Άρθρο του Γκάβαν Ρέιλι (επικεφαλής πολιτικός ανταποκριτής, Radio Ireland T/A Today FM)
«Θέλουν να διαγράψουμε το χρέος τους» φώναζε από το τηλέφωνο, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή ο Λίαμ, λίγες ώρες μετά τον εξαναγκασμό της Ελλάδας να δεχθεί ένα νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων σε αντάλλαγμα για ένα τρίτο μνημόνιο. «Ποιος διέγραψε το δικό μας χρέος; Κανείς. Αφήστε λοιπόν τους Έλληνες να κολυμπήσουν ή να βουλιάξουν. Δεν έχουμε καμιά δουλειά μαζί τους».
Η κυβέρνηση της Ιρλανδίας, της οποίας ηγείται από το 2011 ο Έντα Κένι, έχει κερδίσει με τη συμφωνία του 2010 μια σταδιακή απομείωση του χρέους της. Η περίοδος αποπληρωμής έχει παραταθεί και το επιτόκιο έχει μειωθεί. Ορισμένες πολιτικά δύσκολες αποφάσεις, όπως η πώληση κρατικής περιουσίας, έχουν αναβληθεί ή εγκαταλειφθεί. Το μόνο που δεν κατάφερε ο Κένι ήταν ένα κανονικό «κούρεμα» του χρέους - κάτι που μπορεί να ξαναέρθει στην επιφάνεια αν καρποφορήσουν οι σχετικές προσπάθειες της Ελλάδας.
Η Ιρλανδία έχει αντιταχθεί στις προσπάθειες αυτές για δύο λόγους. Ο πρώτος έχει σχέση με τη φήμη της: Η Ιρλανδία χρησιμοποιείται ως πρότυπο για τις πιθανότητες επιτυχίας της σκληρής δημοσιονομικής ιατρικής. Ο δεύτερος είναι εκλογικός: Σε εννιά μήνες θα γίνουν στην Ιρλανδία εκλογές και ο βασικός αντίπαλος του Κένι είναι το Σιν Φέιν, το οποίο συμμερίζεται τις απόψεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α για το κούρεμα του χρέους. Η επιτυχία της Ελλάδας σε έναν τομέα όπου απέτυχε η Ιρλανδία θα ήταν καταστροφική για τον Κένι.
Ο Πολ Μέρφι, βουλευτής με τη Συμμαχία κατά της Λιτότητας, είναι οργισμένος με τη στάση της χώρας του. «Αν ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α αποσπούσε μια καλή συμφωνία» τονίζει, «αυτό θα έδειχνε ότι η σύγκρουση και η μάχη οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα από την υπακοή».
Ο Κένι, πάντως, υπενθυμίζει στους ψηφοφόρους τη σχετική επιτυχία της ιρλανδικής οικονομίας και υποστηρίζει ότι η Ελλάδα ακολουθεί το παράδειγμά του. Τον περασμένο μήνα, είπε στους δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες ότι παρά την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, δεν αύξησε τον φόρο εισοδήματος. Ούτε τον ΦΠΑ. Ούτε τις κοινωνικές εισφορές. Πρότεινε ισοδύναμα μέτρα, που τονώνουν την ανάπτυξη και καθιστούν την Ιρλανδία ανταγωνιστική.
Με μια πρώτη ματιά, τα μέτρα αυτά φαίνεται να αποδίδουν. Η ιρλανδική οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από οποιαδήποτε άλλη στην ευρωζώνη: Πέρυσι, η ανάπτυξη έφτασε το 4,8%. Η ανεργία μειώθηκε κατά το ένα τρίτο μέσα σε μια τριετία, και σήμερα είναι 9,7%. Οι πωλήσεις λιανικής αυξήθηκαν φέτος κατά 7%. Πριν από πέντε χρόνια, το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτανε το 32,4% του ΑΕΠ. Σήμερα έχει πέσει στο 2,7%. Η αίσθηση είναι λοιπόν, ότι η οικονομία έχει επιστρέψει σε μια σταθερή ανάπτυξη.
Οι αριθμοί αυτοί, όμως, δεν λένε όλη την ιστορία. Η Ιρλανδία αύξησε την τελευταία πενταετία τα έσοδα από τους φόρους κατά 28%. Και αυτό συνέβη με αύξηση του ΦΠΑ και των κοινωνικών εισφορών (παρά τους ισχυρισμούς του Κένι), καθώς και με νέους φόρους στην ιδιοκτησία και το νερό. Την ίδια περίοδο, οι κρατικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 10%, με δραστικές περικοπές τόσο στον τομέα της υγείας όσο και στα επιδόματα για τους γονείς και τους αναπήρους.
Μειώσεις σημειώθηκαν και στα επιδόματα ανεργίας, κυρίως για τους κάτω των 25 ετών, που τώρα εισπράττουν λιγότερα από τους μεγαλυτέρους τους. Η κυβέρνηση της Ιρλανδίας πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι πρέπει να αμείβονται κατ' ελάχιστον με 11,65 ευρώ την ώρα για να ζουν αξιοπρεπώς, αλλά οι άνεργοι κάτω των 25 ετών λαμβάνουν μόλις 100 ευρώ την εβδομάδα.
Πολλοί αναγκάζονται να μεταναστεύσουν: Από το 2011 έχουν εγκαταλείψει τη χώρα 112.600 άνθρωποι. Για κάθε τέσσερις ανθρώπους που βρήκαν δουλειά αυτή την περίοδο, υπάρχουν πέντε που έφυγαν από τη χώρα, ενδεχομένως για να μην ξαναγυρίσουν ποτέ.
Ίσως οι καλύτεροι να μιλήσουν για το ιρλανδικό μοντέλο είναι οι Έλληνες που το έχουν γνωρίσει από πρώτο χέρι. «Είναι λυπηρό οι πολιτικοί να μην ασκούν πολλές φορές πολιτική με βάση τον ρεαλισμό, αλλά την εκδίκηση» λέει ο Κωνσταντίνος Δρακάκης, πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας στην Ιρλανδία. «Καταλαβαίνω γιατί η ιρλανδική κυβέρνηση λέει πως αφού υπέφεραν οι Ιρλανδοί, θα πρέπει να υποφέρουν και οι Έλληνες. Αυτό που δεν γνωρίζει είναι ότι υπέφεραν πολύ και οι Έλληνες, εξαιτίας μεταρρυθμίσεων που δεν έγιναν ποτέ».
Πηγή: Deutsche Welle