Όλοι ξέρουμε την οδό Ευριπίδου για τα μπαχαρικά, τα πολυπολιτισμικά μαγαζιά και τη συνεχή κίνηση στα πεζοδρόμιά της, που πολλές φορές δε σ' αφήνει να κάνεις ούτε ένα βήμα μπροστά.
Κι ενώ όλα σχεδόν τα καταστήματα είναι στα ισόγεια παλιών κτιρίων, στο τέλος σχεδόν του δρόμου, εκεί που ενώνεται με την Αριστοφάνους, υπάρχει ένα υπόγειο που δε μοιάζει με τα συνηθισμένα μαγαζιά της περιοχής.
Αυτό που μου τραβά αμέσως την προσοχή είναι οι διάφορες φωτογραφίες διαβατηρίου, κολλημένες με σελοτέιπ στους τοίχους δίπλα στις σκάλες.
Βγαίνοντας κοιτώ πάλι για λίγο όλες αυτές τις φωτογραφίες των μεταναστών και των προσφύγων στους τοίχους. Τόσες πολλές διαφορετικές ζωές.
Στέκομαι λίγο να τις δω πριν μπω μέσα. Οι περισσότερες απ' αυτές φαίνονται να ανήκουν σε άτομα απ' την Αφρική και την Ασία. Ανθρώπους όλων των ηλικιών. Από μικρά παιδιά μέχρι ηλικιωμένους.
Δίπλα τους, μια μικρή ταμπέλα η οποία γράφει «Alpha Photos» και μερικές λέξεις στα αραβικά που δεν καταλαβαίνω τη σημασία τους.
Πιθανότατα πρόκειται για κάποιο φωτογραφείο, το οποίο εξυπηρετεί κυρίως κατοίκους που διαμένουν στη γύρω περιοχή, απ' του Ψυρρή μέχρι το Μεταξουργείο.
Κατεβαίνω τις σκάλες και συναντώ έναν υπάλληλο, ο οποίος «κόβει» φωτογραφίες για κάποιο πελάτη. Τον ρωτάω μερικά πράγματα για το χώρο και τη δουλειά του.
Μου λέει πως τον λένε Φαρούκ και κατάγεται από το Μπαγκλαντές.
Μετά από μερικά λεπτά κουβέντας όπου και προσπαθώ επί της ουσίας να τον πείσω για τις προθέσεις μου, δέχεται τελικά να κάτσουμε στον καναπέ του φωτογραφείου για να μου πει δύο λόγια για το μαγαζί και το πως κατέληξε να εργάζεται εκεί.
Μαθαίνω πως ο συγκεκριμένος χώρος λειτουργεί σαν κατάστημα από το 1936. Αυτό, όπως και τα περισσότερα κτίρια της περιοχής χτίστηκαν την ίδια εποχή, δίνοντας ζωή στη συνοικία.
Την κουβέντα μας, ξαφνικά, διακόπτει ένας νεαρός ασιατικής καταγωγής, ο οποίος πολύ βιαστικά μπαίνει στο υπόγειο και τον ρωτά κάτι, δείχνοντάς του παράλληλα το κινητό του.
Το μοναδικό που πιάνω είναι η λέξη «ΑΜΚΑ». Όπως μου εξηγεί λίγο μετά ο Φαρούκ, ήθελε να εκτυπώσει ένα έγγραφο για να το χρησιμοποιήσει στη δουλειά του.
'Εκτός από φωτογραφίες βγάζουμε και φωτοτυπίες εγγράφων» λέει σε σπαστά ελληνικά.
Φεύγοντας, παρατηρώ ότι πράγματι σ' ένα χαρτί στην είσοδο του υπόγειου φωτογραφείου γράφει έστω και λίγο ανορθόγραφα «lemination».
Οι πιο πολλοί που πάνε στο κατάστημα για φωτογραφίες είναι μετανάστες, με ενημερώνει, επιβεβαιώνοντας την αρχική μου εκτίμηση.
