Νιώσε, βίωσε, ψηλάφισε, άκουσε, μύρισε, άγγιξε και δες με άλλα μάτια. Λίγες μέρες πριν επισκεφτούμε τον Φάρο τυφλών συμμετείχα στο πρόγραμμα «Διάλογοι στο Σκοτάδι», στο Θέατρο Badmibton. Για 80 λεπτά έζησα μια συναρπαστική εμπειρία.
Βυθισμένος στο απόλυτο σκοτάδι και καθοδηγούμενος από έναν τυφλό ξεναγό, μέσα από ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες, έκανα μια διαφορετική βόλτα στην Αθήνα. Περπατάς σε ένα κόσμο χωρίς εικόνες, αλλά πλουτίζεις από αμέτρητα συναισθήματα και στο σκοτάδι μπορείς να κατανοήσεις έστω και για λίγο το θέμα της τυφλότητας. Συνειδητοποιείς, επανεκτιμάς, σκέφτεσαι ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και αυτονόητο.
Ορμώμενος από αυτή την εμπειρία, αποφάσισα να επισκεφθώ τον Φάρο Τυφλών και το Μουσείο Αφής στην Καλλιθέα, για να μιλήσω με ανθρώπους που έχουν αφήσει ελεύθερες όλες τις αισθήσεις τους -εκτός της όρασης- κι έχουν μάθει να ζουν με το σκοτάδι, σκορπώντας απλόχερα το φως της ψυχής τους.
Ο πρώτος άνθρωπος που μας υποδέχτηκε ήταν ο γενικός Διευθυντής, Γιώργος Καρκούλιας. Ελάχιστοι γνωρίζουν πόσα πράγματα παράγονται μέσα σε αυτόν τον χώρο και έτσι εκείνος ανέλαβε να μας ξεναγήσει στον κόσμο και τις ενδιαφέρουσες δραστηριότητες του Φάρου Τυφλών.
Το μόνο που νοσταλγώ είναι να μπορούσα να δω τα μάτια των παιδιών μου, είναι κάτι που τώρα δεν μπορώ να το θαυμάσω.
«Ο Φάρος Τυφλών λειτουργεί από το 1946. Ο βασικός σκοπός του είναι να προσφέρει κοινωνικές υπηρεσίες, θέσεις εργασίας αλλά και ψυχαγωγία σε ανθρώπους με προβλήματα όρασης, προκειμένου να τους δώσουμε τις ευκαιρίες που τους αξίζουν και να μην νιώθουν αποκλεισμένοι από το κοινωνικό σύνολο. Έτσι, λοιπόν, έχουμε δημιουργήσει την δανειστική βιβλιοθήκη ομιλούντων βιβλίων και βιβλίων Braille, στούντιο ηχογράφησης, θεατρικό εργαστήρι, γυμναστήριο, τμήμα Πληροφορικής όπου δίνεται η δυνατότητα σε άτομα με προβλήματα όρασης να εκπαιδευτούν πάνω στο επάγγελμά τους αλλά και για να βελτιώσουν την καθημερινότητά τους.
Επίσης, διαθέτουμε εκτυπωτικό κέντρο παραγωγής και γραφής Braille, τμήμα διδασκαλίας Βυζαντινής Μουσικής και παραδοσιακών τραγουδιών, αναψυκτήριο, κοινωνική υπηρεσία και, φυσικά, τα εργαστήριά μας, που είναι μια από τις πιο βασικές πηγές του Φάρου Τυφλών. Εδώ χάρη σε αυτά ζουν, εργάζονται και συνταξιοδοτούνται πολλά άτομα.
Έχουμε εργαστήρια παραγωγής σκουπών και βουρτσών και την μονάδα κατεργασίας μετάλλων που είναι μια από τις πιο σύγχρονες που υπάρχουν στην Ελλάδα. Ελάχιστοι ξέρουν ότι από εδώ έβγαιναν πολλά από τα εξαρτήματα του όπλου G3, ενώ τώρα φτιάχνουμε τις ζώνες, τις βούρτσες, τις σφουγγαρίστρες αλλά και τα λευκά είδη για τις ένοπλες δυνάμεις και όχι μόνο.
