Τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αγωνίζονται να καταλήξουν σε συμφωνία για την επιβολή ανώτατου ορίου τιμής στο ρωσικό πετρέλαιο και πιθανότατα θα ανακαλέσουν μία συμφωνία για το θέμα, μέχρι να συμφωνηθεί ένα ευρύτερο πακέτο κυρώσεων, αναφέρει το Bloomberg.
Η Κύπρος και η Ουγγαρία είναι μεταξύ των χωρών που έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους στην πρόταση του πλαφόν, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν τις συνομιλίες. Οι κυρώσεις στην ΕΕ απαιτούν ομοφωνία, δίνοντας σε κάθε κράτος-μέλος το δικαίωμα να ασκήσει βέτο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συναντήθηκε με τα κράτη μέλη το Σαββατοκύριακο προκειμένου να βρεθεί ένας συμβιβασμός για το πακέτο περιοριστικών μέτρων.
Οι χώρες ενδέχεται να πιέσουν για μια προκαταρκτική συμφωνία πριν από την άτυπη συνάντηση των ηγετών της ΕΕ στην Πράγα στις 6 Οκτωβρίου.
Το Bloomberg σημειώνει ότι η ΕΕ προσπαθεί να επιβάλει αυστηρότερες κυρώσεις μετά την ανακοίνωση για μερική επιστράτευση από τον Πούτιν και την διεξαγωγή των «δημοψηφισμάτων» για την προσάρτηση σε περιοχές της Ουκρανίας.
Άλλα μέτρα που συζητά η ΕΕ περιλαμβάνουν ελέγχους εισαγωγών διαμαντιών και απαγόρευση ορισμένων προϊόντων χάλυβα.
Απαγόρευση ηλεκτρονικών εξαρτημάτων
Τα 27 κράτη μέλη ήταν επίσης πιο κοντά στο να υποστηρίξουν μια πρόταση για περιορισμό της εξαγωγής στη Ρωσία ηλεκτρονικών εξαρτημάτων που χρησιμοποιούνται σε όπλα.
Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν ότι ο περαιτέρω περιορισμός της πρόσβασης στα ηλεκτρονικά εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται για όπλα στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία για να χτυπήσει τον ρωσικό στρατό, ιδιαίτερα καθώς η Μόσχα χρειάζεται περισσότερα όπλα για τους έως και 300.000 επιπλέον στρατιώτες που αναμένεται να κινητοποιήσει.
Η πίεση της ΕΕ για την επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο θα ευθυγραμμίσει το ευρωπαϊκό μπλοκ με την προσπάθεια των ΗΠΑ να συγκρατήσουν το κόστος του αργού και να μειώσουν τα έσοδα της Μόσχας από την ενέργεια.
Η ομάδα των G7 κατέληξε σε μία πρώτη συμφωνία σχετικά με το πλαφόν νωρίτερα αυτό το μήνα και η επιτροπή δήλωσε ότι θα εργαστεί για την εφαρμογή της πρότασης.
Ωστόσο, μένουν ακόμα πολλές λεπτομέρειες για να διευθετηθούν. Οποιαδήποτε μέτρα θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ πριν από τις 5 Δεκεμβρίου, καθώς τίθεται σε εφαρμογή παλαιότερα μέτρα της ΕΕ που απαγορεύουν την εισαγωγή πετρελαίου καθώς και τις υπηρεσίες που απαιτούνται για τη θαλάσσια μεταφορά του.
Τον Ιούνιο, τα 27 κράτη- μέλη της ΕΕ πέρασαν εβδομάδες παζαρεύοντας τους όρους των σημερινών μέτρων για το πετρέλαιο, τα οποία περιλαμβάνουν εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και τα προϊόντα πετρελαίου, εξαίρεση στις παραδόσεις μέσω αγωγών και απαγόρευση παροχής υπηρεσιών, όπως ασφάλιση στο ρωσικό πετρέλαιο σε αποστολές σε όλο τον κόσμο.
Οι ΗΠΑ πιέζουν να χαλαρώσουν αυτές οι απαγορεύσεις λόγω των φόβων ότι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άνοδο των παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου.
Παραμένει ασαφές, ωστόσο, πόσο αποτελεσματικό θα ήταν ένα καθεστώς πλαφόν αφού ορισμένοι από τους μεγαλύτερους αγοραστές της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ινδίας, δεν έχουν συμφωνήσει με τέτοια μέτρα.
Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι το ανώτατο όριο τιμών θα μπορούσε να λειτουργήσει ακόμη και αν πολλοί αγοραστές δεν ενταχθούν επίσημα στον συνασπισμό. Ο λόγος είναι ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το σύστημα ως μοχλό πίεσης στις διαπραγματεύσεις για συμβόλαια με τη Μόσχα ώστε να διαπραγματευτούν σε χαμηλότερες τιμές.
Η υιοθέτηση του πλαφόν θα απαιτούσε επίσης από τα κράτη μέλη να παραμερίσουν τα εθνικά συμφέροντα υπέρ της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Οι χώρες της ΕΕ που έχουν εξαιρεθεί για το πετρέλαιο, το οποίο παραλαμβάνουν μέσω των αγωγών τους θέλουν να διασφαλίσουν ότι αυτοί θα παραμείνουν άθικτοι, ενώ οι χώρες που εισάγουν μέσω θαλάσσης θα μπορούσαν να επιδιώξουν να συνδέσουν το ανώτατο όριο τιμών με το επί του παρόντος προβλεπόμενο πλήρες εμπάργκο στις θαλάσσιες παραδόσεις, προκειμένου να εξισωθούν οι όροι ανταγωνισμού, αναφέρει το Bloomberg.
Οι ναυτιλιακές χώρες, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος και η Μάλτα, θα μπορούσαν επίσης να προσπαθήσουν να προστατεύσουν τις αντίστοιχες βιομηχανίες τους από τα μέτρα, καταλήγει το άρθρο.
Mε πληροφορίες του Bloomberg