Ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού διαφημίστηκε από το υπουργείο Υγείας ως ένας εκσυγχρονισμός στις πρωτοβάθμιες υπηρεσίας υγείας, όμως για την ώρα όχι μόνο δεν λειτουργεί, αλλά αντιμετωπίζεται με φοβερή δυσπιστία από γιατρούς και ασθενείς.
Αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, για χιλιάδες πολίτες ίσως σημαίνει τον αποκλεισμό τους από τις δωρεάν υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας.
Σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον θεσμό -που αναμένεται να γίνει καθολικός και υποχρεωτικός στις αρχές του 2019- κάθε πολίτης όταν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υγείας θα καταφεύγει στον οικογενειακό ιατρό (παθολόγο, γενικό γιατρό ή παιδίατρο) που αντιστοιχεί στην περιοχή του και έχει καταγεγραμμένο το ιστορικό του.
Από εκεί και πέρα θα παραπέμπεται σε άλλη ειδικότητα με βάση το πρόβλημα του, δε θα έχει δηλαδή το δικαίωμα να καταφύγει από μόνος του δωρεάν σε κάποια ειδικότητα χωρίς παραπομπή από τον οικογενειακό γιατρό.
Όμως για την ώρα, ελάχιστοι από τους παθολόγους της χώρας έχουν δείξει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στο θεσμό, καθώς θεωρούν πως οι αμοιβές που δίνονται είναι πάρα πολύ χαμηλές και πως υποβαθμίζεται ο επιστημονικός τους ρόλους.
Σε μεγάλες και πυκνοκατοικημένες περιοχές της Αττικής, όπως το Περιστέρι, οι γιατροί που έχουν εγγραφεί στο σύστημα είναι λιγότεροι από 10, κάτι που κάνει την δωρεάν πρόσβαση στον γιατρό για τον ασθενή ουσιαστικά αδύνατη.
Σύμφωνα με την Επαγγελματική Ένωση Παθολόγων Ελλάδας από τις 953 θέσεις για οικογενειακούς γιατρούς που προβλέπονταν στην Αττική, μόλις 46 γιατροί τοποθετήθηκαν.
Σε ότι αφορά τη σύναψη συμβάσεων με τον ΕΟΠΥΥ, αναφέρει ότι από τους 1.900 ήδη συμβεβλημένους με τον Οργανισμό παθολόγους και γενικούς γιατρούς, λιγότεροι από 500 επιθυμούν να συμβληθούν ως οικογενειακοί ιατροί.
«Χαρακτηριστικό είναι πως σε ολόκληρους νομούς, όπως τα Τρίκαλα και η Καρδίτσα, κανένας γιατρός δεν έχει αποφασίσει να εγγραφεί στο σύστημα. Οι συμβάσεις και αμοιβές που προσφέρει προς τους γιατρούς είναι απαράδεκτες» τονίζει ο γενικός γραμματέας της Επαγγελματικής Ένωσης Παθολόγων Ελλάδας Σόλων Κωτούλας.
«Σύμφωνα με το υπουργείο κάθε οικογενειακός γιατρός (παθολόγος, γενικός γιατρός ή παιδίατρος) θα έχει υπό την ευθύνη του έως και 2.250 ασθενείς. Ο τεράστιος αυτός αριθμός είναι αντίθετος σε κάθε διεθνή επιστημονική ιατρική και βέβαια εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για ιατρικά λάθη» λέει ο κ. Κωτούλας. «Πρόκειται για ένα κακέκτυπο του αγγλικού συστήματος που ξέρουμε όλοι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει».
«Απορούμε γιατί ο ασθενής θα πρέπει να επισκέπτεται έναν ιατρό που δεν έχει επιλέξει οικειοθελώς και δε θα μπορεί να παρακολουθείται από τον ιατρό της επιλογής του (π.χ. έναν πιστοποιημένο)», τονίζει ο κ. Κωτούλας.
Η Επαγγελματική Ένωση Παθολόγων Ελλάδας ζητάει την ελεύθερη επιλογή ιατρού χωρίς χωροταξικούς ή άλλους περιορισμούς και την κατάργηση του λεγόμενου "gatekeeping", δηλαδή την παραπομπή σε ειδικούς γιατρούς αποκλειστικά από τον οικογενειακό γιατρό στον οποίο θα υπαγόμαστε.
Από την πλευρά, του ο γενικός γραμματέας του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Νικόλαος Νίτσας τονίζει πως με τον τρόπο που έχει επιλεγεί να εφαρμοστεί το σύστημα «οι παθολόγοι και οι γενικοί γιατροί μετατρέπονται σε διεκπεραιωτές, οι οποίοι δε θα έχουν το χρόνο και τη δυνατότητα για μια σωστή εξέταση, παρά μόνο θα καταλήξουν να μοιράζουν παραπεμπτικά για άλλες ειδικότητες».
Ο γενικός γραμματέας του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης τονίζει πως από το κοινό υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες για τον νέο θεσμό οι οποίες όμως δεν φαίνεται να δικαιώνονται.
«Πρόσφατη έρευνα μας έδειξε πως το 59% του κοινού δηλώνει δυσαρεστημένο από τον τομέα της δημόσιας υγείας δηλαδή νοσοκομεία, κέντρα υγείας και λοιπούς θεσμούς.
Ένα 21% αναφέρει πως δεν είναι ούτε ικανοποιημένο αλλά ούτε και δυσαρεστημένο ενώ μόνο ένα 20% εξέφρασε την ικανοποίησή του από τις υπηρεσίες» καταλήγει.