«Βρικόλακες» του Ίψεν: Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία

«Βρικόλακες» του Ίψεν: Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία Facebook Twitter
Φαίνεται ότι επιμένουμε να κλείνουμε τους Βρικόλακες, όπως η ηρωίδα τον γιο της, σε αποστειρωμένα κουκούλια καταπνίγοντας τις επιθυμητικές ορμές τους, αποξηραίνοντας τους χυμούς της αγωνίας τους, φροντίζοντας μόνο για την όψη και όχι για την κόψη τους. Φωτ.: Γιώργος Καβαλλιεράκης
0

Ελάχιστοι συγγραφείς στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου έχουν υπάρξει τόσο αδυσώπητα τολμηροί όσο ο Ίψεν. Δυσκολευόμαστε ίσως ακόμη και σήμερα να τον σκεφτούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, δηλαδή ως μια ατρόμητη πολεμική «μηχανή» που επιτέθηκε στο κατεστημένο συστηματικά και συγκροτημένα, επιστρατεύοντας όλη τη δύναμη του αιχμηρού και αστραφτερού οπλισμού του, εισπράττοντας τα χτυπήματα το ένα μετά το άλλο.

Δυσκολευόμαστε όχι μόνο επειδή στεκόμαστε γοητευμένοι μπροστά στο εγνωσμένο κύρος, τις επιβλητικές φαβορίτες και το σοβαρό ύφος του, την περίοπτη, σχεδόν «ιερή» θέση του ως «πάπα» της σύγχρονης δραματουργίας. Αλλά και επειδή η στέρεη, καλοχτισμένη, αψεγάδιαστη δομή των έργων του εκπέμπει πάντοτε μια αίσθηση σταθερότητας και κατασκευαστικής τελειότητας που δεν συνηθίζουμε να  συνδέουμε με την έννοια του γκρεμίσματος, της υπονόμευσης ή της ανατροπής.

Κι όμως: πρέπει πάντοτε να θυμόμαστε πως πίσω από την αίσθηση ρεαλισμού που τυλίγει τα κείμενά του ένας επιμελώς κρυμμένος λυρισμός υφαίνει λαθραία τον άυλο ιστό του. Πως τα καλοβαλμένα τραπεζομάντιλα και τα πηγαινέλα της υπηρέτριας δεν εγγυώνται απαραιτήτως μια ρυθμισμένη τάξη πραγμάτων. Πως η φωτιά στο τζάκι μπορεί να γεννά θαλπωρή, η υγρή μελαγχολία των φιόρδ, όμως, στάζει σιωπηλά από τις χαραμάδες στο ταβάνι. Πως ένα βουβό καθημερινό αντικείμενο μπορεί να περικλείει παιδικές αναμνήσεις ύψιστης οδύνης. Πως οι επιφάνειες των επίπλων μπορεί να μοιάζουν καλογυαλισμένες, φέρουν όμως ανεξίτηλα τους λεκέδες της αλλοτινής λαγνείας του λοχαγού Άλβινγκ. Πως οι νεκροί δεν είναι ακριβώς νεκροί, αλλά μας αγγίζουν καθημερινά με τα ωχρά δάχτυλά τους προκαλώντας ανεξήγητες αναταραχές στην επιφάνεια του δέρματος και της ψυχής μας.

Απογυμνωμένες από τη γονιμότητα των συνειρμών, αποκομμένες από την άυλη, συμβολική διάσταση, οι λέξεις και οι κινήσεις συρρικνώνονται σε διεκπεραιωτικές, ασφαλείς, αυτονόητες διαμορφώσεις που δεν έχουν τίποτε να καταθέσουν στο αποθεματικό της φαντασίας μας.

Ήταν πράγματι δαιμόνια η στρατηγική του Ίψεν: μετέτρεψε σε αρχηγείο του το πολυτιμότερο οχυρό των αστών, το σαλόνι τους, και τους κάλεσε στις θεατρικές αίθουσες για να το δουν να δυναμιτίζεται συθέμελα.

