Ο ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΜΙΣΘΟΣ θα αυξηθεί κατά 50 ευρώ από την 1η Απριλίου και θα φθάσει τα 880 ευρώ μεικτά, όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Τι θα λαμβάνει κάθε εργαζόμενος μετά τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού; Ένας εργαζόμενος χωρίς παιδιά θα λάβει μεικτό μισθό 880 ευρώ. Ωστόσο, ο καθαρός, με τις κρατήσεις, μειώνεται στα 743 ευρώ. Άρα, η καθαρή μηνιαία αύξηση αγγίζει τα 34 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στον χρόνο θα κερδίσει ένα ποσό που φτάνει τα 473 ευρώ και αν το δει κανείς από το 2019, συνολικά, το κέρδος του θα ξεπερνά τα 2.700 ευρώ. Την ίδια στιγμή, εργαζόμενος με ένα παιδί στο τέλος του μήνα θα έχει καθαρό μισθό 752 ευρώ, ενώ εργαζόμενος με δύο ή περισσότερα παιδιά θα έχει καθαρή μηνιαία αύξηση 43 ευρώ, δηλαδή θα λάβει 606 ευρώ περισσότερα σε σχέση με πέρσι. Παράλληλα, ο ετήσιος πληθωρισμός μειώθηκε στο 3% από το 4,2% το 2023, ενώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις για το 2025, αναμένεται να κυμανθεί στο 2,5%. Προκύπτουν δύο σημαντικά ζητήματα: το ένα αφορά το αυξημένο κόστος ενέργειας και το δεύτερο το μείζον ζήτημα του στεγαστικού. Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ Παναγιώτης Πετράκης εξηγεί τι σηματοδοτεί η αύξηση του κατώτατου μισθού.
— Τι σηματοδοτεί η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ;
Το 2018, έτος που σηματοδοτεί κάποια επιστροφή στην κανονικότητα, ο κατώτατος μισθός ήταν 586 ευρώ, εντυπωσιακά χαμηλός, και σήμερα μιλάμε για 880 ευρώ, δηλαδή για αύξηση 50,17%, που είναι σημαντική. Εκτιμώ μάλιστα ότι και οι στατιστικοί δείκτες ανισότητας θα αποτυπώσουν τη μεταβολή αυτή.
«Αξίζει να επισημάνουμε ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες συνεχίζουν σταθερά να βελτιώνουν τη θέση τους, έτσι το συγκριτικό χάσμα παραμένει. Όσον αφορά τα στατιστικά στοιχεία, να σημειωθεί ότι οκτώ χώρες στην Ευρώπη έχουν χαμηλότερο κατώτερο μισθό απ’ ό,τι η Ελλάδα»
— Πιστεύετε ότι ο κατώτατος μισθός, όπως θα διαμορφωθεί από την 1η Απριλίου, αποτελεί ένα επαρκές εισόδημα για έναν εργαζόμενο;
Η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν σημαίνει ότι τα επίπεδα αμοιβών των μισθωτών είναι επαρκή για να ικανοποιήσουν την προσδοκία για βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης και ότι οι δείκτες ανισότητας δεν είναι αρκετά επιβαρυμένοι. Όμως η εξέλιξη είναι προς την ορθή κατεύθυνση, λαμβανομένης υπόψη της εισοδηματικής υποβάθμισης της μνημονιακής περιόδου – αυτό το βάρος θέλουμε να το ξεχνάμε. Σε επίπεδο πραγματικών μέσων μισθών, κάναμε δεκατρία χρόνια να προσεγγίσουμε το επίπεδο του 2010 και εκτιμούμε ότι τα επόμενα δεκατρία χρόνια ο μέσος πραγματικός μισθός θα διπλασιαστεί, εάν όλα πάνε καλά. Κατά συνέπεια είναι σωστή, αλλά αργή η κατεύθυνση των πραγμάτων.
