Σάββατο βράδυ, 01:30, πάρτι στην Αβραμιώτου
Καθόμαστε έξω απ' τη Μαύρη Γάτα - έτσι λέγεται νομίζω. Τώρα που θα κλείσουν και τα τρία μπαρ για να γίνουν ένας ενιαίος χώρος μοιάζουν όλα μεταξύ τους, το Κinky δεν έχει πια γιρλάντες. Οι τουαλέτες με τα χρωματιστά πλακάκια είναι γεμάτες με tags και αυτοκόλλητα, τα ταβάνια χαραγμένα με αναπτήρα. Μπαινοβγαίνω από το ένα μπαρ στο άλλο κάπως χαζά. «Ήμουν ανειλικρινής με τον εαυτό μου» λέει το πρώτο μήνυμα της Μαρίνας που φτάνει στη 1:25. «Του 'πα να φύγει και να μην τολμήσει να επιστρέψει» λέει το επόμενο που φτάνει μισή ώρα μετά. Δεν λέω τίποτα, μόνο κάνω ηλίθια χορευτικά (προσποιούμαι ότι γεμίζω τη ραφιέρα με κουτιά) στον φίλο μου τον Κ. Καμιά φορά, όταν είμαι μελαγχολική, κάνω τον κλόουν πολύ καλά. Τις προάλλες ήμουν στο νοσοκομείο και έκανα στους φίλους μου ότι είμαι η Κατερίνα Στανίση στο «Συγνώμη κύριε, ποιος είστε;». Χορεύω και. σκέφτομαι πως συχνά η ζωή θυμίζει κακή μεξικάνικη σαπουνόπερα. Πριν καλά καλά το καταλάβεις, έχεις γίνει η Χουάνα η παρθένα. Λες εκφράσεις όπως «τρέφομαι από το νέκταρ της κακίας σου Λουσίντα. Ήμουν ανειλικρινής» και μετά η γαλάζια σκιά σου ξεβάφει στον κλαρωτό καναπέ. Δεν πειράζει - και πάλι μπορείς να γελάσεις.
Κυριακή, 12:30
Ξυπνάω από το θόρυβο στην αυλή. Κοιτάω αγουροξυπνημένη από τις χαραμάδες της σίτας. Οι γείτονες φυτεύουν φτέρες στην αυλή. Το σπίτι μου είναι σε μια παλιά αθηναϊκή πολυκατοικία - έχει μόνο 7 διαμερίσματα, όλα κάτω από 70 τετραγωνικά που μοιράζονται μια παλιά αυλή με μαρμάρινα πλακάκια. Πέντε άτομα μένουμε εδώ όλα κι όλα. Σήμερα είναι η μέρα που έχουμε συμφωνήσει να συμμαζέψουμε την αυλή. Όταν κατεβαίνω με μια κούπα τσάι αγκαλιά, τρία άτομα αδειάζουν μια πελώρια ζαρντινιέρα. Δεν νομίζω ότι έχω ασχοληθεί ξανά με την κηπουρική - μόνο να ποτίζω τους βασιλικούς στο μπαλκόνι μου στις 4:00 ή ώρα το πρωί ξέρω. Τις επόμενες τέσσερις ώρες φυτεύω μια αζαλέα, γεμίζω με χώμα παλιές γλάστρες, σκουπίζω την αυλή, κουβαλάω ξεραμένα κλαδιά από τη μουσμουλιά στην αυλή, κάτω από τον ήλιο. Στο τέλος τρώμε όλοι μαζί σε ένα τραπέζι με κολλαριστό τραπεζομάντηλο. Σκέφτομαι πως όλο αυτό παραείναι καλό για να 'ναι αληθινό και πως αισθάνομαι λες και ζω σε κάποια αυτοδιαχειριζόμενη κολλεκτίβα στη Δανία - μέχρι που φέρνω την κανάτα με το νερό. «Νερό; Άρρωστοι είμαστε;» μου λέει ο γείτονας και βάζει στο τραπέζι ένα μπουκάλι σπιτικό κρασί από την Κρήτη σε πλαστικό μπουκάλι. Μου αρέσει η αυτοδιαχείριση.
σχόλια