Μερικές φωτογραφίες είναι αρκετά χρόνια εκεί, πολύ πριν κιόλας ξεκινήσει ο ίδιος να δουλεύει στο φωτογραφείο. Κάποιες, μάλιστα, κυρίως αυτές που βρίσκονται κοντά στην είσοδο έχουν φθαρεί τόσο που ίσα ίσα μπορείς να ξεχωρίσεις τα χαρακτηριστικά των προσώπων.
Οι περισσότεροι πελάτες έρχονται στο κατάστημα για να φτιάξουν κάποιο έγγραφο προκειμένου να αποκτήσουν άδεια παραμονής ή να δουλέψουν, συνεχίζει ο Φαρούκ. «Βγάζουν φωτογραφίες για το βιβλιάριο ή το διαβατήριο». Οι πιο, πολλοί μάλιστα, τρέχουν για να προλάβουν μη λήξουν οι προθεσμίες, επισημαίνει γελώντας.
Παρατηρώντας λίγο τον γυάλινο πάγκο του φωτογραφείου, βλέπω ότι μέσα έχει μια μεγάλη στοίβα από θήκες για διαβατήρια, ακόμη και μερικές σελίδες Α4 με υποδείξεις από την ελληνική αστυνομία για τις διαστάσεις που πρέπει να έχει μια φωτογραφία διαβατηρίου. «Τις θήκες τις πουλάμε καμιά φορά μαζί μ' αυτές» συνεχίζει.
Την περισσότερη βάρδια ο Φαρούκ την περνά μπροστά από ένα υπολογιστή ετοιμάζοντας φωτογραφίες ή εκτυπώνοντάς τες.
Αν, μάλιστα, παρατηρήσει κανείς στο YouTube υπάρχουν δεκάδες βίντεο στα αραβικά που δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κάποιος να «πειράξει» μια φωτογραφία διαβατηρίου του στο photoshop, απεικονίζοντάς τον για παράδειγμα να φορά κοστούμι.
Τον ρωτώ αν τους το 'χει ζητήσει ποτέ κανείς στο φωτογραφείο του. Μου απαντά όχι, αλλά και να το είχε κάνει, δε ξέρω αν θα μου το έλεγε.
Το φόντο στο μικρό φωτογραφικό στούντιο είναι λευκό. Άσπρο χρώμα έχει και το πλαστικό καρεκλάκι που βρίσκεται μπροστά από την κάμερα για να κάθονται οι φωτογραφιζόμενοι. Τα φώτα του είναι κλειστά. «Σήμερα δεν έχουμε πολλή δουλειά», σχολιάζει ο ίδιος μαντεύοντας τη σκέψη μου.
Ο Φαρούκ ανοίγει το φωτογραφείο κάθε μέρα στις 9 το πρωί. Ο ίδιος βρίσκεται στην Ελλάδα περίπου 10 χρόνια. Ως φωτογράφος εργαζόταν και στο Μπαγκλαντές, αλλά εδώ κάνει αυτή τη δουλειά μόλις τον τελευταίο χρόνο.
«Όλα αυτά τα χρόνια έχω κάνει δεκάδες δουλειές. Από λαντζέρης σε κουζίνα εστιατορίου μέχρι μέχρι εργάτης στις φράουλες της Μανωλάδας» λέει και διευκρινίζει ότι γνώρισε το αφεντικό του στο φωτογραφείο μέσω ενός κοινού γνωστού.«Μ' αρέσει πολύ εδώ. Είναι ωραίο που μπορώ και κάνω ότι και στην πατρίδα μου».
Έχω περάσει ήδη κάμποση ώρα στο υπόγειο της Ευριπίδου. Τον ρωτάω αν θέλει να τον βγάλω μια φωτογραφία, στο ίδιο φόντο πουα φωτογραφίζει τους πελάτες του. Γνέφει αρνητικά. «Μπορείς να φωτογραφίσεις ό,τι θέλεις από το μαγαζί αλλά όχι εμένα» λέει χαμογελώντας.
Μου δίνει το χέρι και μου προτείνει να ξαναπεράσω όποτε θέλω. Βγαίνοντας κοιτώ πάλι για λίγο όλες αυτές τις φωτογραφίες των μεταναστών και των προσφύγων στους τοίχους. Τόσες πολλές διαφορετικές ζωές.
σχόλια