25.4.2012 | 23:01
Αλληλεγγύη
Όταν ήμουν μικρή πήγαινα τα καλοκαίρια στο χωριό μου με τους παππούδες μου. Ο παππούς μου είναι ένας αυστηρός άνθρωπος με πυκνά μαύρα φρύδια και η γιαγιά μου μια καλοσυνάτη κλασική γιαγιά. Το σπίτι μας βρίσκεται λίγο πιο έξω από το χωριό και παραδίπλα υπάρχει (ακόμα) ένα σπίτι 1*1 χωρίς παράθυρα ούτε πόρτα μέσα σε ένα χωράφι.Ο παππούς μου έχει γενικά την τάση να κάνει βόλτες γύρω από το σπίτι βρέξει, χιονίσει. Έτυχε λοιπόν να περνάει δίπλα από αυτό το 'σπίτι' Φεβρουάριο μήνα που χιόνιζε. Τότε ήταν που βρήκε τον (ας τον πούμε) Γιάννη. Έναν άντρα στα 23 του, περίπου 2 μέτρα στο ύψος. Είχε έρθει από Αλβανία για να βρει δουλειά εδώ και να στείλει λεφτά στην οικογένεια του. Μου είχε πει ο παππούς μου ότι, όταν τον είχε βρει ήταν παγωμένος και πεινασμένος και ζήτησε βοήθεια. Τον πήγε σπίτι, τον έντυσαν, τον τάισαν και τον κοίμισαν μέχρι να βρει δουλειά. Και πως το ανταπέδωσε; Πρόσεχε εμένα και τον αδερφό μου κάθε καλοκαίρι που πηγαίναμε στο χωριό, μας αγόραζε παγωτό με τα λιγοστά λεφτά που είχε. Μάλιστα γλύτωσε μια φορά τον αδερφό μου από βέβαιο ξύλο με φόβο να τον λιντσάρουν οι χωριάτες επειδή τρόμαξε τα παιδιά τους.Επίσης φρόντιζε τα φυτά της γιαγιάς μου και τάιζε τον σκύλο μου όταν έλειπαν οι παππούδες μου από το σπίτι. Οι γονείς του στέλνουν δώρα στη γιαγιά μου (από το υστέρημα τους) επειδή φρόντισαν το παιδί τους και τους κάλεσαν στην Αλβανία να πάνε (πήγαν και πέρασαν πολύ ωραία). Ξέρω ότι φαίνεται σαν έκθεση παιδιού δημοτικού, αλλά δεν τα πάω καλά με τις αφηγήσεις. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι είμαι περήφανη που έχω αυτά τα μαύρα πυκνά φρύδια και εγώ.