ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΛΙΝΑ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
Πάνε δεκαπέντε μέρες σχεδόν που δεν έχω νέα της. Δεν ξέρω πού βρίσκεται η Σάρα. Την τελευταία μέρα που μιλήσαμε ήταν στην Ειδομένη, περιμένοντας περισσότερο από 24 ώρες μες στο λεωφορείο για να περάσει τα σύνορα. Έκτοτε, δεν ξέρω τίποτα. Το ελληνικό κινητό είναι κλειστό. Η Σάρα είναι ένα κορίτσι 24 ετών από τη Συρία, έγκυος. Αναγκάστηκε να αφήσει τον άντρα της και τους δικούς της πίσω προκειμένου να σωθεί. Στο κινητό της μας δείχνει εικόνες από το διαμέρισμά τους. Το μπάνιο με τα καλλυντικά, το όμορφα στρωμένο κρεβάτι ενός ζευγαριού που παντρεύτηκε μόλις πριν από έξι μήνες. Στην τσέπη του μπουφάν της κρατά το μόνο πράγμα που πήρε μαζί της φεύγοντας από το σπίτι: το άρωμα του συζύγου της. «Ζαλίζομαι, δεν νομίζω ότι μπορώ να αντέξω χωρίς φαγητό και νερό όλη μέρα» μου έγραφε σε sms, καθώς περίμενε πάνω από 12 ώρες για να καταγραφεί στη Μόρια. Κι εγώ δεν ήξερα τι να της απαντήσω. Με ευχαριστούσε διαρκώς και μου ζητούσε συγγνώμη για την ενόχληση, συγγνώμη που με στενοχωρούσε. Η Σάρα είναι από τους τυχερούς, από εκείνους που επέζησαν από τον πόλεμο και από το επικίνδυνο πέρασμα από τα τουρκικά παράλια προς τις ακτές της Λέσβου, που είχε τα χρήματα να πληρώσει τους διακινητές. Είναι «τυχερή» που κατάγεται από τη Συρία, καθώς έχει περισσότερες πιθανότητες να αποδεχθούν οι Αρχές το αίτημα ασύλου που θα καταθέσει στη Γερμανία. Αν κατάφερε να φτάσει, αν είναι καλά.
Πίσω από τους αριθμούς, πίσω από το πλήθος και την απρόσωπη «ροή» υπάρχουν άνθρωποι με την προσωπική τους ιστορία, τις ελπίδες, με όνειρα, πληγές και φόβους. Συγκεκριμένα, 1.000.573 ιστορίες, τόσες όσοι οι άνθρωποι που έφτασαν εντός του 2015 διά θαλάσσης στην Ευρώπη, μέσω Ιταλίας και Ελλάδας κυρίως, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (όπως και των 3.735 που αγνοούνται).
Ναι, λυπάται κανείς πολύ. Για τις συνθήκες όμως, όχι για τους ανθρώπους. Γιατί οι άνθρωποι είναι οπλισμένοι με συγκλονιστική αποφασιστικότητα και κουράγιο. Και δεν σου ζητούν τίποτα.
Στη Σκάλα Συκαμιάς ήμασταν παρόντες όταν έφτασε μια ακόμη πλαστική βάρκα, ξέχειλη από ανθρώπους που ακουμπούσαν σχεδόν μες στο νερό. Στη μνήμη μου έχουν χαραχθεί δύο ήχοι: το ποδοβολητό των εθελοντών που προσπαθούσαν να προσεγγίσουν το ακριβές σημείο όπου θα έφτανε η βάρκα και το χειροκρότημα των ανθρώπων, μέσα από τη βάρκα, μόλις είδαν γη. Οι εθελοντές έστησαν αντικριστά δύο ανθρώπινες αλυσίδες, ώστε να βοηθήσουν τους ανθρώπους να ισορροπήσουν πάνω στις πέτρες. Πρώτα βγήκαν τα μωρά. Τα έδιναν από αγκαλιά σε αγκαλιά μέχρι να μεταφερθούν σε ασφαλές σημείο μακριά από το νερό. Μες στην αμηχανία μου, δεν ήξερα τι άλλο να κάνω, παρά να μπω κι εγώ στη σειρά. Έπαιρνα τα μωρά και τους έβγαζα το «σωσίβιο» (μια παρωδία σωσιβίου). Έπειτα, τα παιδιά έτρεχαν στην αγκαλιά των δικών τους, που στο μεταξύ είχαν αποβιβαστεί. Πήγα να κατεβάσω ένα ακόμη παιδάκι. Ήταν τριών χρονών περίπου, μόνο που το δικό του βλέμμα ήταν παγωμένο. Μόλις έκανα την κίνηση, εκείνο γαντζώθηκε από την μπλούζα μου. Γαντζώθηκε, δηλαδή, από έναν άγνωστο άνθρωπο που έβλεπε για πρώτη φορά στη ζωή του. Αυτή ήταν η στιγμή που κατάλαβα τι ακριβώς συμβαίνει – το μέγεθος του πανικού, του τρόμου, του τραύματος. Έπειτα συνειδητοποίησα πως αυτό το μωρό θα μπορούσε να ήταν νεκρό, όπως τόσα άλλα που πέθαναν σε αυτό το πέρασμα. Μωρά σαν τον Aylan, «μωρέλια» σαν αυτά που έχουν κρατήσει στα χέρια τους άψυχα οι ψαράδες της περιοχής.