— Πού κατατάσσεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. ως προς το ύψος του κατώτατου μισθού μετά την αύξηση που αποφασίστηκε;
Αξίζει να επισημάνουμε ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες συνεχίζουν σταθερά να βελτιώνουν τη θέση τους, έτσι το συγκριτικό χάσμα παραμένει. Όσον αφορά τα στατιστικά στοιχεία, να σημειωθεί ότι οκτώ χώρες στην Ευρώπη έχουν χαμηλότερο κατώτερο μισθό απ’ ό,τι η Ελλάδα.

— Ορισμένοι επισημαίνουν ότι ο πληθωρισμός έχει αντισταθμίσει ήδη την αύξηση αυτή. Τι απαντάτε;
Την ίδια περίοδο ο σωρευτικός πληθωρισμός ανέβηκε κατά 20,5%. Συνεπώς, η βελτίωση του κατώτατου μισθού είναι περισσότερο από διπλάσια του πληθωρισμού. Προσοχή όμως: ο πληθωρισμός στα τρόφιμα την περίοδο αυτή ήταν 38,68% και στην ενέργεια 55,24%. Τα δύο τελευταία νούμερα επηρεάζουν και τον πληθωρισμό των φτωχότερων (cheap inflation), συνεπώς, η εισοδηματική τους θέση είναι περισσότερο επιβαρυμένη από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Μάλιστα, ο μέσος ονομαστικός μισθός (στο σύνολο της οικονομίας) την περίοδο 2018-2024 αυξήθηκε κατά 25,2% (στοιχεία Εργάνη), ποσοστό 5% υψηλότερο από τον πληθωρισμό. Αυτό σημαίνει ότι η κυβερνητική πολιτική ενισχύει αναλογικά περισσότερο τους χαμηλότερα αμειβόμενους, αλλά, από την άλλη μεριά, η πραγματική βελτίωση του μέσου ονομαστικού μισθού είναι μικρή, γεγονός που ερμηνεύει και την έλλειψη ικανοποίησης του πληθυσμού. Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, εσφαλμένα το πολιτικό σύστημα υπερτονίζει τη βελτίωση της θέσης δημοσιονομικής διαχείρισης διότι έτσι δημιουργείται η αίσθηση της δυνατότητας για γρήγορη βελτίωση της ατομικής εισοδηματικής κατάστασης, αγνοώντας τον ελέφαντα στο δωμάτιο, που είναι η μνημονιακή περίοδος συμπίεσης των εισοδημάτων. Εξάλλου, η ανάπτυξη των εισοδημάτων δεν «διατάσσεται», οι επιχειρήσεις είναι που πρέπει ν’ αποφασίσουν. Αυτό όμως έχει σχέση με την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη της οικονομίας, ζητήματα που είναι πολύ πιο σύνθετα.
— Με τη φοροδιαφυγή πού βρισκόμαστε;
Αυτό που είναι σαφές είναι ότι μειώθηκε η φοροδιαφυγή (με αυξημένο πολιτικό κόστος) και πραγματικά εδώ πρέπει να αποδοθούν εύσημα γιατί επρόκειτο για έναν πάγιο, αλλά άπιαστο μέχρι σήμερα στόχος της πολιτικής. Εάν και κατά πόσο τα συγκεκριμένα έσοδα πρέπει μηχανικά να επιστρέφονται στην κοινωνία υπό τη μορφή μισθολογικών αυξήσεων είναι θέμα διαφορετικής συζήτησης. Είναι, πάντως, βέβαιο ότι πρέπει να ενισχύονται ειδικές ομάδες πληθυσμού (π.χ. γιατροί, ένστολοι), ενώ συγχρόνως θα πρέπει να ενισχυθεί η έξοδος από τα «σπίτια» εργατικού δυναμικού, οπότε είναι απαραίτητη και η μείωση του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων που θα τους προσλάβει. Έτσι θα ενισχυθεί η ανάπτυξη και δεν θα χειροτερεύσει το ισοζύγιο πληρωμών!
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.