Τρία γλυπτά που λεηλατήθηκαν από την αρχαία πόλη της Παλμύρας και κατασχέθηκαν από Ελβετούς τελωνειακούς στο Freeport της Γενεύης, επιστράφηκαν στη μόνιμη αποστολή της Συρίας στα Ηνωμένα Έθνη.
Τα γλυπτά που χρονολογούνται από τον δεύτερο ή τον τρίτο αιώνα μεταφέρθηκαν λαθραία στην Ελβετία το 2009 ή το 2010, πριν από το ξέσπασμα του πολέμου στη Συρία. Οι τελωνειακοί τα ανακάλυψαν, μαζί με ένα λεηλατημένο κομμάτι από τη Λιβύη και πέντε από την Υεμένη, κατά τη διάρκεια ελέγχου ρουτίνας στο Freeport το 2013.
Οι εννέα αρχαιότητες εκτέθηκαν στο Musée d’art et d’histoire στη Γενεύη το 2017 για να ευαισθητοποιηθούν οι επισκέπτες σχετικά με τις ζημιές που προκλήθηκαν από το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων και τα διαθέσιμα νομικά μέσα για την καταπολέμησή του. Τα έργα της Παλμύρας είναι δύο ασβεστολιθικά επιτύμβια ανάγλυφα και το κεφάλι ενός ιερέα, το οποίο υπέστη σοβαρές ζημιές από τους αρχαιοκάπηλους που τα αφαίρεσαν από τον χώρο.
«Ελλείψει γνωστού αρχαιολογικού πλαισίου, έχουμε περιοριστεί στην ανάπτυξη υποθέσεων σχετικά με το από ποιο μνημείο προήλθε αυτό το κεφάλι και τη θέση που κατείχε εκεί», ανέφερε το μουσείο σε δήλωσή του.
Η Συρία διεκδίκησε τα τρία γλυπτά της Παλμύρας σε δικαστήριο της Γενεύης το 2020 και παραδόθηκαν στον πρεσβευτή της Συρίας στα Ηνωμένα Έθνη στις 18 Νοεμβρίου, σύμφωνα με δήλωση της συριακής κυβέρνησης και του Musée d’art et d’histoire. Είχαν αποθηκευτεί στο μουσείο για φύλαξη και τελικά θα επιστρέψουν στη Συρία.
Η Παλμύρα εγγράφηκε στον κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco το 1980 και βρίσκεται στον κατάλογο μνημείων της Παγκόσμιας Κληρονομιάς σε κίνδυνο από το 2013. Υπέστη σοβαρές ζημιές στα χέρια του Isis το 2015. Την ίδια χρονιά αποκεφαλίστηκε από το ISIS ο κορυφαίος αρχαιολόγος Καλίντ αλ Ασαάντ που είχε διατελέσει διευθυντής αρχαιοτήτων στην Παλμύρα για 50 χρόνια. Η σορός του βρέθηκε ο 2021.
Οι τζιχαντιστές είχαν αποκεφαλίσει δημοσίως τον 82χρονο αρχαιολόγο γιατί αρνήθηκε να αποκαλύψει την τοποθεσία όπου ήταν κρυμμένα πολύτιμα αντικείμενα στην αρχαία πόλη. Ο διακεκριμένος αρχαιολόγος είχε αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη της Παλμύρας που βρίσκεται σε μια όαση στη συριακή έρημο, βορειοανατολικά της Δαμασκού. Ο 82χρονος αρχαιολόγος αρνήθηκε να φύγει από την Παλμύρα όταν εισέβαλλαν οι τζιχαντιστές. «Γεννήθηκα στην Παλμύρα και θα μείνω στην Παλμύρα και δεν θα φύγω έστω κι αν μου κοστίσει το αίμα μου», φέρεται να είπε ο Καλίντ αλ Ασαάντ.
Οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους, ανατίναξαν τον ρωμαϊκό ναό του Βαάλ τον Αύγουστο του 2015, που θεωρείται ο δεύτερος σημαντικότερος στην αρχαία Παλμύρα, προκαλώντας αποτροπιασμό σε όλο τον κόσμο, με την επικεφαλής της UNESCO, Ιρίνα Μπόκοβα, να δηλώνει: «Η καταστροφή αυτή αποτελεί ένα ακόμη έγκλημα πολέμου και μία τεράστια απώλεια για τον συριακό λαό και την ανθρωπότητα. Οι δράστες της φρίκης πρέπει να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους».
Η Παλμύρα, διάσημη για τις άριστα διατηρημένες ελληνορωμαϊκές της αρχαιότητες, έπεσε στα χέρια των ισλαμιστών τον Μάιο του 2015 που είχαν ναρκοθετήσει πολλά σημεία της πόλης και καταστρέψει το παγκοσμίως διάσημο άγαλμα λιονταριού στο τοπικό μουσείο. Το εσωτερικό του ναού εξαφανίσθηκε, ενώ οι κίονες κατέρρευσαν, ενώ το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, με έδρα το Λονδίνο, επιβεβαίωσε και αυτό την καταστροφή του ναού.
Ο ναός του Βαάλ Σαμίν κατασκευάσθηκε το 17 μ.Χ., ενώ το κτίσμα επεκτάθηκε σημαντικά από τον αυτοκράτορα Αδριανό το 130 μ.Χ. Γνωστή και ως «Μαργαριτάρι της Ερήμου», η Παλμύρα είναι όαση, σε απόσταση 210 χλμ. βορειοδυτικά της Δαμασκού. Η πρώτη γνωστή αναφορά στο όνομα της πόλης χρονολογείται στον 19ο π.Χ. αιώνα, σε επιγραφή που την αναφέρει ως σταθμό για καραβάνια στον Δρόμο του Μεταξιού.
Στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όμως, η πόλη γνωρίζει τη μεγαλύτερη ακμή της, που διαρκεί τέσσερις και πλέον αιώνες, μέχρι το 400 μ.Χ. Πριν από την επικράτηση του Χριστιανισμού τον 2ο αιώνα μ.Χ., οι κάτοικοι λατρεύουν τον σημιτικό θεό Βαάλ, ο ναός του οποίου είναι ένας από τους τρεις σημαντικότερους της πόλης, μαζί με εκείνους των θεοτήτων Γιαριμπόλ του Ηλιου και Αγκλιμπόλ της Σελήνης.