ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΣΟΥΞΕ του Netflix αποδείχτηκε η περσινή μίνι σειρά Monster: The Jeffrey Dahmer Story, η οποία ξεπέρασε το ένα δισεκατομμύριο θεάσεις παρά το αγρίως μακάβριο περιεχόμενό της – τη δραματοποιημένη ιστορία του διαβόητου serial killer Τζέφρι Ντάμερ που το 1991 ομολόγησε ότι τα προηγούμενα δεκατρία χρόνια είχε σκοτώσει και βιάσει με τους πιο ειδεχθείς τρόπους που θα μπορούσε να διανοηθεί κανείς 17 νεαρούς άνδρες και αγόρια.
Τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο τρομακτικό από το να τα έχει κάνει όλα αυτά το παιδί σου. Όχι ο γονιός σου – το παιδί σου, η «συνέχειά» σου, η ευθύνη σου.
Προσωπικά, δεν με κράτησε η σειρά, παρότι κατανοώ, ειδικά σε μια εποχή που θριαμβεύει η true crime σπέκουλα, τη νοσηρή έλξη που μπορεί να ασκεί η μυθοπλαστική περιδίνηση στο μυαλό και στα κίνητρα επιφανών παρανοϊκών δολοφόνων.
Πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον όμως βρήκα στα συγκλονιστικά αποσπάσματα ενός βιβλίου που είχε γράψει ο πατέρας του, Λάιονελ Ντάμερ, και που επέπλευσαν ξανά στα αμερικανικά μέσα με αφορμή τον θάνατό του σε ηλικία 87 ετών πριν από λίγες μέρες.
Αυτό το ελεγειακό βιβλίο απομνημονευμάτων και αναπάντητων ερωτημάτων του συγγραφέα μπροστά στον καθρέφτη έχει τίτλο «Η ιστορία ενός πατέρα» (A Father’s Story) και κυκλοφόρησε το 1994, λίγο μετά τον θάνατο του γιου του, ο οποίος σφαγιάστηκε στη φυλακή κατά τη διάρκεια συμπλοκής, πριν προλάβει να εκτίσει ούτε τρία χρόνια από τις 15 φορές ισόβια που είχε καταδικαστεί.
«Καθώς τον θυμάμαι στη βρεφική του ηλικία, νιώθω να με κατακλύζει μια αίσθηση απρόκλητου φόβου», έγραφε στο βιβλίο ο φιλήσυχος –και κατά πάσα πιθανότητα μακάριος στην κοσμάρα του– χημικός μηχανικός που είχε χωρίσει με τη μητέρα του Τζέφρι το 1978, την χρονιά δηλαδή που εκείνος θα ξεκινούσε την αιμοσταγή διαδρομή του.
«Σκέφτομαι τα ροζ χεράκια και στο μυαλό μου τα βλέπω να μεγαλώνουν και να σκουραίνουν καθώς σκέφτομαι όλα όσα θα κάνουν αργότερα, πόσο θα λερωθούν με το αίμα των άλλων… Για χρόνια βρισκόμουν σε ένα επίπεδο λήθης, ή μάλλον άρνησης, που δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς, και όμως ήταν πραγματικό. Ήταν σαν να είχα κλειδώσει τον γιο μου σε ένα ηχομονωμένο θάλαμο και στη συνέχεια να είχα τραβήξει τις κουρτίνες ώστε να μην μπορώ ούτε να ακούσω ούτε να δω τι απέγινε… Η κοινωνική του ζωή περιορίστηκε σε έναν κύκλο που δεν ήταν μεγαλύτερος από το μυαλό του, έναν φανταστικό κόσμο στον οποίο οι φίλοι του ήταν φαντάσματα και οι εραστές του κομμάτια ακίνητης σάρκας».
Φαντάσου τι γονείς ή τι ανατροφή είχε… Αυτό σκεφτόμαστε αντανακλαστικά κάθε φορά που έρχονται στο φως τα ανατριχιαστικά εγκλήματα ενός σαλεμένου μυαλού. Τίποτα όμως δεν μπορεί να είναι πιο τρομακτικό από το να τα έχει κάνει όλα αυτά το παιδί σου. Όχι ο γονιός σου – το παιδί σου, η «συνέχειά» σου, η ευθύνη σου.