ΟΜΟΛΟΓΩ ΠΩΣ ΚΑΠΩΣ ΑΝΥΠΟΜΟΝΟΥΣΑ να μου δοθεί η ευκαιρία να γράψω για την ιέρεια της techno, αν και νομίζω πως καμιά φορά τα λόγια δεν φτάνουν για να περιγράψουν το μέγεθος ενός τόσο μεγάλου καλλιτέχνη. Έχοντας υπάρξει η ίδια καινοτόμος και από τις πρώτες γυναίκες techno DJs, η Ellen, αν και ασχολούνταν με το hip-hop, γρήγορα γοητεύτηκε από την επαναστατική αυτή νέα μουσική που παραγόταν με τεχνικά μέσα και όχι με όργανα. Κέρδισε μία από τις πρώτες resident θέσεις στο ιστορικότερο ίσως techno club στον κόσμο, το Tresor στο Βερολίνο, ενώ από τις δισκογραφικές της αναδείχθηκαν τόσοι DJs που συνεχίζουν τη μεγάλη καριέρα τους ακόμα και στις μέρες μας. Σήμερα στο Βερολίνο παίζει δύο φορές τον μήνα στο club OST το πάρτι series της «we are not alone» πλάι σε μεγάλους και μη DJs, δίνοντας βήμα σε αρκετά νέα ονόματα. Στην Αθήνα ήρθε με το πάρτι της «he.she.they» και πλαισιωνόταν από ομάδα χορευτών και drag show. Και όχι, δεν είναι ήταν πάρτι που απλώς ακολουθούσε τις επιταγές της εποχής – η ίδια, άλλωστε, ήταν πάντα υπέρ των δικαιωμάτων κάθε μειονότητας, ο λόγος της σε κάθε συνέντευξη είναι γλυκός, ευθύς και συμπεριληπτικός.
Οι ήχοι της έβγαζαν έντονη μελαγχολία και νοσταλγία. Ιδίως τα δύο ρεμιξαρισμένα από την ίδια κομμάτια των Linea Aspera, τα «Eviction» και «Malarone», καθώς και το δικό της KCKC, προκάλεσαν συγκίνηση. Αν μπορούσα να κλάψω, θα το έκανα.
Αν και εν μέρει ήξερα τι να περιμένω το Σάββατο, αφού την είχα ξανακούσει, ήμουν τρομερά ανυπόμονος για το πού θα κινούνταν, μια και κάθε σετ της είναι πάντα διαφορετικό. Χαμογελαστή, εξαιρετικά προσιτή, έβγαζε φωτογραφίες με όσους της το ζητούσαν, παρέλαβε λίγο μετά τις τρεις από τη Fo και τον Mikee. Ήδη από την αρχή έδειξε πως θα κινούνταν σε σκοτεινά, underground και minimal μονοπάτια κι εγώ ανατρίχιασα ήδη από το πρώτο τραγούδι. Το μπάσο της ήταν βαθύ και βαρύ, χωρίς τρομερή ένταση αρχικά – έκανε αμέσως ξεκάθαρο πως θα σε «βασανίσει», θα χτίσει ξανά και ξανά και θα προσθέτει συνεχώς επίπεδα στα τραγούδια της, θα ακούσεις ένα τραγούδι, μετά ένα μέρος από ένα δεύτερο, θα πατήσει ύστερα πάνω σε ένα τρίτο και στο τέλος θα τα συνδυάσει. Έβρισκε μια βάση και έκανε τον ήχο της πιο σύνθετο και πολυεπίπεδο όσο περνούσε η ώρα. Σε έκανε να σκέφτεσαι τελικά αν η ένταση αυτή θα εκτονωνόταν. Και λίγο πριν από την πρώτη ώρα εκτονώθηκε με τρόπο εκκωφαντικό: με μπάσο τόσο χαρακτηριστικό για εκείνη και δυνατό, που μου θύμισε της Paula Temple, σαν να ερχόταν απευθείας από την Κόλαση. Ήταν μια κορύφωση έντονη και καθηλωτική, και συνάμα γλυκιά. Σχεδόν πάντα διαλέγει ένα συναισθηματικό τραγούδι για τα peaks της, με αναφορές σε dark wave ή electro και σίγουρα με αύρα από '80s, το οποίο διανθίζει, φέρνοντάς το στο ηχόχρωμά της.

Τη λούπα αυτή την επανέλαβε δυο-τρεις φορές μέσα στο σετ της. Οι αλλαγές δεν ήταν απαλές μα νομίζω πως δεν ήταν αυτός ο στόχος της. Κοβόταν απότομα ο ήχος σε κάποια σημεία, για να ξεκινήσει από την αρχή. Ήθελε όμως να πει μια ιστορία, σαν να χώριζε σε κεφάλαια στο σετ της. Τουλάχιστον αυτή την εντύπωση μου έδωσε. Πάντα λάτρευα τα σετ που έχουν αρχή, μέση και τέλος, δεν είναι απλώς τραγούδια ενωμένα. Σε κάποιους ίσως φάνηκε πως έκανε κοιλιά, δεν έκανε όμως. Αντιθέτως, κάθε κίνηση ήταν διαλεγμένη έτσι ώστε το σετ να είναι σχεδόν ημιτονοειδές, να σε ρίχνει τόσο όσο ώστε να σε πηγαίνει στα υψηλότερα highs. Ήσουν «έρμαιο» της μουσικής της, κάθε φορά σε έβαζε στη διάθεση που η ίδια επιθυμούσε. Οι ήχοι της έβγαζαν έντονη μελαγχολία και νοσταλγία. Ιδίως τα δύο ρεμιξαρισμένα από την ίδια κομμάτια των Linea Aspera, τα «Eviction» και «Malarone», καθώς και το δικό της KCKC, προκάλεσαν συγκίνηση. Αν μπορούσα να κλάψω, θα το έκανα. Ήταν τόσο διαφορετικό το σετ της απ' όταν την άκουσα πρώτη φορά – ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο, τόσο διακριτό και αξέχαστο.
Έκλεισε στις έξι, τυπικά, βάσει προγράμματος, αλλά δεν σταμάτησε να παίζει. Περνούσε, όπως έδειχνε, τέλεια, είχε φανταστική σύνδεση με τον κόσμο και έπαιξε μιάμιση ώρα ακόμα, μέχρι και μετά τις 7, αυτοσχεδιάζοντας και ρεμιξάροντας κομμάτια εκείνη τη στιγμή. Φυσικά και μου έχει ξανατύχει να παίζουν DJs παραπάνω από το κανονικό, αλλά αυτό όντως δεν έμοιαζε προσχεδιασμένο. Έπαιξε σαφώς με πιο απλοϊκό τρόπο απ' ό,τι πριν, όμως δεν έχει σημασία. Μέχρι το τέλος κανείς δεν ήθελε να φύγει και η διάθεση ήταν στα ύψη. Ένας φίλος, με τον οποίο έχω παρευρεθεί σε πάρα πολλά πάρτι και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, μου είπε φεύγοντας πως ήταν η καλύτερη μουσική που έχει ακούσει, τουλάχιστον εντός Ελλάδας, και ταυτίστηκα πλήρως.
«My Way» - Ellen Allien