Επίσης, για τη ΔΕΗ κατασκευάζουμε τις πινακίδες, τις ταυτότητες, τα ορειχάλκινα στηρίγματα στους πυλώνες ή τα στηρίγματα σε ντενεκέδες λαδιού. Αν δεν υπήρχαν τα εργαστήρια, το ίδρυμα θα είχε κλείσει. Είναι καλό να γνωρίζει ο κόσμος τι δουλειά γίνεται εδώ και είναι πολύ χρήσιμο για εμάς, όποιος θέλει και μπορεί, να μας βοηθήσει. Η κρατική επιχορήγηση έχει μειωθεί αρκετά, τα έξοδα είναι πολλά αλλά ευτυχώς υπάρχει εθελοντισμός», μου λέει.
Ο κ. Καρκούλιας από οκτώ ετών έχει πρόβλημα όρασης, αλλά δεν το έβαλε ποτέ κάτω και η πιο περήφανη απόδειξη για αυτόν είναι ότι πολλά από τα μηχανήματα στο Μηχανουργείο τα έχει φτιάξει μόνος του. «Χτύπησα όταν ήμουν μικρός στο ένα μάτι, έγιναν κάποιες εγχειρήσεις με κάποια ιατρικά λάθη που δυστυχώς με οδήγησαν στο να μην βλέπω καθόλου. Ασχολούμαι με τον βιομηχανικό αυτοματισμό, μου άρεσε πάντα και για αυτό δεν παραιτήθηκα ποτέ από την ζωή. Ο άνθρωπος είναι πολύ δυνατός και έχω μάθει ότι μόνο το "δεν θέλω" υπάρχει, όχι το "δεν μπορώ". Υπάρχουν νέα παιδιά που σου λένε ότι δεν βρίσκουν δουλειά. Πώς να βρεις άμα κοιμάσαι μέχρι τις 11; Εμείς παλέψαμε στη ζωή μας για να καταφέρουμε πράγματα», υποστηρίζει λίγο πριν ξεκινήσουμε την ξενάγηση στους χώρους του Φάρου.
Από τα πρώτα τμήματα που επισκεπτόμαστε είναι το γυμναστήριο όπου συναντώ τον Χριστόφορο, ο οποίος ασχολείται στο τμήμα από το 1999. «Εδώ κάνουν πράγματα που έξω δεν μπορούν να κάνουν εύκολα, απελευθερώνονται» λέει. «Για παράδειγμα, μπορούν να τρέξουν μόνοι τους, κάτι που δεν μπορούν να πράξουν έξω, αλλά γενικά ό,τι κάνουν οι βλέποντες στα γυμναστήρια, το κάνουμε και εμείς εδώ. Με τον καιρό βλέπεις την άλλη πλευρά που εμείς οι βλέποντες δεν μπορούμε να την δούμε. Συνειδητοποιείς ότι για τους πολλούς κάποια είναι αυτονόητα, για άλλους όμως τίποτα δεν θεωρείται δεδομένο», μου λέει, ενώ προετοιμάζεται να διδάξει το απογευματινό μάθημα χορού.
Στη συνέχεια μπαίνουμε στον χώρο όπου ηχογραφούνται τα συγγράμματα και γίνεται η ψηφιοποίηση ομιλούντων βιβλίων. Υπεύθυνη είναι η Εύα Φωτεινιά. «Είναι πολύ ενδιαφέρουσα και δημιουργική εμπειρία, προσπαθούμε να έχουμε βιβλία ποικίλου ενδιαφέροντος, καλύπτοντας όλο το φάσμα από πανεπιστημιακά μέχρι λογοτεχνικά βιβλία. Η μέχρι τώρα συναναστροφή μου με αυτούς τους ανθρώπους μου έχει δείξει ότι πριν δούμε πώς ζει ένας τυφλός, θεωρούμε ότι όλα έχουν τελειώσει και ότι είναι το πιο τραγικό πράγμα που μπορεί να σου τύχει. Όταν όμως το δεις από κοντά, καταλαβαίνεις ότι η ζωή συνεχίζεται και πως όλα μπορούν να κυλούν αρμονικά», λέει με ένα γλυκό χαμόγελο.
