ΣΤΟΝ ΜΑΚΡΥ ΚΑΤΑΛΟΓΟ των Παπών περιλαμβάνονται κυρίως Ιταλοί, καθώς ο αριθμός τους ανέρχεται τουλάχιστον στους 217. Εκείνο που δεν είναι πολύ γνωστό είναι ότι στον παπικό θρόνο έχουν ανέλθει αρκετοί Έλληνες. Ανάλογα με τον τρόπο που κάποιος αποδίδει την εθνική ταυτότητα, ο αριθμός των Ελλήνων Παπών κυμαίνεται από τέσσερις έως δεκαέξι.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως η ιστορία του τελευταίου Έλληνα Πάπα. Πρόκειται για τον Πέτρο Φιλάργη (ή Φίλαργη), ο οποίος εξελέγη το 1409, με το όνομα Αλέξανδρος Ε’.
Στις αρχές του 14ου αιώνα, πολιτικές και εκκλησιαστικές συγκρούσεις οδήγησαν στη μεταφορά της παπικής Έδρας από τη Ρώμη στην Αβινιόν της Γαλλίας. Συνολικά επτά διαδοχικοί Πάπες παρέμειναν στην Αβινιόν, αγνοώντας την αιώνια πόλη και το Βατικανό, προκαλώντας την οργή των Ρωμαίων, αφού επρόκειτο για τη λεγόμενη «βαβυλώνια αιχμαλωσία του Παπισμού».
Ο Φιλάργης άφησε πίσω του τεράστιας σημασίας φιλοσοφικό και θεολογικό έργο. Το υπόμνημά του στο κείμενο του Πέτρου Λομβαρδού αποτελεί μια εξαιρετική, ακόμα και σήμερα, σύνοψη της φιλοσοφίας και της θεολογίας του 14ου αιώνα, καθώς ο Φιλάργης ήταν γνώστης των ζητημάτων και πολύ ψύχραιμος και αντικειμενικός στις κρίσεις του.
Το 1376/77 ο Πάπας Γρηγόριος ΙΑ’ αποφάσισε να επαναφέρει την παπική Έδρα στη Ρώμη. Μετά το θάνατό του, το 1378, ο ρωμαϊκός όχλος εξέλεξε Πάπα, πέρα από κάθε πρωτόκολλο και διαδικασία, τον Ουρβανό ΣΤ’, αποσκοπώντας να ξαναγίνει η Ρώμη έδρα της παποσύνης. Αμέσως μια σημαντική μερίδα Καρδιναλίων εγκατέλειψε τη Ρώμη, αντιδρώντας στην εκλογή του Ουρβανού ΣΤ’, και οι Γάλλοι ξεκίνησαν αγώνα εναντίον του.

Άρχεται έτσι το Δυτικό Σχίσμα, αφού οι Γάλλοι εκλέγουν στην Αβινιόν Πάπα τον Κλήμη Ζ’ και αργότερα μια πλειοψηφική μερίδα Καρδιναλίων εκλέγει τρίτο Πάπα στην Πίζα. Το Δυτικό Σχίσμα προκάλεσε τεράστιες συγκρούσεις σε κάθε επίπεδο, ακόμα και το στρατιωτικό, και τελικά θεραπεύτηκε το 1417. Οι Πάπες της Αβινιόν και της Πίζας, στο διάστημα του Δυτικού Σχίσματος, αποκαλούνται σήμερα Αντίπαπες.
Ο Πέτρος Φιλάργης γεννήθηκε στην Κρήτη (ίσως στις Καρές Μιραμπέλλου) περίπου το 1340, από Έλληνες γονείς. Ορισμένοι εικάζουν ότι η καταγωγή των γονιών του ήταν από τα Δωδεκάνησα ή ότι κι ο ίδιος γεννήθηκε στη Νίσυρο.
Ο Φιλάργης έμεινε ορφανός σε παιδική ηλικία, καθώς οι γονείς του πέθαναν στη διάρκεια της πανδημίας της πανούκλας. Ο μικρός Πέτρος μεγάλωσε σε μια μονή Φραγκισκανών μοναχών στην Κρήτη, ίσως αυτή του Αγίου Αντωνίου, όπου και τελικά εκάρη μοναχός το 1357. Με μέριμνα του Τάγματος των Φραγκισκανών σπούδασε στην Πάδοβα, το Νόριτς, την Μπολόνια, το Παρίσι και την Οξφόρδη. Μάλιστα, ο λεγόμενος παπικός σύλλογος οινοπνευματοποσίας, στο Greyfriars της Οξφόρδης, θεωρείται ότι ιδρύθηκε από τον Φιλάργη κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο πανεπιστήμιο.
Επειδή ξεχώριζε για τη θεολογική του κατάρτιση, εστάλη να διδάξει στη Ρωσία, τη Βοημία και την Πολωνία. Τελικά, στις 28 Σεπτεμβρίου του 1378, μια εβδομάδα μετά την έναρξη του Δυτικού Σχίσματος, ξεκίνησε να διδάσκει στο Παρίσι. Για διδακτικούς λόγους συνέγραψε ένα πολύ σημαντικό υπόμνημα στο έργο του Πέτρου Λομβαρδού Sententiae in quatuor IV libris distinctae, το οποίο ήταν κομβικής σημασίας για τη διδασκαλία της θεολογίας και της φιλοσοφίας στα μεσαιωνικά πανεπιστήμια.