Η Τουρκία δεν απέχει πολύ από τη βόρεια ακτογραμμή του νησιού. Στα μάτια μου η απόσταση μοιάζει πιο μικρή από εκείνη που χωρίζει τον Πειραιά από την Αίγινα. Βλέποντας τις τουρκικές ακτές μπροστά, νιώθει κανείς να χάνει το οξυγόνο, παγιδευμένος σε μια κάψουλα απόλυτης παράνοιας. Γιατί η κατάσταση έχει ως εξής: θα πρέπει κανείς να ρισκάρει τη ζωή του και τη ζωή των παιδιών του σε αυτό το πέρασμα. Αν τυχόν επιζήσει κι έπειτα εξασφαλίσει τα πολύτιμα έγγραφα, τότε μόνο θα μπορέσει να φτάσει στο λιμάνι της Μυτιλήνης και να επιβιβαστεί σε ασφαλές πλοίο για να φτάσει στον Πειραιά. Αν. Αν ζήσει. Και δεχόμαστε όλοι, συναινούμε σιωπηρά πως εδώ, εν καιρώ ειρήνης, μπορεί να χάνονται άνθρωποι. Λες και η ροή θα σταματήσει από την απειλή ή λες και δεν είναι εγκληματικό να απειλεί κανείς κυνηγημένους ανθρώπους.
Ένα βροντερό αίτημα
«Ασφαλή περάσματα, αυτό ζητάμε», θα πει η Χριστίνα Ψαρρά, μέλος της ομάδας των επιχειρήσεων διάσωσης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Λέσβο, «να μη χρειάζεται ο κόσμος να παίρνει αυτό το τεράστιο ρίσκο». Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, σε συνεργασία με την Greenpeace, η οποία συνδράμει προσφέροντας τρία σκάφη και εξειδικευμένο προσωπικό, παρέχουν βοήθεια και στη θάλασσα, υπό την επίβλεψη και με συντονισμό, βέβαια, του Λιμενικού Σώματος. Το ίδιο έργο επιτελεί και η ισπανική ΜΚΟ Proactiva Open Arms, που επίσης περιπολεί, ενώ άτυπα, αλλά τόσο ουσιαστικά, το ίδιο κάνουν και οι ψαράδες του νησιού, που ζουν πια με τα κιάλια περασμένα στο στήθος. Όπως ο Kώστας Πιντέρης, που μας αφηγείται τι έχουν ζήσει οι κάτοικοι της Λέσβου. Μας λέει πως έφτασε στο λιμανάκι του χωριού μια βάρκα και όταν κατέβηκαν όλοι, έμεινε μόνο του ένα παιδάκι μέσα. Ρωτούσανε ποιου είναι το παιδί, αλλά κανείς δεν ήξερε. Την άλλη φορά, έξω στη θάλασσα, ο ίδιος βρήκε κάτω από μια αναποδογυρισμένη βάρκα μια μάνα με το παιδί της, νεκρούς. «Με τα χέρια κάνουν κουπί οι άνθρωποι» θα πει. «Δεν ξέρουν από θάλασσα, δεν ξέρουν να κουμαντάρουν τις βάρκες. Αν κάποιος πέσει στη θάλασσα, τον αφήνουν, γιατί δεν μπορούν να γυρίσουν τη βάρκα για να τον βοηθήσουν». Την ίδια στιγμή οι κάτοικοι στέκονται αλληλέγγυοι σε αυτή την ανθρωπιστική κρίση. «Τι να σου πω, παιδί μου; Τσ' αγαπήσαμε τους ανθρώπους» μας λέει η κ. Θερμιώτη από τη Συκαμιά, όταν τη συναντούμε στον δρόμο.
Ντόπιοι και ομάδες εθελοντών που συρρέουν από κάθε γωνιά του πλανήτη έχουν αναπτύξει κάθε είδους πρωτοβουλία, από το να αγοράζουν καροτσάκια και να τα δίνουν στις οικογένειες(«One stroller, many steps forward»), μέχρι να πλένουν και να στεγνώνουν τα βρεγμένα ρούχα των προσφύγων («Dirty girls of Lesvos Island»), όπως επίσης υπάρχουν και ομάδες που μαγειρεύουν καθημερινά, προσφέροντας ένα πιάτο (όπως ο «Άλλος άνθρωπος»), ή παρέχουν άμεσα βοήθεια, προσφέροντας στεγνά ρούχα (Πλάτανος ή Lighthouse Refugee Relief και πολλές άλλες ομάδες). Αλληλέγγυος στέκεται και ο Δήμος της Μυτιλήνης, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των εθελοντών.
