάνα της, η οποία αποδεικνύεται στο τέλος ότι έχει δίκιο, όπως κάθε καλή και διορατική μάνα. Αλλά της συγκεκριμένης η συμπεριφορά είναι σαν να έρχεται από την εποχή των γιαγιάδων, μια και σύμφωνα με την ηλικία της Τζο η μάνα της θα ’πρεπε να ανήκει στη γενιά που είχαν στο προσκεφάλι τη Σιμόν ντε Μποβουάρ. Η εν λόγω μάλλον σε «Πασταφλώρα» φέρνει, στο λίγο πιο δυναμικό, γιατί έχει χωρίσει τον άπιστο σύζυγό της και μεγάλωσε μόνη τα κορίτσια της. Να όμως που η έλλειψη πατέρα δημιούργησε παιδικό τραύμα στη Τζο. Μα, φυσικά, κάθε ενήλικη, προβληματική συμπεριφορά βασίζεται σε ένα παιδικό τραύμα, λένε οι ψυχαναλυτές.
Έτσι βιώνει διάφορες ντροπιαστικές δοκιμασίες η Τζο στην πορεία προς την ωριμότητα. Και κάνει και ψυχανάλυση. Λακανική, μας πληροφορεί. Και αν δεν βρίσκεται γυμνή μπροστά σε κόσμο, βρίσκεται με τις πιτζάμες και τις παντόφλες. Με αυτή την περιβολή την κλειδώνει στο αυτοκίνητό του και την πηγαίνει με το ζόρι στο πασχαλιάτικο οικογενειακό του τραπέζι ο εραστής-αφεντικό, όπου γνωρίζει τον κακοποιητικό πατέρα του και το οιδιπόδειο του γιου, και κόβει λάσπη.

Αναρωτιέσαι μέχρι ποιου σημείου ανοησίας και αφέλειας μπορεί να φτάσει αυτό το ψευδοφεμινιστικό παραλήρημα, καθώς στον 21ο αιώνα το σενάριο των Άρτεμης Γρύμπλα και Παναγιώτη Χριστόπουλου μοιάζει κολλημένο στα φεμινιστικά στερεότυπα του περασμένου αιώνα, με την πρωταγωνίστρια χωρίς καμιά χάρη και ερμηνευτική γοητεία (τη συνθλίβει, άλλωστε, η αναπόφευκτη σύγκριση με το πρωτότυπο). Κρίμα!
Και μετά από 8 επεισόδια διαπιστώνεις ότι πολύ κακό για το τίποτε, αφού η Τζο συναντά τη χαρά στην ερωτική εξομολόγηση του πολύφερνου συμμαθητή-γυναικολόγου που πάντα την ήθελε και επειδή φοβόταν την έβριζε! Να και το happy end.
Αλίμονο! Είπαμε φεμινίστρια, αλλά τύπου Σταχτομπούτα, για να μην ξεχνιόμαστε. Και ζουν αυτοί καλά κι εμείς με… πονοκέφαλο.
Το τρέιλερ της σειράς
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO