Μέχρι πριν από δέκα χρόνια το γραμματόσημο δεν ήταν απλά το πιο δημοφιλές αντικείμενο συλλογής, ήταν μία μανία που κράτησε για δεκαετίες και, για τους ανθρώπους που ασχολούνταν μαζί του, ήταν και τρόπος επένδυσης. Κάποια γραμματόσημα άλλαζαν χέρια για αστρονομικές τιμές και η λατρεία για το μικρό αυτό χαρτάκι έφτανε σε σημείο υπερβολής. Ο φιλοτελισμός άνθιζε και ολόκληρες περιουσίες καταχωνιάζονταν σε άλμπουμ και φακέλους, με σειρές και σειρές γραμματοσήμων ταξινομημένες επιμελώς, φακέλους πρώτης μέρας κυκλοφορίας και σπέσιαλ εκδόσεις. Μετά κρύβονταν σε βιβλιοθήκες, ντουλάπες και πατάρια, ακόμα και σε θυρίδες τραπεζών για να διατηρούνται με ασφάλεια και να μουχλιάζουν ανενόχλητα.
Μέχρι που το γραμματόσημο το ξεπέρασε ή ίδια η εποχή και ήρθε η παρακμή του. Το ίντερνετ και τα κινητά έγιναν το αποκλειστικό μέσο επικοινωνίας, η ανάγκη να στέλνεις μηνύματα μέσω ταχυδρομείου μια μέρα εξαφανίστηκε, κανείς δεν γράφει πια γράμματα και μαζί με αυτό χάθηκε και η επαφή που είχαν οι άνθρωποι με το γραμματόσημο. Είναι ένα αντικείμενο που οι περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν σπάνια έως καθόλου. Μετά ήρθε η οικονομική κρίση που το σκότωσε εντελώς. Οι 50 χιλιάδες συνδρομητές έγιναν ελάχιστοι, το ενδιαφέρον για το γραμματόσημο μειώθηκε δραματικά και για τους νέους ανθρώπους είναι σχεδόν ανύπαρκτο.
Γέμισε ο κόσμος από φτηνά γραμματόσημα που κάποτε είχαν αγοραστεί πανάκριβα, γιατί κανείς από τους ανθρώπους που τα πουλάνε δεν έχουν ιδέα πόσο αξίζουν. Ενδιαφέρονται μόνο να ξεφορτωθούν όσο-όσο τη συλλογή του πατέρα ή του παππού που έφυγε από τη ζωή, η οποία τις περισσότερες φορές έχει καταστραφεί από την υγρασία ή τη μούχλα.
Ο κύριος Αριστείδης Παϊδούσης είναι συλλέκτης γραμματοσήμων εδώ και 62 χρόνια. Σήμερα έχει μια τεράστια συλλογή την οποία λατρεύει και μπορεί για ώρες να μου μιλάει για αυτή. Για κάθε γραμματόσημο ξεχωριστά, για τις ιστορίες πίσω από τις μικρές εικόνες, για σπάνια και ελαττωματικά, για την αγάπη που μεγάλωνε με το χρόνο, για τις αναζητήσεις μιας ολόκληρης ζωής. «Με το γραμματόσημο ξεκίνησα να ασχολούμαι το 1944. Συμπτωματικά» λέει. «Ήμουν πρωτοετής φοιτητής στη νομική και έτυχε και αγόρασα μια συλλογή και από εκεί ξεκίνησε το αλκοολίκι του γραμματοσήμου». Δηλώνει απογοητευμένος από την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. «Το γραμματόσημο όσο περνάει ο χρόνος φθίνει, δεδομένου ότι τα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για το γραμματόσημο, ασχολούνται από το πρωί μέχρι το βράδυ με ένα κομπιούτερ το οποίο τους αποβλακώνει κατά κάποιον τρόπο, ενώ το γραμματόσημο θα μπορούσε να ευρύνει τους ορίζοντές τους, πολιτισμικά, γεωγραφικά, ιστορικά, χίλιες δύο ωφέλειες έχει».
Τον ρωτάω γιατί τον γοήτευσε τόσο αυτό το μικρό κομμάτι χαρτί και έγινε το πάθος της ζωής του. «Δεν μπορώ να απαντήσω στην ερώτηση τι με γοήτευσε σε αυτό, είναι χόμπι» λέει. «Είναι αλκοολίκι. Το γραμματόσημο τα αγαπάς. Αν το δεις σαν απλό χαρτάκι, το προσπερνάς, αλλά όταν το αγαπάς σου διηγείται μια ιστορία. Κι αν το δεις σαν ιστορία, κολλάς πάνω του και συνεχίζεις. Καταγράφει μια ολόκληρη εποχή, τα γεγονότα, τους ανθρώπους.
Στην Κατοχή σώθηκαν πάρα πολλές οικογένειες από την πείνα πουλώντας τις συλλογές τους στους Γερμανούς, οι οποίοι ήταν φύσει συλλέκτες – οι Γερμανοί είναι οι περισσότεροι αναλογικά συλλέκτες στον κόσμο. Πουλούσαν τις συλλογές γραμματοσήμων και έπαιρναν τρόφιμα. Μετά την απελευθέρωση υπήρξε μια κάμψη, αλλά αμέσως μετά, με την σταδιακή άνοδο της οικονομίας, ο κόσμος ασχολήθηκε πάρα πολύ με τα γραμματόσημα. Έτυχε μερικές σειρές να έχουν καλή εξέλιξη, όπως της εμπορικής ναυτιλίας, και αυτό ώθησε πολύ κόσμο στο να μαζεύει γραμματόσημα. Όχι από μία σειρά, αλλά ποσότητες, ελπίζοντας ότι είναι μια καλή επιχείρηση. Βέβαια, δεν ήταν και τόσο καλή επιχείρηση. Διότι όταν παίρνεις άρπα-κόλλα γραμματόσημα, δεν έχεις εξέλιξη. Πρέπει να πάρεις οργανωμένες συλλογές, να δημιουργήσεις συλλογές που να έχουν στο βάθος χρόνου μια καλή εξέλιξη».
Κάποτε η αξία του γραμματοσήμου ήταν πολύ μεγάλη. Όχι όλων, αλλά κάποιων που ήταν σπάνια και περιζήτητα ανάμεσα στους συλλέκτες και η ζήτηση έφερνε και πολύ υψηλές τιμές. Σήμερα μπορείς να βρεις ολόκληρες σειρές σε πολύ χαμηλές τιμές, σχεδόν εξευτελιστικές. «Λόγω της κρίσεως, δυστυχώς, κι επειδή δεν ζουν οι ίδιοι οι συλλέκτες, σιγά-σιγά φεύγουν, οι κληρονόμοι τους πουλάνε τα γραμματόσημα των συλλεκτών σε πολύ χαμηλή τιμή» λέει ο κύριος Αριστείδης. «Κάθε μέρα πηγαίνουν στα μαγαζιά γραμματοσήμων που έχουν απομείνει γραμματόσημα τα οποία δεν μπορούν να τα απορροφήσουν, επειδή δεν υπάρχει δουλειά. Δεν υπάρχει οικονομική ευρωστία να αγοράσει ο άλλος γραμματόσημα, ως εκ τούτου υπάρχει καθίζηση και οι συλλογές μένουν στα αζήτητα». Παλιότερα στο κέντρο της Αθήνας υπήρχαν 50 μαγαζιά για συλλέκτες γραμματοσήμων, σήμερα υπάρχουν 5 και από αυτά ζήτημα είναι αν θα υπάρχουν τα δύο τα επόμενα χρόνια. «Κυρίως οικονομικοί είναι οι λόγοι και το ότι τα νέα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για τα γραμματόσημα. Δεν υπάρχει μέλλον» προσθέτει ο κ. Αριστείδης και το πρόσωπό του σκοτεινιάζει. «Είναι πάρα πολύ λίγοι οι νέοι συλλέκτες και, γενικά, οι συλλέκτες γραμματοσήμων σήμερα είναι πολύ περιορισμένοι». Τον ρωτάω αν, παρόλα αυτά, βγαίνουν νέες σειρές. «Το ταχυδρομείο βγάζει συνέχεια, αυτό κάνει τη δουλειά του γιατί χρησιμοποιούνται για τα ταχυδρομικά τέλη, αλλά καλό είναι να βάλουν ένα φρένο στις εκδόσεις γιατί δεν είναι η παλιά, καλή εποχή που αγόραζαν οι πάντες».
Μας δείχνει κάποια σπάνια γραμματόσημα που πλέον η τιμή τους έχει κατρακυλήσει σε λιγότερο από την μισή από εκείνη που ήταν στις καλές εποχές. Σε κάποια και το ένα τρίτο ή και το ένα τέταρτο εκείνης που ήταν παλιότερα. «Πάντα υπάρχουν πανάκριβα» μας λέει. «Στα Σολφερίνο είναι δέκα τεμάχια γνωστά, από τα οποία τα δύο είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Αυτά τιμώνται γύρω στις 100 χιλιάδες ευρώ το καθένα, αλλά είναι σε ισχυρά χέρια και δεν μετακινούνται. Σε διεθνές επίπεδο, η μεγαλύτερη συλλογή που υπάρχει στον κόσμο ανήκει στην βασιλική οικογένεια της Αγγλίας, η οποία έχει τα περίφημα γραμματόσημα της Γουϊάνας. Είναι σπανιότατα γραμματόσημα. Είχαν εκδοθεί για μια δεξίωση που είχε από τον κυβερνήτη της Γουϊάνας (τότε Αγγλική αποικία) κι επειδή δεν είχε το ταχυδρομείο γραμματόσημα, τύπωσαν μόνο για να κολληθούν στις προσκλήσεις. Αυτά είναι πραγματικά σπάνια.
