1.11.2012 | 01:18
Μια λέξη..
γέμισε ένα ποτήρι και του έδωσε να πιεί. εκείνος χλώμιασε στην ιδέα. δεν ήθελε τίποτα δικό της. μη φοβάσαι του είπε. το ξέπλυνα απο κάθε συναίσθημα. γύρισε και κοίταξε τη θέση του φεγγαριού. ήθελε ώρα πολλή για να ξημερώσει. μισόκλεισε τα μάτια του λες και ήθελε να εξαφανιστεί, να διακτινιστεί απο εκείνο το μέρος να βρεθεί στο σπίτι του στο κρεββάτι του στην ασφάλεια που θα του χάριζε η απόσταση απο εκείνη. τα γόνατα του έτρεμαν η ανάσα του κοβόταν σαν να προσπαθούσε να προλάβει κάτι. έπρεπε να φύγει απο εκεί το συντομότερο. κάθε στιγμή που περνούσε έμοιαζε όλο και πιο ανυπόφορη όλο και πιο φριχτή. έπρεπε να βρεί έναν τρόπο να φύγει και να μη ξαναγυρίσει ποτέ εκεί.μπορώ να φύγω εγώ, απάντησε εκείνη σαν να διάβαζε τη σκέψη του. θέλεις; τότε κάτι σαν απότομος ήχος ξεπετάχτηκε απο το στόμα του. μια μικρή και απόλυτη σχεδόν κοφτερή λέξη.'Oχι.