Λίγο πιο πέρα συναντάμε την ώρα του μαθήματος τη Μαρίσα και τον Μπάμπη, μαθήτρια και καθηγητή. Η Μαρίσα,24 ετών, είναι φιλόλογος και εκπαιδεύεται στην γραφή Braille, κάτι που για την ίδια είναι πολύ συναρπαστικό, μια μοναδική εμπειρία και προτρέπει και τους φίλους της να έρθουν. Ο Μπάμπης είναι δικηγόρος, του αρέσει να διδάσκει την γραφή Braille, γιατί την θεωρεί ένα ταξίδι με αρχή που δεν έχει τέλος. Γεννήθηκε πρόωρα και το πρόβλημα όρασης τού δημιουργήθηκε στην θερμοκοιτίδα.
«Είμαι ικανοποιημένος με τη δουλειά μου, ασχολούμαι όμως και με την μουσική. Τραγουδάω και παίζω σε διάφορους χώρους και πολλές φορές φωνάζω και τους μαθητές μου να έλθουν να με δουν. Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι η γέννηση του γιου μου. Ζει με την πρώην γυναίκα μου, είμαι χωρισμένος, αλλά όλα μέσα στη ζωή είναι. Απλά δεν μπορώ να τον βλέπω τόσο συχνά, γιατί μένουν σε νησί και δεν είναι εύκολο να πηγαίνω. Ακούς την λέξη «μπαμπάς» και τρελαίνεσαι. Αλλά δεν πειράζει, όλα είναι για καλό και κάτι που ξεκινάει δυνατά μπορεί και να τελειώσει δυνατά».
Παίρνω τον δρόμο προς τα εργαστήρια. Ο Χρήστος Ευσταθίου αναλαμβάνει να μας εξηγήσει την σημαντική δουλειά που γίνεται στους χώρους αυτούς. Είναι ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές και βρίσκεται στο Φάρο από το 2004. «Η σχέση μου με τον Φάρο ξεκινά από παλιά, αφού έμενα στην Καλλιθέα και όταν περνούσα απέξω έβλεπα τον χώρο. Τελικά, ξεκίνησα να δουλεύω εδώ.
Το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνεις είναι τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος. Θαυμάζεις άτομα που δεν βλέπουν και χειρίζονται τα πιο δύσκολα μηχανήματα, όπως η πρέσα. Να τονίσουμε ότι οι προδιαγραφές είναι αυστηρές και υπάρχουν κανόνες ασφαλείας και πιστοποιήσεις, με αποτέλεσμα να μην έχει γίνει, ευτυχώς, κανένα ατύχημα.
Πλέον, μετά από τόσα χρόνια, αντιλαμβάνεσαι ότι βλέπεις πιο ευαισθητοποιημένα κάποια θέματα, είναι ένα μάθημα ζωής. Συνειδητοποιείς, βέβαια, πως οι περισσότεροι δεν τηρούν ούτε τα βασικά. Για παράδειγμα, θα δεις ότι ακόμα και έξω από τον Φάρο παρκάρουν πάνω στις διαβάσεις ή στις ράμπες», αναφέρει λίγο πριν δούμε τα υπόλοιπα εργαστήρια και κάνουμε μια γρήγορη στάση στο κυλικείο.
Εκεί μας υποδέχεται ο Αντώνης, ο κλειδοκράτορας του κυλικείου και ο άνθρωπος που θα σε υποδεχθεί στην είσοδο του Φάρου. Καθισμένοι σε ένα τραπεζάκι συζητάμε για την ζωή του. «Βρήκα διαφυγή στον αθλητισμό, είμαι αθλητής του Goal ball και μου αρέσουν οι παραδοσιακοί χοροί. Έχω σχέση 8 μήνες και με την κοπέλα μου γνωριστήκαμε μέσω παρέας. Βγαίνουμε, διασκεδάζουμε και ό,τι έκανα πριν κάνω και τώρα. Αν κάτι μου λείπει είναι η οδήγηση, θα ήθελα να οδηγάω για να πάω όπου θέλω και να μην έχω ανάγκη κανένα», λέει με την νοσταλγία ζωγραφισμένη στα μάτια του.