Τα ευρωπαϊκά γραμματόσημα είναι σε κάμψη χειρότερη από των ελληνικών. Μια αναλαμπή υπήρξε με τα κινέζικα, επειδή υπήρξαν Κινέζοι που ενδιαφέρθηκαν για τα γραμματόσημά τους, αλλά με την οικονομική κρίση που υπήρξε σταμάτησαν να συλλέγουν οι Κινέζοι, οπότε κατρακύλησε και η αγορά αυτή. Αυτή τη στιγμή η αγορά είναι σε ύφεση τρομερή, δεν πατάει κανείς σε μαγαζιά που πουλάνε γραμματόσημα.
Το γραμματόσημο ήταν το πιο δημοφιλές αντικείμενο συλλογής, αλλά δεν νομίζω ότι οι άνθρωποι κάνουν πια συλλογές, δεν μαζεύουν πια τα νέα παιδιά τίποτα. Οι μεγάλοι οι τωρινοί ίσως να συνεχίζουν, αλλά τα παιδιά είναι με ένα κομπιούτερ στο χέρι και παίζουν παιχνίδια με εξωγήινους. Και δεν στέλνουν γράμματα πια, στέλνουν μηνύματα εκεί μέσα.
Ο γιος μου προσπάθησε να διαδώσει το γραμματόσημο, έκανε τέσσερις προσπάθειες να μιλήσει σε παιδιά σε σχολεία, τον άκουσαν, αλλά δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση. Τους χάρισε καταλόγους και γραμματόσημα να ξεκινήσουν κάτι σε όσους έδειξαν ένα μικρό ενδιαφέρον, αλλά μετά χάθηκαν. Δεν ασχολήθηκαν ξανά. Απογοήτευση σκέτη. Το γραμματόσημο είναι κάτι που μπορεί να ωφελήσει τα παιδιά, να απαγκιστρωθούν από το κομπιούτερ που τους αποβλακώνει 10 ώρες την ημέρα. Δεν ανταλλάσσουν τίποτα, δεν αναπτύσσουν το εμπορικό τους δαιμόνιο, δεν αγοράζουν, δεν πουλάνε -αυτό είναι ένα υγιές φαινόμενο, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει πια».
Εκατοντάδες –ίσως και χιλιάδες- συλλογές τα τελευταία χρόνια «σκοτώνονται» για εξευτελιστικά ποσά στα ειδικά μαγαζιά που έχουν απομείνει ή –ακόμα χειρότερα- σε μαγαζιά μεταχειρισμένων. Γέμισε ο κόσμος από φτηνά γραμματόσημα που κάποτε είχαν αγοραστεί πανάκριβα, γιατί κανείς από τους ανθρώπους που τα πουλάνε δεν έχουν ιδέα πόσο αξίζουν. Ενδιαφέρονται μόνο να ξεφορτωθούν όσο-όσο τη συλλογή του πατέρα ή του παππού που έφυγε από τη ζωή, η οποία τις περισσότερες φορές έχει καταστραφεί από την υγρασία ή τη μούχλα.
Από τότε που πήρε σύνταξη ο κύριος Αριστείδης βοηθάει τη γυναίκα του στο μαγαζί με τα γραμματόσημα που έχει στη στοά της Όπερας από το 1970. «Είμαι συνταξιούχος δικηγόρος» λέει, «και εδώ γεμίζω τη μέρα μου κοντά στα γραμματόσημα. Τον τελευταίο καιρό δεν πατάει ψυχή στο μαγαζί. Κανέναν δεν ενδιαφέρουν πια τα γραμματόσημα. Περνάνε σχολεία από εδώ με παιδιά, και ζήτημα αν στα 100 θα στρέψουν το βλέμμα τους πέντε για να δουν τις βιτρίνες. Ή να κοντοσταθεί ένα. Άλλοτε, όταν έβλεπαν γραμματόσημα, γινόταν το σώσε. Όταν ήμουν μικρός πήγαινα στο περίπτερο και μας πουλούσαν πέντε σφραγισμένα γραμματόσημα μια πεντάρα ή μια δεκάρα και ήμασταν ευτυχείς που τα αποκτήσαμε και τα κοιτούσαμε μια εβδομάδα. Τώρα τίποτα. Όταν μπαίνουν εδώ μέσα νέα παιδιά, γίνεται πανηγύρι. Τα περιποιούμαι προσωπικά από αγάπη και μόνο».
Η απόγνωση του κ. Αριστείδη είναι φανερή όσο μας δείχνει τις εντυπωσιακές σειρές γραμματοσήμων από τις δύο πρώτες Ολυμπιάδες. «Τα παιδιά μου ασχολούνται αρκετά» λέει, «τα εγγόνια μου όμως δεν ενδιαφέρονται καθόλου, τα αφήνουν εντελώς αδιάφορα τα γραμματόσημα. Όταν φύγω εγώ, ξέρω ότι δεν θα μείνει τίποτα από τη συλλογή μου».
σχόλια