Πιστεύετε, αγαπητοί, ότι η οικιακή εστία είναι το άσυλό σας;  Ότι η οικογενειακή ζωή συνθέτει έναν κλοιό ασφάλειας απέναντι στη σκληρότητα και στην ανηθικότητα του δημόσιου βίου; Ότι τα παιδιά σας θα αναπτυχθούν υγιώς υπό το άγρυπνο στοργικό βλέμμα του μπαμπά και της μαμάς, ώστε να γίνουν αυτόφωτα, ολοκληρωμένα όντα;

Όχι ακριβώς. Η οπτική του Ίψεν προτάσσει μιαν άλλη εκδοχή για τον περίοπτο μύθο της οικογένειας. Σύμφωνα μ’ αυτήν, ο πατέρας φροντίζει αμετροεπώς τα πάθη του, σπέρνει νόθα τέκνα στους κόλπους του εργατικού προσωπικού, μεθοκοπά στα δώματά του και καλεί τον γιο του για να του φυτεύσει, εν είδει αστεϊσμού, ένα «τσιμπούκι» στο στόμα (ο Ίψεν υπήρξε ανελέητος απέναντι στους άνδρες-πυλώνες της ευυπόληπτης κοινωνίας).

Αναπληρώνοντας με ζέση το κενό της πατρικής απουσίας, η μητέρα πασχίζει να ορθώσει γύρω από το σπιτικό ένα προστατευτικό, αποστειρωμένο κουκούλι αποσιώπησης και προσποίησης που όχι μόνον δεν θα προστατέψει το παιδί της από το κακό αλλά θα προκαλέσει ακραία ψυχική μόλυνση, επιφέροντας τον μεταφορικό και κυριολεκτικό θάνατό του. 

«Βρικόλακες» του Ίψεν: Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Καβαλλιεράκης

Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία. Το άτομο όχι μόνο δεν αναπτύσσεται ελεύθερο αλλά πρέπει διαρκώς να κρύβεται από τους άλλους και από τον εαυτό του.

Οι ελπίδες μας για αυτοπραγμάτωση παραμένουν καταδικασμένες, όσο επιμένουμε να υποκύπτουμε σε άσαρκα ιδανικά, σε ηθικούς νόμους θεσπισμένους από τους εχθρούς της ζωής, σε κληρονομημένες αξίες δίχως αντίκρισμα στο πεδίο της πραγματικότητας, σε αιμοδιψείς βρικόλακες που ρουφούν κάθε ζωτική ενέργεια, κάθε χαρά, εκθέτοντας το σώμα και το πνεύμα στον μαρασμό και τις δυνάμεις του θανάτου.

Γιατί όσο το κάνουμε αυτό, τόσο συχνότερα τα ορφανοτροφεία θα μεταλλάσσονται σε οίκους ανοχής, οι παραμελημένες, νόθες θυγατέρες θα οδηγούνται στην εκπόρνευση, οι άνθρωποι του Θεού θα δολοπλοκούν για να σώσουν το τομάρι τους εις βάρος αθώων και οι μητέρες που πάσχισαν για τη σωτηρία του «καλού» ονόματος της οικογένειάς τους θα καταλήγουν να θηλάζουν με μορφίνη τους ετοιμοθάνατους γιους τους.

Δεν είναι να απορεί, λοιπόν, κανείς που οι αξιοσέβαστοι θεατρικοί οργανισμοί της Σκανδιναβίας αρνήθηκαν αρχικά να παρουσιάσουν τους Βρικόλακες, όταν ο συγγραφέας κατέθεσε το κείμενο προς έγκριση το 1881 («ένα από τα πιο βρομερά πράγματα που γράφτηκαν ποτέ», το χαρακτήρισε ο επικεφαλής του Νέου Θεάτρου της Στοκχόλμης).

Κι αν σήμερα θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματουργίας, κι αν παραμένει αμείωτη η δύναμή του να κινεί το θυμικό μας, κι αν η έκκληση της κυρίας Άλβινγκ να απαλλαγούμε από τις «απαρχαιωμένες ιδέες και τις νεκρές αντιλήψεις» αναδύεται εξίσου καίρια με τότε, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε μάθει, εκατόν σαράντα χρόνια μετά, πώς να ζωντανεύουμε τους Βρικόλακες.

Αντιθέτως, φαίνεται ότι επιμένουμε να τους κλείνουμε, όπως η ηρωίδα τον γιο της, σε αποστειρωμένα κουκούλια καταπνίγοντας τις επιθυμητικές ορμές τους, αποξηραίνοντας τους χυμούς της αγωνίας τους, φροντίζοντας μόνο για την όψη και όχι για την κόψη τους. Αυτό τουλάχιστον είναι το αίσθημα που αναδίδει η τρέχουσα παράσταση του Εθνικού Θεάτρου...