Ο Αντώνης ονειρεύεται μια σταθερή δουλειά και θέλει να κάνει οικογένεια. Πριν τον αφήσω να συνεχίσει την βάρδια του, τον ρωτώ τι θα ήθελε να πει στους ανθρώπους που βλέπουν. «Να εκτιμάμε αυτά που έχουμε, να μην υποτιμάμε τίποτα από ό,τι μας δίνεται. Για παράδειγμα, το τραπέζι που καθόμαστε αυτή την στιγμή αν το πάρεις και το μετακινήσεις, ενώ εγώ ξέρω ότι η θέση του είναι αυτή, αυτομάτως θα χάσω την διαρρύθμιση που έχω για τον χώρο και έτσι ενώ εσύ που βλέπεις, θα το δεις και απλά θα το προσπεράσεις, εγώ πιθανόν να πέσω πάνω του», μου απαντά.
Επόμενη στάση, το εργαστήριο όπου κατασκευάζονται οι σκούπες. Εκεί συνομιλώ με τον Γιάννη, τον Ολυμπιακό της παρέας. Βρίσκεται στο Φάρο εδώ και 11 χρόνια και η ζωή του χωρίζεται στο πριν και το μετά. Μέχρι τα 26 του που έβλεπε και τώρα που έχει χάσει την όραση του. Είναι ο άνθρωπος που οι ατάκες του αποτελούν πηγές γέλιου και λατρεύεις να συζητάς μαζί του.
«Η προηγούμενη εργασία μου ήταν σε καφενείο στο Μεταξουργείο. Στην αρχή ήταν δύσκολα, είχα νιώσει ένα σοκ. Δεν είναι το ίδιο να μην βλέπεις από την ημέρα που γεννήθηκες και είναι πολύ διαφορετικό να βλέπεις και στην συνέχεια να χάσεις το φως σου. Δεν γίνεται να προσαρμοστείς από τη μια μέρα στην άλλη. Στην αρχή δεν έβγαινα έξω, με είχε πάρει από κάτω, είχα άγχος, αλλά μετά σκέφτηκα ότι το σημαντικό είναι το μυαλό. Έτσι με χαμόγελο και αισιοδοξία αποφάσισα ότι η ζωή είναι μπροστά μου.
Μια μεγάλη δυσκολία που συναντάω είναι όταν χάνομαι στους δρόμους και παρόλο που οι περισσότεροι μας βοηθάνε, το πιο δύσκολο είναι να χαθείς και να μην υπάρχει κανείς γύρω σου. Εκεί αγχώνομαι, αλλά ευτυχώς πλέον στα κινητά υπάρχουν προγράμματα που σε βοηθάνε πάρα πολύ. (Μου εξηγεί αναλυτικά πώς παίρνεις τηλέφωνο ή στέλνεις μήνυμα με το κινητό). Με τη γυναίκα μου γνωριστήκαμε εδώ, στο Φάρο, έκανε πληροφορική. Τότε ήμουν κυνηγός, καταλαβαίνεις... (γέλια). Είμαστε δέκα χρόνια μαζί, τα πέντε παντρεμένοι. Οικογένεια και σπίτι έχω, το μόνο που θέλω είναι να κερδίσω το Τζόκερ για να μπορέσω να βοηθήσω τους φτωχούς και να φτιάξω ένα οίκημα για τους άστεγους. Μου αρέσει να βοηθάω και από ό,τι έχω να δίνω.
Τι με ενοχλεί; Που αφήνουν στο δρόμο τα περιττώματα από τους σκύλους και τα πατάμε. Ή όταν παρκάρουν πάνω στα πεζοδρόμια, για εσάς είναι κάτι που θεωρείται ασήμαντο, αλλά σκεφτείτε όμως και εμάς. Είναι η ελληνική νοοτροπία, εμείς τα λέμε εμείς τα ακούμε».
