Έντεκα σημεία που θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο του διαλόγου που έχει ξεκινήσει ενόψει του Συνεδρίου κατέθεσε η πρωτοβουλία 53+, στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι ενώ η συμφωνία του καλοκαιριού, εκείνη τουλάχιστον τον περίοδο, εξηγήθηκε ως προϊόν αδίσταχτου εκβιασμού, «σταδιακά η πολιτική αυτή εξήγηση αποδυναμώθηκε, με αποτέλεσμα να φαίνεται ή να εκλαμβάνεται από τον λαϊκό κόσμο ότι οι μνημονιακές δεσμεύσεις συγκροτούν το δικό μας πρόγραμμα, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και της αριστεράς».
Οι 53+ υπογραμμίζουν ότι το παράλληλο πρόγραμμα συνιστά πρωταρχικό κομμάτι της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ και εντάσσεται σε ένα πολιτικό σχέδιο απεγκλωβισμού από το μνημόνιο. Η υστέρηση που υπάρχει ως προς τους βηματισμούς του παράλληλου προγράμματος συνιστά σοβαρό λάθος και πρέπει το παράλληλο πρόγραμμα να επιταχυνθεί και να εμπλουτισθεί σε συγκεκριμένες προτεραιότητες.
Στο κείμενο των 53+ αναφέρεται ότι τώρα που ολοκληρώθηκε η πρώτη αξιολόγηση, πρέπει να εκπονηθεί οδικός χάρτης για όσο το δυνατόν γρηγορότερο απεγκλωβισμό από την επιτροπεία, το μνημόνιο και τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτό.
«Είμαστε στην κυβέρνηση όχι πάση θυσία, αλλά όσο θεωρούμε ότι μέσα σε αυτές τις ασφυκτικές συνθήκες και τους ποικίλους εκβιασμούς μπορούμε με αριστερή οπτική να ασκήσουμε πολιτική προς όφελος των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων», αναφέρουν οι 53+ και σημειώνουν ότι το χρέος του κόμματος είναι η άμβλυνση των επιπτώσεων της εφαρμογής του μνημονίου και η διάνοιξη δρόμων μετασχηματισμού.
«Απορρίπτουμε κάθε σκέψη για οικουμενική κυβέρνηση», σημειώνουν επίσης οι 53+ γιατί «η διαχωριστική γραμμή Αριστερά-Δεξιά είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτή στο σύνολο σχεδόν των ζητημάτων που απασχολούν την ελληνική κοινωνία». «Δεν υπάρχουν εθνικά σχέδια, ούτε η διχασμένη, έτσι κι αλλιώς, κοινωνία, έχει ανάγκη από εθνικές συναινέσεις», υπογραμμίζουν και προσθέτουν ότι «αντίθετα είναι στιγμή των διαχωριστικών γραμμών με βάση τις ανάγκες των πολλών και κυρίως αυτών που έχουν πληγεί περισσότερο και βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχειας».
Οι 53+ αναφερόμενοι στο ενδεχόμενο «προσχωρήσεων», «διευρύνσεων», «συμπράξεων», υπογραμμίζουν ότι η συζήτηση αυτή κινείται σε λάθος κατεύθυνση. «Στο πρόσφατο παρελθόν το κόμμα μας πλήρωσε ακριβά τις προσχωρήσεις παραγόντων που ελάχιστη σχέση είχαν με την αριστερά», σημειώνουν και προσθέτουν ότι αντίθετα είναι ανοιχτοί, ορθάνοιχτοι στον απλό κόσμο που έρχεται ανιδιοτελώς να προσφέρει στην κοινή προσπάθεια, είναι ανοιχτοί στον κόσμο των κοινωνικών κινημάτων και σε όσους έχουν αποδείξει ότι ο αξιακός τους κόσμος μπορεί να συμβαδίζει με το αξιακό φορτίο της αριστεράς.
Στο κείμενο γίνεται αναφορά και στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και διεργασίες και σημειώνεται ότι η εύλογη αγωνία για την ανάγκη αλλαγής συσχετισμών στην Ευρώπη, δεν πρέπει να οδηγήσει σε τακτικισμούς και σε κινήσεις που ενδεχομένως να μας εγκλωβίσουν σε διαφορετικά πολιτικά σχέδια.
Ταυτόχρονα δηλώνουν ότι επιμένουν σε μια ανοιχτή διακυβέρνηση, με συνεχή διάλογο με τις κοινωνικές δυνάμεις και συλλογικότητες και σημειώνουν πως όσο η κυβέρνηση αξιοποιεί την αντίληψη του κοινωνικού ελέγχου και των ανοιχτών θυρών, τόσο θα μειώνεται η υπονόμευσή της από την αόρατη αλλά πραγματική, προς ώρας εξουσία. Απαραίτητες εξάλλου είναι στην κατεύθυνση αυτή και δομικές αλλαγές και ριζικά διαφορετική αντίληψη στην οργάνωση του κράτους και της κοινωνίας.
Επίσης ζητούν ρήξεις με το παλαιό και φθαρμένο αυταρχικό σύστημα, την ανάδειξη νέων κοινωνικών ζητημάτων, τη στήριξη κοινωνικών μειοψηφιών, ζητήματα δηλαδή που βαθαίνουν τη διαχωριστική γραμμή Αριστεράς-Δεξιάς. Ως τέτοια ζητήματα, αναφέρουν το διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας, τις συλλογικές συμβάσεις, τα δικαιώματα των εργαζομένων, την κοινωνική οικονομία και τους συνεταιρισμούς.
Οι 53+ ζητούν να συνεχιστεί ο δίαυλος επικοινωνίας με τον κόσμο της αριστεράς και τονίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει και μπορεί να αποτελέσει και στο μέλλον φορέα ενότητας της αριστεράς.
Αναφέρουν ακόμη ότι η επιμονή τους στα ζητήματα δημοκρατίας στο κόμμα θα κορυφωθεί ενόψει συνεδρίου το οποίο θα πρέπει να δώσει τις δικές του απαντήσεις σε σχέση με τις δομές του κόμματος ώστε να ενισχύουν τη συλλογική λειτουργία.