Το 1384 ο Φιλάργης επέστρεψε στην Ιταλία και εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο της Παβίας, υπηρετώντας τον ηγεμόνα Giangaleazzo Visconti. Συνεργάστηκε με εξέχουσες πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του, συμπεριλαμβανομένων των Μανουήλ Χρυσολωρά, Baldus de Ubaldis, Umberto Decembrio, Pier Candido Decembrio και Coluccio Salutati. Παρότι η διδασκαλία του επικεντρωνόταν σε λατινικά κείμενα, ο Φιλάργης θεωρούσε τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη συμπατριώτες του και διατήρησε δεσμούς με τους Παλαιολόγους της Κωνσταντινούπολης και της Πελοποννήσου. Επίσης, μετέφρασε στα ελληνικά μερικά από τα έργα του Αγίου Ιερωνύμου.
Στα τέλη του 1386 ο Ρωμαίος Πάπας Ουρβανός ΣΤ' διόρισε τον Φιλάργη επίσκοπο της Πιατσέντζα. Στη συνέχεια μετατέθηκε στη Βιτσέντζα (αρχές του 1388) και στη Νοβάρα (μέσα του 1389). Παράλληλα, ήταν πρεσβευτής του Visconti. Το 1394 ο αυτοκράτορας Wenceslas του απέδωσε τον τίτλο του Δούκα του Μιλάνου και τελικά, το 1402, έγινε αρχιεπίσκοπος του Μιλάνου. Το 1407 ο Ρωμαίος Πάπας Ιννοκέντιος Ζ’ του απέδωσε τον τίτλο του Καρδιναλίου.
Αμέσως ξεκίνησε να εργάζεται για την αποκατάσταση του Σχίσματος. Το 1409 μετείχε στη Σύνοδο της Πίζα, στην οποία οι Καρδινάλιοι αποφάσισαν να κηρύξουν έκπτωτους τους Πάπες της Ρώμης και της Αβινιόν (Γρηγόριο ΙΒ’ και Βενέδικτο ΙΓ’) και εξέλεξαν Πάπα, στις 26 Ιουνίου, τον Φιλάργη, με το όνομα Αλέξανδρος Ε’. Ήταν ο πρώτος Έλληνας Πάπας μετά τον 8ο αιώνα.
Παρότι υπήρχαν παράλληλα τρεις Πάπες, ο Αλέξανδρος Ε’ είχε στο πλευρό του τη μεγάλη πλειοψηφία των Καρδιναλίων και των πιστών. Ο ίδιος υποσχέθηκε να εργαστεί για την ενότητα και την κάθαρση της Εκκλησίας. Παράλληλα, θέλησε να δώσει αυξημένο ρόλο στο Τάγμα των Φραγκισκανών, από το οποίο προερχόταν, θεωρώντας ότι η πενία ήταν το κλειδί για την ανανέωση της Εκκλησίας. Δυστυχώς, πέθανε στην Μπολόνια, μετά από σύντομη περίοδο ασθένειας, στις 3 Μαΐου του 1410, και δεν πρόλαβε να αποκαταστήσει την ενότητα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ο Κωνσταντίνος Σάθας ισχυρίζεται ότι δηλητηριάστηκε από τον καρδινάλιο Cossa, που τον διαδέχθηκε ως Ιωάννης ΚΓ’, αλλά δεν υπάρχουν σχετικές αποδείξεις. Παρότι σήμερα θεωρείται Αντίπαπας, το γεγονός ότι το 1492 ο Roderic Llançol de Borja επέλεξε το όνομα Αλέξανδρος ΣΤ’, μετά την εκλογή του ως Πάπας, δείχνει ότι ο Φιλάργης διατηρείται στην επίσημη αρίθμηση των Παπών.
Ο Φιλάργης άφησε πίσω του τεράστιας σημασίας φιλοσοφικό και θεολογικό έργο. Το υπόμνημά του στο κείμενο του Πέτρου Λομβαρδού αποτελεί μια εξαιρετική, ακόμα και σήμερα, σύνοψη της φιλοσοφίας και της θεολογίας του 14ου αιώνα, καθώς ο Φιλάργης ήταν γνώστης των ζητημάτων και πολύ ψύχραιμος και αντικειμενικός στις κρίσεις του. Η τελευταία φράση που έγραψε ήταν: «Ήμουν έτοιμος να κάνω μια μακρά συζήτηση για αυτά τα ζητήματα, αλλά ο Θεός επέλεξε να ξεκουραστώ από τους κόπους μου''.
Στον τάφο του, που βρίσκεται στη Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου της Μπολόνια, σώζεται επιγραφή, στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρεται: CRETENSIS EX DOMOCILIO CRETENSIS NUN CUPATUS (Κρητικός στην καταγωγή, Κρητικός αποκαλούμενος).
Ένας άλλος Έλληνας, ο Καρδινάλιος Βησσαρίων από την Τραπεζούντα, υπήρξε ισχυρός υποψήφιος στο κονκλάβιο του 1455, αλλά τελικά δεν κατόρθωσε να εκλεγεί Πάπας, εξαιτίας και της ελληνικής του καταγωγής. Ο Γάλλος Καρδινάλιος Alain IV de Coëtivy είχε πει τότε: «Μήπως η Λατινική Εκκλησία έχει τόση έλλειψη ανδρών (...) που πρέπει να στραφεί στους Έλληνες;» Ορισμένοι μάλιστα συνδέουν την αποτυχία του Βησσαρίωνα και με τη θητεία του Φιλάργη ως Αντίπαπα. Ο Βησσαρίων, πάντως, ως primus Cardinalium, προΐστατο στα κονκλάβια για την εκλογή νέου Πάπα το 1464 και το 1471.
Ο Γεώργιος Στείρης είναι Καθηγητής Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.