Δίπλα από τον Γιάννη συναντώ την Αγγελική. Έχει δύο παιδιά, είναι 38 ετών και ένας αναστεναγμός είναι η αφορμή για την αφήγησή της. «Στα 26 έχασα το φώς μου, η καταγωγή μου είναι από την Νεάπολη και την Ελαφόνησο. Το μόνο που νοσταλγώ είναι να μπορούσα να δω τα μάτια των παιδιών μου, είναι κάτι που τώρα δεν μπορώ να το θαυμάσω. Τα παιδιά μου σπουδάζουν, εγώ δουλεύω εδώ αρκετές ώρες και προχωρώ την ζωή μου. Όλα τα μπορούμε, μόνο ό,τι δεν θέλουμε δεν καταφέρνουμε» λέει και όση ώρα μου μιλάει, λέγοντας πολλά που δεν θέλει να δημοσιευτούν, διακρίνεις μια γυναίκα με πυγμή, να φτιάχνει ψάθινες σκούπες με απίστευτα γρήγορο τρόπο και μια υπερηφάνεια που αποτελεί το καλύτερο εφόδιό της.
Αφήνοντας πίσω τα εργαστήρια πηγαίνω μια βόλτα προς το Μουσείο Αφής όπου βρίσκω την Αργυρώ Καραβίνου που με μυεί στους χώρους του Μουσείου και εξηγεί την σημασία της λειτουργίας του. «Κάθε μέρα έρχονται δύο σχολικές ομάδες με παιδιά που βλέπουν. Έρχονται, φοράνε μάσκες στα μάτια τους και ενημερώνονται για την μοναδικότητα του Μουσείου Αφής. Αυτό γίνεται για την ευαισθητοποίηση των μαθητών γιατί μέσα από την εκπαίδευση ή τα κέντρα πληροφόρησης δεν προωθούνται αντίστοιχες ενέργειες.
Είναι ενθουσιώδη τα σχολεία από αυτά που ζουν εδώ. Είναι μια διαδικασία που λειτουργεί ως η μόνη διέξοδος για τους τυφλούς επισκέπτες διότι στα άλλα Μουσεία μπορούν μόνο με χειρουργικά γάντια να έρθουν κοντά στο πολιτισμικό μας κομμάτι, χάνοντας έτσι το 75% της αισθητικότητας του χεριού. Είναι μια μοναδική ευκαιρία και για αυτό έχουμε αντιπροσωπευτικά εκθέματα όλων των περιόδων, ώστε να δουν την τέχνη καθ όλη την περίοδο της ιστορίας.
Σε αυτό το Μουσείο μπορείς να δεις μια διαφορετική πλευρά του μεγαλείου και του πλούτου της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, μπορείς να αγοράσεις προϊόντα που παράγονται στο Φάρο Τυφλών, όπως βούρτσες, κεραμικά, πλεκτά, αντικείμενα για την ενίσχυση του Μουσείου αφού δεν χρηματοδοτούμαστε. Είμαστε το μόνο Μουσείο που μπορείς να αγγίξεις. Φαντάζομαι ότι όλοι θέλουμε να το κάνουμε κάποια στιγμή. Η αφή δίνει μια άλλη προσέγγιση, η όραση σου μεταφέρει κάτι πιο επιφανειακό, το ξεχνάς, ενώ με την αφή επεξεργάζεσαι περισσότερα δεδομένα».
Λίγο πριν τους αποχαιρετίσω μου ζητούν να παρακολουθήσω το μάθημα χορού που θα γινόταν σε λίγη ώρα. Έχει φτάσει απόγευμα και φυσικά παραμένω για να τους δω να χορεύουν. Η μουσική αρχίζει να παίζει, τα χέρια πιάνονται το ένα με το άλλο και ο χορός ξεκινά. Μπροστά μου βλέπω ανθρώπους που έχουν θέληση για ζωή, διαφωνούν, γελούν, αγαπούν, συγκινούνται, αισθάνονται και ζουν έχοντας στις αποσκευές τους πολύ φως, ικανό να διαλύσει κάθε ίχνος από το σκοτάδι της έλλειψης διαφορετικότητας ή των κοινωνικών φραγμών.
Πριν φύγω οι στίχοι του Οδυσσέα Ελύτη γραμμένοι στο τοίχο κεντρίζουν το βλέμμα μου. «Σου έρχεται να πετάξεις ψηλά και από εκεί να μοιράσεις δωρεάν την ψυχή σου. Ύστερα να κατέβεις και θαρραλέα να καταλάβεις την θέση που σου ανήκει».
Για περισσότερες πληροφορίες εδώ
© Γκρέκα 2015/ LIFO
σχόλια