Εκείνο που δεν μπορούσα να φανταστώ, όμως, είναι το μέγεθος και το είδος της βοήθειας που παρέχουν οι μεγάλες ΜΚΟ, οι οποίες, εξαιτίας των απίστευτων κενών που αφήνουν το κράτος και η Ε.Ε., έχουν αναγκαστεί να επενδύσουν σημαντικούς πόρους σε υποδομές και λειτουργίες, πολύ έξω από τον ρόλο τους. Για παράδειγμα, στον Μανταμάδο οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουν δημιουργήσει έναν προσωρινό καταυλισμό, όπου μπορούν να παραμείνουν για λίγες ώρες μετά την άφιξή τους οι πρόσφυγες, πριν πάνε στα κέντρα καταγραφής. Μεγάλες σκηνές (η μεγαλύτερη εκ των οποίων με θέρμανση και ράντζα) και προαύλιος χώρος φιλοξενούν τον κόσμο, όπου εκεί μπορούν να πάρουν μια ανάσα μετά το επικίνδυνο ταξίδι. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα τους προμηθεύουν με στεγνά ρούχα και κουβέρτες κι έπειτα (με δαπάνη πάλι της οργάνωσης) θα μεταφερθούν στη Μόρια με πούλμαν, καθώς απέχει περίπου μία ώρα (θα θυμάστε ίσως σκηνές από το καλοκαίρι, όταν ο κόσμος τότε ήταν αναγκασμένος να διανύει την απόσταση με τα πόδια). Θα νόμιζε κανείς πως ο ρόλος της διεθνούς οργάνωσης θα περιοριζόταν αυστηρά στο ιατρικό κομμάτι. Έτσι, φάνηκε λογικό να υπάρχουν ιατρεία των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Μόρια και στο Καρά Τεπέ, στα οποία παρέχεται φροντίδα στους πρόσφυγες, αλλά δεν φανταζόμασταν ποτέ πως οι ανάγκες που δεν καλύπτονται είναι τόσο μεγάλες, ώστε οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα θα φρόντιζαν να χτιστούν βρύσες πόσιμου νερού έξω από το κέντρο καταγραφής ή να προστεθούν στη Μόρια χημικές τουαλέτες και ντους (αναλαμβάνοντας, μάλιστα, και τη μέριμνα του καθαρισμού τους). Την ίδια στιγμή, τρία ασθενοφόρα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα επαγρυπνούν, άλλα τρία επισκευάστηκαν με δικά τους έξοδα και προσφέρθηκαν στο νοσοκομείο του νησιού, ενώ η κινητή κλινική προσπαθεί να καλύψει τις ανάγκες στην ευρύτερη περιοχή του λιμανιού, στη Μυτιλήνη.
«Εδώ είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση μαζί» σκεφτόμουν, κάνοντας τη τελευταία βόλτα στην προβλήτα, καθώς έβλεπα οικογένειες κι ανθρώπους να περιμένουν το πλοίο για τον Πειραιά, καθισμένοι καταγής, πάνω σε κουβέρτες. Ναι, λυπάται κανείς πολύ. Για τις συνθήκες όμως, όχι για τους ανθρώπους. Γιατί οι άνθρωποι είναι οπλισμένοι με συγκλονιστική αποφασιστικότητα και κουράγιο. Και δεν σου ζητούν τίποτα. Κάποιες φορές δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους ούτε καν να συγκινηθεί και σίγουρα δεν επιτρέπουν σ' εσένα να νιώσεις οίκτο. Απλώς είναι άνθρωποι σε ανάγκη. Κι αυτή την ανάγκη νιώθω ότι πρέπει να ακούσουμε όλοι, όχι επειδή είναι χριστιανικό καθήκον, ούτε επειδή είμαστε τάχα καλόψυχοι, αλλά γιατί «αυτοί» είμαστε εγώ κι εσύ. Όλοι πρωταγωνιστές, ερήμην μας, σε μια παράλογη σελίδα της Ιστορίας, στο σκοτάδι της οποίας ο καθένας μας καλείται να απαντήσει με τον δικό του τρόπο.
Πώς μπορείς να βοηθήσεις κι εσύ τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα
Βοήθησε κι εσύ τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα να συνεχίσουν το έργο τους. Υποστήριξε τη δράση τους στην πρώτη γραμμή της προσφυγικής κρίσης, κάνοντας μια δωρεά.
Πληροφορίες στο 210 5 200 500 και www.msf.gr/support
Δείτε στο lifo.gr όλο το αφιέρωμα «Χριστούγεννα Χωρίς Σύνορα».