Σε ΙΚΕ, η οποία ανήκει σε εταιρεία με έδρα τη Βουλγαρία, πέρασε το 50% του πρώην βιομηχανικού συγκροτήματος των Μύλων Αλλατίνη, έναντι άνω των 4 εκατομμυρίων ευρώ.
Το μερίδιο κατακυρώθηκε στη βουλγαρική εταιρεία έπειτα από ανοιχτό πλειοδοτικό διαγωνισμό, που πραγματοποιήθηκε σήμερα, στον οποίο συμμετείχε και ο όμιλος Φάις, κάτοχος του υπόλοιπου 50% του εμβληματικού ακινήτου στην περιοχή της Σοφούλη, κοντά στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Η τιμή εκκίνησης είχε οριστεί στα 3,2 εκατομμύρια ευρώ και ο πλειοδοτικός διαγωνισμός ολοκληρώθηκε έπειτα από ώρες, καθώς οι δύο συμμετέχοντες έκαναν αλλεπάλληλες προσφορές, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
Πλέον το ιστορικό ακίνητο ανήκει ισομερώς σε δύο ιδιοκτήτες, γεγονός που περιπλέκει την πολυαναμενόμενη αξιοποίησή του, σχολιάζουν παράγοντες της αγοράς που επικαλείται το ΑΠΕ, αναφορικά με το βιομηχανικό κτιριακό σύνολο με τη μεγάλη ιστορία και τη χαρακτηριστική αρχιτεκτονική, το οποίο έχει παραδοθεί στη φθορά εδώ και δεκαετίες.
Μύλοι Αλλατίνη: Η ιστορία του συγκροτήματος
Ο πρώτος ατμοκίνητος αλευρόμυλος του συγκροτήματος ανεγέρθη το 1854, ενώ περίπου 30 χρόνια μετά, το 1882, ο χώρος πέρασε στα «χέρια» της οικογένειας Αλλατίνη, το όνομα της οποίας διατήρησε έκτοτε, παρότι στην πορεία άλλαξε ιδιοκτήτες. Το 1889 κάηκε ο πρώτος ατμόμυλος και στη θέση του ανεγέρθη νέος και μεγαλύτερος, με την υπογραφή του Ιταλού αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι.
Στις αρχές του 20ου αιώνα θεωρούνταν ένα από τα μεγαλύτερα βιομηχανικά συγκροτήματα της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η χαρακτηριστική καμινάδα, ύψους 35 μέτρων, που βρίσκεται στην «καρδιά» του συγκροτήματος, χτίστηκε λίγο πριν την ανατολή του 20ού αιώνα. Επίσης, γύρω στο 1900 χτίστηκαν σιλό σιταριού, εργαστήρια και βιομηχανικοί φούρνοι και έως τα τέλη της δεκαετίας του 1920 το συγκρότημα απέκτησε σταδιακά την πλήρη μορφή του.
Το 1950, πυρκαγιά προκάλεσε εκτεταμένες φθορές στα σημαντικότερα κτίριά του. Οι Μύλοι διέκοψαν τη λειτουργία τους προ δεκαετιών και έκτοτε το συγκρότημα παραδόθηκε στη φθορά. Το 1991 το βιομηχανικό συγκρότημα των Μύλων Αλλατίνη χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο, στο μεγαλύτερο τμήμα του.