ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

ΒΓΑΛΕ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ Ο,ΤΙ ΚΡΥΒΕΙΣ Ή ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙΣ.
 
 

Όλοι έχουμε πράγματα που θέλουμε να τα βγάλουμε από μέσα μας. Αλλά διστάζουμε να τα παραδεχτούμε ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως, αμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία δεν είναι...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ή ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ
5.11.2012 | 14:32

Το τελευταίο μικρόβιο - Ντέηλ

Ηταν βράδυ Κυριακής όταν ο Ντέηλ ξύπνησε από ενα μακράς διαρκείας ύπνο. Ίσιωσε τα μαύρα, χοντρά του γυαλιά, κοίταξε γύρω του κι αναρωτήθηκε φωναχτά « Μα που πήγαν όλοι?» Η αλήθεια είναι ότι είχε παρακάτσει σε αυτές τις αμυγδαλές. Κόντευαν δυο εβδομάδες από τότε που αυτός κι οι φίλοι του, τα υπόλοιπα μικρά πράσινα, στργγυλά μικρόβια, μπήκαν στον λαιμό του Λ. κι είδαν δύο κατακόκκινες αμυγδαλές να τους περιμένουν. Δε χρειάστηκε πολύ για να καταλάβουν ότι αυτό το μέρος ήταν το ιδανικό για να μείνουν κι να μεγαλώσουν την παρέα τους. Ετσι κι έκαναν, αλλά για άλλη μια φορά η κατάκτηση του καινούργιου τους σπιτιού δε θα ήταν χωρίς μάχη. Μικρά άσπρα αντισώματα έτρεξαν να τους διώξουν κι σαν να μην έφτανε αυτό είχαν μαζί τους μεγάλα αμοξιλλικά όπλα είδικα εφοδιασμένα με κλαβουλανικά φυσίγγια. Ο Ντέηλ και οι φίλοι του δεν είχαν καμιά ελπίδα μπροστά σε τόσο δυνατούς αντιπάλους. Όσοι κατάφεραν να επιζήσουν από την πολυήμερη μάχη, έφυγαν τρέχοντας αλλά ο Ντέηλ ήταν πολύ κουρασμένος κι δεν είχε δυνάμεις να φύγει μαζί τους. Αν συνηπολογίσει κανείς κι το ότι δεν έβλεπε καλά, ήταν λογικό να αποφασίσει ότι ένας ύπνος ήταν απαραίτητος πριν την μεγάλη του έξοδο από αυτόν τον αφιλόξενο λαιμό. Έτσι την ώρα που άλλη μια Κυριακή έφτανε στο τέλος της κι μια Δεύτερα άρχιζε ο Ντέηλ ξύπνησε, κι συνηδητοποίησε ότι μάλλον είχε παρακοιμηθεί γιατί τώρα πια δεν είχε μέινει ούτε ένας φίλος του κι ακόμα κι τα πτώματα των μικροβίων είχαν εξαφανιστεί, μάλλον από τους άσπρους στατιώτες. Ήταν πολύ αδύναμος κι ήξερε ότι σύντομα η ζωή του θα έφτανε στο τέλος της. Μάλλον αυτός ήταν κι ο λόγος που οι άσπροι στρατιώτες δεν τον είχαν απομακρύνει απο εκεί. Ηταν αδύνατο να πολλαπλασιαστεί κι το φαγητό του είχε τελειώσει προ πολλού. Κι σαν τελειωτικό χτύπημα το β- λακταμικό του δακτυλίδι που τόσο καιρό τον προστάτευε είχε σπάσει στη μέση λες κι ήταν φτιαγμένο απο χαρτί..Μπορεί, λοιπόν να ήξερε ότι πεθαίνει αλλά επίσης ήξερε ότι έτσι είναι η ζωή για ένα μικρόβιο κι ο επικήμενος θάνατος δε φόβησε το μικρό μικρόβιο ούτε για μια στιγμή. Αποφάσισε όμως οτι δε θα καθόταν να πεθάνει στο σκοτεινό λαιμό του Λ. αλλά θα έκανε μια τελευταία βόλτα έξω απο το στόμα του. Δεν είχε πάει ποτέ προς τα εκεί αλλά καθώς πετούσε για να μπει σε αυτόν τον αφιλόξενο λαιμό, σχεδόν δυο εβδομάδες πριν, είχε δει ένα μεγάλο δάσος να ξεκινάει από το στόμα κι να καταλήγει στο στέρνο του Λ. «Δεν μπορώ να φανταστώ πιο όμορφο μέρος από αυτό το φωτεινό, δάσος με τα μεγάλα δέντρα για να πεθάνω!» σκέφτηκε ο Ντέηλ και μαζεύοντας τις τελευταίες του δυνάμεις ξεκίνησε το σύντομο ταξίδι του. Όταν έφτασε στα χείλη σχεδόν τυφλώθηκε από το φως που περιέβαλε τα πάντα. Μην ξεχνάτε ότι ήταν κλεισμένος σε ενα ανήλιαγο, γεμάτο υγρασία μέρος για παααρα πολύ καιρό. Χαρούμενος που επιτέλους λουζόταν από το τόσο όμορφο φως, μπήκε στις παρυφές του δάσους. Στην αρχή τα δέντρα ήταν μικρά κι το έδαφος ομαλό αλλά όσο προχωρούσε προς τα μέσα τα δέντρα άρχισαν να πέρνουν περίεργα καμπυλωτά σχήματα κι λόφοι, ακόμα κι βούνα εμφανίζονταν μπρόστα του. Ο μικρός Ντέηλ δε δείλιασε στιγμή γιατί ήξερε ότι κάπου μέσα σε αυτό το τρομακτικό δάσος υπήρχε ένα ξέφωτο που τον περίμενε. Κι πράγματι μετά από μια κουραστική ανάβαση στο τελευταίο βουνό, το ξέφωτο πρόβαλε μπροστά του! Το πιο περίεργο ήταν ότι ενας μικρός τάφος ήταν ήδη σκαμμένος έκει σαν να τον περίμενε από ώρα. Ποιος να είχε σκάψει αυτον τον τάφο? Κανείς δεν ξέρει, αλλά ο Ντέηλ ήταν σίγουρος ότι θα ήταν πολύ όμορφα κι ζεστά εκεί. Ετσι θαραλέα προχώρησε προς τον τάφο του, ξάπλωσε, κοίταξε για τελευταία φορά το φως που τον έκανε να νιώθει τόσο όμορφα, και τα δέντρα με το περίεργα σχήματα κι έκλεισε τα μάτια του χαρούμενος κι απόλυτα ευτυχισμένος! Επίλογος: Η Μ. χαρούμενη που επιτέλους κι το τελευταίο σιχαμένο, ανώνυμο μικρόβιο είχε φύγει από τον Λ. τον φίλησε μέχρι που οι χτύποι απο τις καρδιές τους έγιναν ένα!
1
 
 
 
 
σχόλια
Scroll to top icon