Την πρώτη μεγάλη έκθεση στο ΕΜΣΤ ανακοίνωσε η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια Κατερίνα Γρέγου που βρίσκεται στο τιμόνι του από την 1η Ιουλίου 2021.
Διανύοντας τον τέταρτο μήνα από την ανάληψη των καθηκόντων της, η κ. Γρέγου ανακοίνωσε ότι η πρώτη μεγάλη έκθεση του μουσείου θα πραγματοποιηθεί με αφορμή τα 200 χρόνια από την ανεξαρτησία της Ελλάδας, και θα είναι η διεθνής ομαδική έκθεση με τίτλο «Statecraft and Beyond» που θα ασχοληθεί με την οικοδόμηση του έθνους και του τη συγκρότηση του κράτους.
Την ανακοίνωση της έκθεσης η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια, με μια επιτυχημένη σταδιοδρομία στον διεθνή χώρο της τέχνης, που επέστρεψε στην Ελλάδα μετά 15 χρόνια, για να αναλάβει τα νέα της καθήκοντα στο ΕΜΣΤ, έκανε με συνέντευξή της στην γερμανική ημερήσια εφημερίδα Der Tagesspiegel, κάνοντας μια αρχή με κάπως ανορθόδοξο και πρωτοφανή τρόπο πριν ακόμα την ανακοινώσει μέσω συνέντευξης τύπου στους Έλληνες δημοσιογράφους και ενώ τηρεί σιγή ιχθύος σχετικά με τα σχέδιά της, τα οποία ανακοίνωσε στη γερμανίδα συνάδελφο.
Προκειμένου να συνεισφέρει στην ανάπτυξη του πιο σημαντικού θεσμού σύγχρονης τέχνης στη χώρα, η κ. Γρέγου, όπως είπε, μετά από ένα χρόνο συζητήσεων με την κυβέρνηση και με προτεινόμενη την ανασκόπηση όλων των πτυχών της λειτουργίας του μουσείου, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης, έθεσε έναν αριθμό προϋποθέσεων πριν αναλάβει τα καθήκοντά της, οι περισσότερες από τις οποίες πληρούνται, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μια από τις πιο δύσκολες θέσεις μουσείων στην Ευρώπη.
Η κ. Γρέγου έκανε την εκκίνησή της με κάπως ανορθόδοξο και πρωτοφανή τρόπο. Πριν ακόμα ανακοινώσει μέσω συνέντευξης τύπου στους Έλληνες δημοσιογράφους το πρόγραμμά της και ενώ υποτίθεται τηρεί σιγή ιχθύος σχετικά με τα σχέδιά της, προτίμησε να τα αναγγείλλει σε μια γερμανική εφημερίδα.
«Δεν θα δεχόμουν αυτήν τη θέση χωρίς τη διαβεβαίωση ότι έχω πλήρη ελευθερία περιεχομένου και είμαι αποφασισμένη τώρα να δημιουργήσω ένα ίδρυμα που θα αναγνωρίζεται ως σημείο αναφοράς και διεθνώς αναγνωρισμένο για την άποψή του» είπε η κ. Γρέγου.
Σύμφωνα με την τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή στις 29/6/2021, ανάμεσα σε άλλα θεσμοθετείται η πενταετής θητεία του Καλλιτεχνικού Διευθυντή έναντι της τριετούς που ορίζεται για τα υπόλοιπα διοικητικά όργανα, αφαιρείται από τις αρμοδιότητες του Δ.Σ. η χάραξη της πολιτιστικής πολιτικής του φορέα και μεταφέρεται στις αρμοδιότητες του Καλλιτεχνικού Διευθυντή.
Στα καθήκοντα του Καλλιτεχνικού Διευθυντή συμπεριλαμβάνεται και η άσκηση πειθαρχικής εξουσίας σε πρώτο βαθμό, ρόλο που θα έπρεπε να ασκεί ως πιο αρμόδιος ο Διοικητικός και Οικονομικός Διευθυντής.
Επιπλέον, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής θα αξιολογεί το σύνολο του προσωπικού ανεξαρτήτως ειδικότητας και αντικειμένου και θα αποφασίζει μόνος του σχετικά με τη διάθεση και παραχώρηση χρήσης των χώρων του Μουσείου υπογράφοντας κάθε σχετική σύμβαση.