«Βρικόλακες» του Ίψεν: Η οικογένεια σκοτώνει την επιθυμία Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Καβαλλιεράκης

Αλήθεια, πώς να μιλήσεις για το «μέσα», όταν η έγνοια σου αρχίζει και τελειώνει με το «έξω» (κι αυτό επιπόλαια, όπως θα δούμε στη συνέχεια); Όταν η σκηνική εικόνα παραμένει ακατοίκητη, όταν η θεατρική πράξη αδυνατεί να καταστήσει αισθητό το εκρηκτικό ψυχικό υπόστρωμα της δράσης, τις μυριάδες αποχρώσεις της μνήμης, τη σεισμική δόνηση που προκαλεί η ανάσταση εκ νεκρών του ανίερου ζεύγους πίσω από τη μισάνοιχτη πόρτα της τραπεζαρίας, συνθλίβοντας κάθε απόσταση μεταξύ παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος;

Πώς να μιλήσεις για το «μέσα» που σαπίζει –ενώ την ίδια στιγμή λαχταρά με απροσμέτρητη ένταση μια τελευταία ευκαιρία–, όταν εσύ κωφεύεις απέναντι σε κάθε πνιχτό σπασμό του; Μα δεν συνιστά ενσάρκωση της προθανάτιας πάλης η κατάφωρη, θεατρινίστικη επίδειξη νευρικότητας εκ μέρους του ηθοποιού (Αργύρη Πανταζάρα - Όσβαλντ) που κάθεται, σηκώνεται, διπλώνεται ή στριφογυρίζει αλωνίζοντας το σαλόνι, αδειάζοντας στη σειρά τα ποτήρια της σαμπάνιας, όταν η φωνή του κολυμπάει στoν αφρό ενός περαστικού παραπόνου και μεθά με τον αβαθή, αταλάντευτο ήχο της!

Απογυμνωμένες από τη γονιμότητα των συνειρμών, αποκομμένες από την άυλη, συμβολική διάσταση, οι λέξεις και οι κινήσεις συρρικνώνονται σε διεκπεραιωτικές, ασφαλείς, αυτονόητες διαμορφώσεις που δεν έχουν τίποτε να καταθέσουν στο αποθεματικό της φαντασίας μας. Πόσο μακριά να μας πάει ο πάστορας-καρικατούρα του Περικλή Μουστάκη, όσο ανάλαφρα, διασκεδαστικά ή γλαφυρά κι αν αποδίδει ο ηθοποιός την κενοδοξία του ήρωά του; Και πόσο κόπο πρέπει να καταβάλουμε για να μπορέσουμε να συμπληρώσουμε εμείς όλα τα συναισθηματικά κενά που αφήνει στο διάβα της η ευσυνείδητη, αλλά τόσο στεγνή ερμηνεία της Ναταλίας Τσαλίκη στον ρόλο της κυρίας Άλβινγκ;

Η στιβαρή παρουσία της Κατερίνας Μαούτσου ως Ρεγγίνε, διψασμένη για ζωή –γνήσιο τέκνο του πατέρα της–, δεν αρκεί για να ανατρέψει τις εντυπώσεις.

Η αλληλοδιείσδυση φόρμας και περιεχομένου διευθετείται από τον σκοπό∙ όμως εδώ δεν υπάρχει κανένας απώτερος σκοπός που να οδηγεί τα πράγματα στην πλήρωσή τους, παρά μονάχα μια διάθεση εικονογραφικής αναπαράστασης: δύο έπιπλα, πέντε στοίβες βιβλίων, έξι κορμοί δέντρων και λίγα τόπια ύφασμα για τις κουρτίνες συνθέτουν μια καρτ-ποστάλ εποχής, τυποποιημένη και αδιάφορη. Το σαλόνι ως κυριολεξία και όχι ως πεδίο αναταράξεων.

Μηδαμινό παιχνίδι σκιάς και φωτός, παλιακή υπογράμμιση των «σημαντικών» φράσεων μέσω μουσικής υπόκρουσης, ασήμαντα πήγαινε-έλα-κάθισε, αποδεικνύεται αδύνατο για όλα αυτά τα πενιχρά σχήματα να διώξουν τους βρικόλακες του παρελθόντος και να αφυπνίσουν έναν νέο, ζωτικό παλμό στο μυαλό μας...  

Δείτε εδώ περισσότερες πληροφορίες για τις ημέρες και ώρες παραστάσεων

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Θέατρο / O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, που έγινε διάσημος για τις φιλόδοξες, μεγαλειώδεις παραστάσεις του, πιστεύει απόλυτα στη μαγική δύναμη του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