Κουρασμένοι από την αναμονή για να ανοίξουν τα σύνορα, οι πρόσφυγες της Ειδομένης στήνουν μικρές επιχειρήσεις προκειμένου να επιβιώσουν, αναφέρει σε δημοσίευμά του το πρακτορείο Reuters. (σ.σ. Michele Kambas).
Η Saima είναι μια από τις λίγες, αλλά ολοένα αυξανόμενες περιπτώσεις προσφύγων που προσπαθούν να επιβιώσουν στην ελληνική πλευρά των συνόρων όπου έχουν κατασκηνώσει περίπου 10.000 περίπου άνθρωποι, στο μεγαλύτερο καταυλισμό προσφύγων της Ευρώπης.
Η Saima πουλά περίπου 100 φρατζόλες ψωμί την ημέρα στον καταυλισμό της Ειδομένης, που μπορεί να μην έχει νερό, αλλά διαθέτει οκτώ διαφορετικές σειρές συρματοπλεγμάτων σχολιάζει με νόημα το πρακτορείο.
«Οι γονείς μου δεν είχαν άλλη επιλογή όταν μας τελείωσαν τα χρήματα πριν από μερικές εβδομάδες. Έπρεπε να κάνουν κάτι για να βγάλουμε τα προς το ζην» εξηγεί στο Reuters η 17χρονη κόρη της Saima, Saven.
Οι πρόσφυγες αρνούνται να φύγουν από την Ειδομένη παρά τα δακρυγόνα που δέχονται από τις αρχές των Σκοπίων, αλλά και τις συνεχείς εκκλήσεις της ελληνικής κυβέρνησης να μετακινηθούν σε οργανωμένα κέντρα φιλοξενίας στο εσωτερικό της χώρας.
Σήμερα η Eιδομένη διαθέτει τρία αυτοσχέδια τζαμιά, μία παιδική χαρά, ένα σχολείο καθώς και τέσσερα υποτυπώδη μαγαζιά που φτιάχνουν φαλάφελ.
Οι σκηνές των προσφύγων είναι τυχαία τοποθετημένες και συνωστίζονται σε ένα λιβάδι έξω από το χωριό της Ειδομένης. Οι βασικές εγκαταστάσεις είναι λιγοστές. Υπάρχουν χημικές τουαλέτες αλλά βρωμάνε και συχνά πλημμυρίζουν αναφέρει το Reuters.
Ο 44χρονος Raied Anbtauy από το Χαλέπι βρίσκεται στην Ειδομένη εδώ και τρεις μήνες, μακριά από την οικογένεια του που έχει ήδη φτάσει στη Γερμανία. Τις τελευταίες δέκα μέρες φτιάχνει και πουλά φαλάφελ σε μία μικρή καλύβα δίπλα στις κουβέρτες του. «Μου τέλειωσαν τα χρήματα και έπρεπε να κάνω κάτι» τονίζει.
Άλλος ένας, ο Ridwan Kiko, 29 ετών, Παλαιστίνιος που ζούσε στη Δαμασκό, ισχυρίζεται ότι είναι αναγκασμένος να πουλάει φρούτα και λαχανικά που αγοράζει από Έλληνες Ρομά προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει και να αγοράσει φάρμακα για τη μητέρα του που είναι διαβητική και χρειάζεται ινσουλίνη.
«Η ζωή εδώ είναι φρικτή, δεν έχουμε καθαρό νερό, δεν έχουμε χρήματα, το φαγητό δεν είναι καλό και δεν φτάνει για όλους».
Αυτές οι μικρές, εκκολαπτόμενες επιχειρήσεις άρχισαν να λειτουργούν όταν συνειδητοποίησαν οι πρόσφυγες ότι τα σύνορα θα παραμείνουν κλειστά, αναφέρει στο Reuters ο Marco Buono, επικεφαλής του γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ στην Ειδομένη.
«Τα μαγαζιά άνοιξαν περί τα τέλη Μαρτίου. Είναι άνθρωποι με δεξιότητες που θέλουν να είναι χρήσιμοι για την κοινότητα και τις οικογένειες τους και ταυτόχρονα θέλουν να βγάλουν και λίγα χρήματα», καταλήγει.
Ο Κίκο, που σπούδασε μαθηματικά και φυσική στη Δαμασκό λέει ότι θα μείνει εδώ μέχρι να μπορέσει να πάει στη Γερμανία. Όσο η Ειδομένη υπάρχει, λέει, θα απασχολεί τη συνείδηση της Ευρώπης. «Αν φύγουμε από την Ειδομένη, ο κόσμος θα μας ξεχάσει».