Σύμφωνα με την τροπολογία, προβλέπεται ο διορισμός έως και τεσσάρων Συμβούλων Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης μετά από την εισήγηση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή και κατόπιν γνώμης του Δ.Σ. του Ε.Μ.Σ.Τ. στη βάση κοινής απόφασης των υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Αθλητισμού. Οι Σύμβουλοι Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, των οποίων η θητεία διαρκεί όσο και εκείνη του Καλλιτεχνικού Διευθυντή, όχι μόνο επικουρούν αλλά και αναπληρώνουν τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή.
Η κυρία Γρέγου διαπίστωσε, όπως είπε στη γερμανική εφημερίδα, ότι στην Ελλάδα τα Δ.Σ. των μουσείων έχουν απόλυτη ισχύ. Δηλαδή, οι διευθυντές κάνουν προτάσεις, αλλά το συμβούλιο παίρνει την απόφαση (κάτι που «διορθώθηκε»), και ότι το 75 τοις εκατό της συλλογής προέρχεται από δωρεές, ενώ το 96 τοις εκατό των έργων προέρχεται από Έλληνες καλλιτέχνες.
Υποστηρίζει ότι το μουσείο χρειάζεται έναν σταθερό προϋπολογισμό για να μπορεί να αγοράζει έργα αντί να βασίζεται σε δωρεές και ότι θα αλλάξει την επικρατούσα κατάσταση προβαίνοντας σε αγορές έργων και αμοιβές καλλιτεχνών, καθώς είναι «ιδιαίτερα ευαίσθητη» σχετικά με την επισφαλή οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι περισσότεροι καλλιτέχνες, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου είναι συνηθισμένο να μην πληρώνονται αμοιβές σε καλλιτέχνες.
Όσον αφορά για το είδος του μουσείου που οραματίζεται, η κ. Γρέγου, δήλωσε (πάντα στη γερμανική εφημερίδα) ότι χρειαζόμαστε ένα μουσείο που να αντικατοπτρίζει επίσης τη δική μας γεωπολιτική θέση, δηλαδή να λαμβάνει υπόψη περιφερειακές ιστορίες και πολιτιστικές ταυτότητες, σε καμία περίπτωση εθνικιστικά, αλλά πάντα σε διάλογο με τον διεθνή καλλιτεχνικό κόσμο.
«Η εποχή του παγκοσμιοποιημένου μουσείου franchise, που απλώς μιμείται το δυτικό μοντέλο και τη μοντερνιστική επιρροή του, έχει τελειώσει» τόνισε η κ. Γρέγου, σημειώνοντας ότι σε μια χώρα όπου η αγορά της τέχνης έχει σχεδόν καταρρεύσει, «ως μουσείο πρέπει να προβάλλουμε όλο και περισσότερο την σύγχρονη ελληνική τέχνη και να δημιουργήσουμε μια συμπαγή συλλογή σύγχρονης τέχνης από την Ελλάδα, εκτός από μια στοχευμένη συλλογή διεθνούς τέχνης». Παράλληλα, αναφέρει ότι στους στόχους της είναι το μουσείο να δώσει την ευκαιρία στο ελληνικό κοινό να ανακαλύψει σημαντικούς καλλιτέχνες από το εξωτερικό.
Η κ. Γρέγου σημείωσε ότι η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη κατά κεφαλή δαπάνη για τον πολιτισμό σε ολόκληρη την ΕΕ και ότι το σύστημα καλλιτεχνικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι ως επί το πλείστον πολύ επαρχιακό και συντηρητικό. «Επιπλέον, υπάρχει η μακροπρόθεσμη έλλειψη κρατικής πολιτιστικής πολιτικής. Αυτό αλλάζει σιγά σιγά».
Ωστόσο, το Σωματείο Εργαζομένων του ΕΜΣΤ και το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό του Ε.Μ.Σ.Τ. ανησυχούν ότι με την τροπολογία θα μετατραπούν σε «βοηθητικό» προσωπικό των Συμβούλων Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης και με αυτό τον τρόπο θα υπονομεύεται ο ρόλος τους ως ειδικό επιστημονικό προσωπικό του μουσείου.
Σημειώνουν ότι διορισμός των Συμβούλων Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης γίνεται εκτός ΑΣΕΠ, και χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στα απαιτούμενα προσόντα τους , τη στιγμή που ακόμη παραμένει κενό το 40% των οργανικών θέσεων του ΕΜΣΤ, με την υποστελέχωσή του να αποτελεί υπαρκτό πρόβλημα.
Όλα αυτά θα απαντηθούν στην πρώτη συνέντευξη τύπου της νέας καλλιτεχνικής διευθύντριας που ευχόμαστε να γίνει αρκετά νωρίτερα από τα εγκαίνια της πρώτης έκθεσης που ήδη «ανακοινώθηκε».