Οι αντιδράσεις στην Ελβετία για την εμπλοκή της Credit Suisse σε μια σειρά σκανδάλων, ωθούν την πολιτική ηγεσίας της χώρας να επανεξετάσει τη νομοθεσία για τις ευθύνες των διοικήσεων των ελβετικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Σύμφωνα με το Reuters, οι μεγάλες απώλειες της Credit Suisse από την κατάρρευση της Archegos «εξόργισαν» τις ελβετικές ρυθμιστικές αρχές και πυροδότησαν μια σπάνια συζήτηση μεταξύ των Ελβετών νομοθετών σχετικά με την επιβολή προστίμων και κυρώσεων στους τραπεζίτες.
Η δημόσια συζήτηση σχετικά με την τραπεζική μεταρρύθμιση στην Ελβετία επικεντρώνεται στον τερματισμό του ισχύοντος καθεστώτος, καθώς είναι σχεδόν αδύνατον να επιβληθούν πρόστιμα σε τραπεζίτες στην Ελβετία και κινείται προς την υιοθέτηση του αυστηρότερου βρετανικού μοντέλου.
Σύμφωνα με το βρετανικό μοντέλο, η ανώτατη διοίκηση των χρηματοοικονομικών εταιρειών καθίσταται υπεύθυνη για τις ενέργειές τους.
Η συζήτηση ξεκίνησε αφού η Credit Suisse έχασε περισσότερα από 5 δισ. δολάρια από την κατάρρευση του family office Archegos και ήλθε αντιμέτωπη με ένα πλήθος αγωγών άνω των 10 δισ. δολαρίων.
Εκπρόσωπος της τράπεζας πάντως δήλωσε στο Reuters ότι το διοικητικό συμβούλιο έχει ξεκινήσει έρευνες που θα αντανακλούν τις ευρύτερες συνέπειες αυτών των γεγονότων, προσθέτοντας ότι υπάρχουν αλλαγές στη διαχείριση των επενδυτικών συναλλαγών και στους ελέγχους κινδύνων.
«Οι διευθυντές των τραπεζών δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους, επειδή δεν χρειάστηκε να το κάνουν έως τώρα. Δεν υπάρχουν ουσιαστικά κυρώσεις για φαινόμενα κακοδιαχείρισης», ανέφερε ο Γκέρχαρντ Αντρι, μέλος των Πρασίνων στο ελβετικό κοινοβούλιο. «Τα σκάνδαλα που έχουν πλήξει τη Credit Suisse, από τη Μοζαμβίκη έως τη Greensill, έχουν υπονομεύσει την φήμη της Ελβετίας. Έχουμε προτείνει μεταρρύθμιση, ώστε οι διοικήσεις να έχουν την ευθύνη», εξηγεί.